Η προηγούμενη εβδομάδα είχε δύο κορυφαία πολιτικά γεγονότα που θα μπορούσαν να συνοψίσουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο την απόσταση του πολιτικού σκηνικού από τον κόσμο. Την Παρασκευή, ο Αλέξης Τσίπρας, ένα τσούρμο υπουργοί και στελέχη της κυβέρνησης, μαζί με μπόλικα μέλη από τα πέριξ της Βόρειας Ελλάδας και όχι μόνον, προχώρησαν σε μια κεντρική εκδήλωση στο Παλέ ντε Σπορ της Θεσσαλονίκης με θέμα τη συμφωνία των Πρεσπών και με στόχο κάποια είδους πολιτική αντεπίθεση στο τρωτό – για τον ΣΥΡΙΖΑ – πεδίο και στη θυμωμένη για εκείνον γεωγραφική περιοχή. Θωρακισμένος ο Πρωθυπουργός από πολλές διμοιρίες των ΜΑΤ – γύρω από το γήπεδο φτιάχτηκε μια ιδιότυπη υγειονομική ζώνη για τον φόβο επεισοδίων (οι αντισυγκεντρώσεις πάντως ήταν περιθωριακές) -, το μήνυμα που εξέπεμψε ήταν σύντομο, περιεκτικό, προβλήθηκε από την κρατική τηλεόραση, αλλά δεν άγγιξε, δεν διεμβόλισε, δεν συγκίνησε, μπετονάρισε απλώς τους πεισμένους. «Η συμφωνία των Πρεσπών είναι καλή» και that’s it. Πιο πολύ με άσκηση κομματικότητας έμοιαζε το απόγευμα εκείνης της Παρασκευής, παρά με μαζική εκδήλωση που θα κινητοποιούσε το ευρύτερο ενδιαφέρον. Τα άδεια καθίσματα χαρακτήριζαν τελικώς την εικόνα.

Την ίδια μέρα, 500 χιλιόμετρα μακριά, ξεκίνησε τις εργασίες του το 12ο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας στον εκθεσιακό χώρο Metropolitan Expo, στην περιοχή του αεροδρομίου Ελευθέριος Βενιζέλος. Πίσω από τη γαλάζια θριαμβολογία, την αίσθηση ενότητας που επιχείρησαν να καταδείξουν σχεδόν όλοι οι βαρόνοι της «παράταξης», όπως επίμονα την αναφέρει ο Κώστας Καραμανλής, πίσω από τα παρατεταμένα χειροκροτήματα των νεολαιών της ΔΑΠ και της ΟΝΝΕΔ ή τη «λαϊκή» ομιλία του Μεϊμαράκη, η πραγματική εικόνα είχε να κάνει με ένα κόμμα που κλείστηκε επί τρεις μέρες στον εκθεσιακό χώρο και που με το στανιό προσπάθησε να αποστείλει το μήνυμα ενός κομματικού ξεσηκωμού και, βέβαια, ενός εκλογικού καλπασμού. Την ίδια ώρα που το 1/3 των συνέδρων δεν πήγε να ψηφίσει για την Πολιτική Επιτροπή. Την ίδια ώρα που επίσης πολλοί σύνεδροι δεν πήραν τις καρτέλες τους, δεν συμμετείχαν στις διαδικασίες και καλύφθηκαν από παρατηρητές (πολλούς παρατηρητές). Την ίδια ώρα που ακόμη και η νέα ΠΕ έδινε περισσότερο την αίσθηση μιας αδιόρατης συγκόλλησης στελεχών, και μάλιστα συγκεκριμένων βαρόνων, παρά νέων μελών που ανεδείχθησαν από την κοινωνία των πολιτών, από τα κάτω, από την αγορά, τις επιστήμες, τους τόπους δουλειάς ή μεσαίας επιχειρηματικότητας.

ΑΝΗΣΥΧΗΤΙΚΟ. Ακόμη και η επιλογή της ΝΔ να μην καλέσει τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ, για πρώτη φορά σε συνέδριο, επιτείνει την αίσθηση του προστατευμένου πολιτικού event που είχε ως κεντρικό στρατήγημα να φτιάξει την εικόνα του μέλλοντος πρωθυπουργού. Το απόλυτα ανησυχητικό για τη μελαγχολική μας δημοκρατία είναι πως τα δύο προαναφερόμενα συμβάντα αφορούν τους δύο μεγάλους πολιτικούς μονομάχους που εν πολλοίς καθορίζουν και την υφή των θεσμών, της συλλογικής ζωής και του βαθμού εμπιστοσύνης των πολιτών στους αιρετούς τους εκπροσώπους. Σήμερα όλο και περισσότερο διαμορφώνεται η εικόνα κομμάτων σε απόσπαση από τις προσδοκίες του κόσμου, μακριά από τη ροή της καθημερινότητας και των προβλημάτων της μέσης οικογένειας. Σε αυτό, ακόμη μεγαλύτερο είναι το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ που μοιάζει να ακολούθησε μια ανάποδη πορεία, από την ώσμωση με τις πλατείες και τις γειτονιές, στην απόλυτη απομόνωση και αποξένωση. Ενα μη κόμμα που μοιάζει παρακολούθημα της κυβέρνησης, παρά τις προσπάθειες του Σκουρλέτη να το ανασυγκροτήσει έστω ενόψει εκλογών. Μα και η ΝΔ, απονευρωμένη από τον λαϊκό πυρήνα της και την κοινωνική αναφορά της, θυμίζει φορτίο ανάθεσης ή πλήρωμα εναλλαγής στις κάλπες που απλώς θα αντικαταστήσει (αν το κάνει) τους συριζαίους στην κρατική μηχανή. Η ομιλία Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη και το συνέδριο της ΝΔ παγίωσαν την εικόνα δύο πολιτικών αρχηγών που αναζητούν επειγόντως κόμματα με κοινωνική απεύθυνση, τα οποία θα επαναπολιτικοποιήσουν και τον κόσμο.