Ηρθαν τα Χριστούγεννα. Κι αυτή τη φορά ήρθαν πιο γρήγορα από πέρυσι. Και του χρόνου θα έρθουν ακόμα πιο γρήγορα. Και όσο μεγαλώνουμε τόσο η ταχύτητα του χρόνου θα αυξάνεται, θα γίνεται αδυσώπητη.
Ηρθαν τα Χριστούγεννα και το αντιλαμβάνεσαι πια μόνο από τις διαφημίσεις. Πού είναι ο παλιός καιρός, τότε που τα σπίτια μύριζαν φρέσκο βούτυρο και ροδόνερο και οι φούρνοι δεν σταματούσαν να ψήνουν κουραμπιέδες και μελομακάρονα. Τότε που ξυπνούσες πρωί πρωί για να υποδεχτείς τους αγουροξυπνημένους πιτσιρικάδες που έδιναν μάχη για να πάνε πρώτοι στα σπίτια και να ψάλουν το «Χριστός γεννάται σήμερον» με τις λεπτές φάλτσες φωνούλες τους. Να μαζέψουν κάνα δυο κατοστάρικα δραχμές για να τσοντάρουν στο χαρτζιλίκι τους.
Ούτε κινητά τότε, ούτε τάμπλετ, ούτε κονσόλες. Μια μπάλα ήταν αρκετή για να τα κάνει ευτυχισμένα. Να τρέξουν στην αλάνα, να σχηματίσουν ένα νοητό τέρμα στον τοίχο του σπιτιού και να την κλωτσούν μέχρι να πέσει το βράδυ.
Δεν ξέρω αν περνούσαμε καλύτερα τότε ή τώρα. Αποτελεί ίδιον του ανθρώπου να τροχίζει τις γωνίες των γεγονότων όσο απομακρύνεται απ’ αυτά.
Αυτό που είναι βέβαιο είναι πως τα Χριστούγεννα έχουν χάσει τη λάμψη τους, τη μαγεία τους. Αυτή η ελπιδοφόρα αναμονή, η προσδοκία για τη μεγάλη γιορτή, για τη μάζωξη των συγγενών στο σπίτι, γύρω από το τραπέζι. Η άδολη αγάπη, η έγνοια για το αίμα σου. Να ανταλλάξεις μια καλή κουβέντα, να μοιραστείς τα προβλήματα και να δώσεις μια νότα αισιοδοξίας πως του χρόνου τα Χριστούγεννα όλα θα είναι καλύτερα.
Οι άνθρωποι έχουμε μεταλλαχτεί σε καταναλωτικές μηχανές. Η ικανοποίηση είναι βαρέλι δίχως πάτο, μια ψυχική ανεπάρκεια. Το συναίσθημα αντικαταστάθηκε από το τελευταίο μοντέλο του iPhone, η ευαισθησία συνθλίβεται από το τακούνι της ακριβής γόβας.
Μια πασαρέλα νεοπλουτισμού μέσα από τον πλαστό κόσμο των social media. Ο θαυμασμός απέκτησε μονάδα μέτρησης τα likes και η αφοσίωση μετριέται σε ψεύτικες καρδούλες που σχηματίζουν τα δάχτυλα των χεριών.
Καλά Χριστούγεννα.