Οταν ο Τζερόμ Πάουελ αναλάμβανε καθήκοντα προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) τον Φεβρουάριο του 2018 μάλλον δεν φανταζόταν την έκταση των προκλήσεων που σήμερα αντιμετωπίζει.

Ο εμπορικός πόλεμος αποτελεί απειλή για την αμερικανική οικονομία. Το δολάριο εξακολουθεί να παραμένει ισχυρό απέναντι σε άλλα νομίσματα όπως το ευρώ, πλήττοντας την ανταγωνιστικότητα αμερικανικών προϊόντων. Τα χρηματιστήρια παρουσιάζουν τελευταία συνεχείς αναταραχές. Επίσης, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο άνθρωπος που τον επέλεξε προσωπικά να ηγηθεί της Fed, έχει αρχίσει να ζητεί ξανά πιο χαλαρή νομισματική πολιτική. Με επιτακτικό μάλιστα τρόπο αφού το τελευταίο διάστημα έχει αποκαλέσει επανειλημμένα λανθασμένη την πολιτική που ακολουθεί η Fed. Πρόκειται για πολύ σημαντικές πιέσεις που δέχεται πλέον ο Πάουελ, ο οποίος μεταξύ άλλων πρέπει να υπερασπιστεί και την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας.

Το δίλημμα για τον 65χρονο Πάουελ είναι μεγάλο καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ κάνει πιο σύνθετη μια κατάσταση που είναι ήδη δύσκολη. Εάν ο Πάουελ φανεί ότι κάνει πίσω ενδίδοντας στις απαιτήσεις του αμερικανού προέδρου για πιο χαλαρή νομισματική πολιτική, τότε μπορεί να υπονομευτεί αυτόματα η ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας. Ουσιαστικά, ο Τραμπ μπορεί με την κριτική που έχει ασκήσει τόσες φορές να προκαλεί τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που ίσως θα επιθυμούσε.

Πλέον η Fed οδεύει προς ένα σημαντικό σταυροδρόμι. Το σχέδιο του Πάουελ ήταν να συνεχίσει την πολιτική του προκατόχου του, της Τζάνετ Γέλεν, αυξάνοντας τα επιτόκια κατά τέσσερις φορές φέτος. Αυτό και έγινε τελικά. Επίσης σχέδιο για αυξήσεις επιτοκίων υπήρχε και το 2019 και θα φανεί στους επόμενους μήνες εάν τελικά θα εφαρμοστεί. Ολα πλέον θα κριθούν από τα μεγέθη της οικονομίας των ΗΠΑ και τις διεθνείς εξελίξεις.

Στα θετικά για τον 16ο πρόεδρο της Fed είναι πως η αμερικανική οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε καλή κατάσταση, η ανεργία κυμαίνεται κοντά σε ιστορικά χαμηλά καθώς διαμορφώνεται πολύ κοντά στον στόχο της Fed που είναι το 4,5%, ενώ η ανάπτυξη συνεχίζεται με γοργούς ρυθμούς. Η Fed έχει ήδη αυξήσει τα επιτόκια συνολικά εννέα φορές από τα τέλη του 2015. Πλέον διαμορφώνονται σε εύρος τιμών από 2,25% έως 2,50%. Θα περίμενε λοιπόν κανείς ότι το έργο του Πάουελ θα γινόταν σταδιακά σχετικά πιο εύκολο. Ο ίδιος άλλωστε στη μεγάλη συνάντηση στελεχών κεντρικών τραπεζών που πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο στο Τζάκσον Χολ των ΗΠΑ έστειλε σήμα στις αγορές ότι θα συνεχίσει να προχωρά σε σταδιακές αυξήσεις στο κόστος δανεισμού σε δολάρια, τουλάχιστον μέχρι να παρουσιαστούν ενδείξεις ότι πρέπει να αλλάξει πολιτική. Για έναν κεντρικό τραπεζίτη όμως οι προκλήσεις ποτέ δεν τελειώνουν.

Πολλά θα εξαρτηθούν από εδώ και πέρα από το πόσο θα επιδράσει ο εμπορικός πόλεμος στην αμερικανική οικονομία, πώς θα εξελιχθεί η πορεία των μετοχών στα χρηματιστήρια των ΗΠΑ όπου το ράλι των προηγούμενων μηνών έχει έντονες διακυμάνσεις, αλλά και τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία.

Η Fed άλλωστε δεν είναι μόνο η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ αλλά και ο βηματοδότης της παγκόσμιας παροχής ρευστότητας, όπως έχει πει στο παρελθόν ο γενικός διευθυντής της Pimco Γιόακιμ Φελς. Η πολιτική του Πάουελ δεν επηρεάζει επίσης μόνο τους αμερικανούς πολίτες, αλλά και ξένους υπηκόους, ακόμη και ολόκληρες χώρες. Τα πολύ χαμηλά επιτόκια των προηγούμενων χρόνων και η ποσοτική χαλάρωση που είχε εφαρμόσει η Fed, σε συνδυασμό με το πιο ασθενές τότε δολάριο, έκαναν πολλούς – τόσο μέσα στις ΗΠΑ όσο και εκτός – να δανειστούν είτε απευθείας σε αμερικανικό νόμισμα, είτε σε ομόλογα ή νομίσματα συνδεδεμένα με την πορεία του δολαρίου.

Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών, τα χρέη σε δολάρια που έχουν αναδυόμενες αγορές όπως η Τουρκία και η Αργεντινή έχουν φτάσει τα 3,7 τρισ. δολάρια από 1,5 τρισ. δολάρια πριν από δέκα χρόνια. Σε συνδυασμό με τους κινδύνους του εμπορικού πολέμου, ο Τζερόμ Πάουελ καλείται να είναι συνέχεια σε ετοιμότητα για πιθανή αλλαγή των συνθηκών. Οχι επειδή το ζητεί ο Τραμπ, ο οποίος πιθανώς αναζητεί αποδιοπομπαίο τράγο σε περίπτωση που δεν αποδώσουν οι δικές του πολιτικές, αλλά επειδή οι εξελίξεις είναι τόσο ραγδαίες που ο Πάουελ και οι συνάδελφοί του στις μεγάλες κεντρικές τράπεζες του κόσμου είναι συνεχώς έτοιμοι να μεταβάλλουν τη νομισματική τους πολιτική.