Οπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις, μηδεμιάς εξαιρουμένης, το εκλογικό έτος που έρχεται θα είναι και έτος κυβερνητικής αλλαγής. Η σημερινή κυβέρνηση που αποτελείται από τα κόμματα του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ θα παραδώσει τη σκυτάλη είτε σε μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της ΝΔ είτε σε μια κυβέρνηση συνασπισμού, βασικός κορμός του οποίου θα είναι και πάλι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Στην πολιτική δεν έχει φυσικά θέση η μοιρολατρία. Οι σημερινοί κυβερνώντες έχουν κάθε λόγο και κάθε δικαίωμα να αγωνιστούν για να ανατρέψουν μία εξέλιξη που αυτή τη στιγμή μοιάζει με νομοτέλεια. Παράλληλα όμως έχουν την υποχρέωση να αγωνιστούν εντός των πλαισίων που επιβάλλουν το Σύνταγμα, ο πολιτικός πολιτισμός και οι αντοχές της οικονομίας.
Ειδικά ως προς τις αντοχές της οικονομίας, η σημερινή κυβέρνηση δείχνει να δοκιμάζει για προεκλογικούς και μόνο σκοπούς συνεχώς τα όριά της με υποσχέσεις για προσλήψεις και άλλες παροχές. Την ίδια ώρα, οι δικαστικές αποφάσεις για τα αναδρομικά, η αστάθεια του διεθνούς περιβάλλοντος και σειρά μέτρων που έχουν ψηφιστεί για το μέλλον παγιώνουν την αίσθηση ότι η επόμενη κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να κινηθεί σε ένα ναρκοθετημένο περιβάλλον.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον ούτε πολλά περιθώρια κινήσεων υπάρχουν, αλλά ούτε και περιθώρια για μεγάλο ρεπερτόριο υποσχέσεων. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα διέπραττε τεράστιο σφάλμα εάν σήκωνε ψηλά τον πήχη των προσδοκιών όπως έκανε η σημερινή κυβέρνηση το 2015 για να καταλάβει την εξουσία. Η οικονομία θα αντέξει εάν το πολιτικό σύστημα επιδείξει σύνεση και αυτοσυγκράτηση. Αυτή η ευθύνη αφορά όλο και λιγότερο αυτούς που φεύγουν. Και όλο και περισσότερο εκείνους που έρχονται.