Αχαρη η δουλειά του κυβερνητικού εκπροσώπου, σου μένει η ρετσινιά για πάντα. Να, ο Γουάν Μου έχει πεθάνει από τις 13 Δεκεμβρίου και μόλις τώρα έγινε γνωστό χάρη σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα The Paper και στη συνέχεια αποσύρθηκε από το σάιτ της. Ο Γουάν ήταν εκπρόσωπος της κινεζικής κυβέρνησης από το 1987 ώς το 1993 και με την ιδιότητα αυτή διαβεβαίωσε τον Ιούνιο του 1989 τον πλανήτη ότι στην εξέγερση της Πλατείας Τιεν Ανμέν δεν είχε χάσει τη ζωή του ούτε ένας άνθρωπος. Ακριβώς όμως επειδή το όνομά του συνδέεται με εκείνη τη σφαγή (όπου τα θύματα μπορεί στην πραγματικότητα να ήταν και 10.000), το καθεστώς το έχει διαγράψει.
Οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν βαρύνονται ασφαλώς με τέτοια εγκλήματα. Το μόνο που έκαναν είναι ότι στην πρώτη τους περίοδο, την «επαναστατική», ζημίωσαν τη χώρα κάπου 100 δισεκατομμύρια ευρώ και κόντεψαν να την πετάξουν έξω από το ευρώ. Ναι, ήταν η περίοδος όπου υπουργός Οικονομικών ήταν ο Γιάνης Βαρουφάκης, πρόεδρος της Βουλής η Ζωή Κωνσταντοπούλου και κυβερνητικός εκπρόσωπος ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης. Αντίθετα με τους δύο πρώτους, ο τελευταίος διεκδικούσε πάντα τον χαρακτηρισμό του «κανονικού ανθρώπου». Τι γύρευε λοιπόν στο υπουργείο της Προπαγάνδας;
Ο Σακελλαρίδης έλεγε τότε στους φίλους του ότι ένιωθε σαν τερματοφύλακας. Οι επιδόσεις του πρέπει να ήταν καλές, γιατί η κυβέρνηση την οποία υπερασπιζόταν επανεξελέγη τον Σεπτέμβριο. Ο ίδιος όμως παραιτήθηκε – ή διώχθηκε – από την ομάδα γιατί δεν συμφωνούσε πια με τις βασικές της επιλογές. Την έβλεπε να παραδίδεται στη διαφθορά και τον μπουρζουάδικο φιλελευθερισμό, όπως θα έλεγε ο Γουάν Μου. Να υπογράφει Μνημόνια. Κι εκείνος δεν είχε σχέση μ’ αυτά, ήταν έντιμος. Ηταν αριστερός.
Αν τότε οι διαφωνίες του ήταν ιδεολογικές, σήμερα είναι ουσιαστικές. Αν ως πρώην κυβερνητικός εκπρόσωπος ένιωθε θλίψη επειδή οι σύντροφοί του είχαν υιοθετήσει επιχειρηματολογία Σαμαρά, ως διευθυντής του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας καταγγέλλει τους ίδιους αυτούς συντρόφους για την τραγική κατάσταση των προσφυγικών καταυλισμών στα νησιά. «Η κυβέρνηση έχει τεράστια ευθύνη γι’ αυτό που συμβαίνει» είπε σε πρόσφατη συνέντευξή του. «Είναι ανεπίτρεπτο να το δεχόμαστε σαν κανονικότητα και δεν υπάρχει πραγματικά η παραμικρή δικαιολογία».
Η συνέντευξη δόθηκε στην Αυγή της Κυριακής. Αντίθετα λοιπόν με τους κινέζους συναδέλφους τους, οι έλληνες κυβερνώντες δεν διέγραψαν το όνομα του ανθρώπου που συνδέεται με ένα καταραμένο κομμάτι της θητείας τους. Γιατί; Μα επειδή εξακολουθούν να είναι υπερήφανοι γι’ αυτό. Εξακολουθούν να νοσταλγούν εκείνες τις μέρες, κι ας αναγκάστηκαν από τις συνθήκες να ανοίξουν μια παρένθεση «κανονικότητας».
Οσο για εκείνον, αφού έπεσε θύμα διόλου κανονικών εκβιασμών και συγκατοίκησε στην εξουσία με κάθε άλλο παρά κανονικούς ανθρώπους, κατέφυγε σε μια θέση όπου αισθάνεται καλύτερα με τη συνείδησή του. Μπορεί να έχασε τη συλλογική μάχη, αλλά θέλει να κερδίσει την ατομική.