Μπετόβεν: οι Εννέα Συμφωνίες, Φιλαρμονική Ορχήστρα της Δρέσδης, Μίκαελ Σάντερλινγκ, Sony, 5 CD

Γιος του μεγάλου γερμανού αρχιμουσικού Κουρτ Σάντερλινγκ, αλλά και της εξαίρετης κοντραμπασίστριας και για χρόνια σόλο στη Συμφωνική Ορχήστρα του Βερολίνου Μπάρμπαρα Βάγκνερ, ο Μίκαελ Σάντερλιγνκ έχει πετύχει κάτι καθόλου αυτονόητο: να βαδίζει με αξιώσεις στα χνάρια του πατέρα του. Ανήκει έτσι στην ιδιαίτερη και αριθμητικά περιορισμένη κατηγορία μαέστρων δεύτερης γενιάς, μαζί με συναδέλφους του όπως ο Μάρις Γιάνσονς ή, παλιότερα, ο Κάρλος Κλάιμπερ, που εκτός από την ίδια τη μουσική είχαν να αναμετρηθούν και με το έργο των γονέων τους. Το πόσο καλά τα πάει ο Σάντερλινγκ το αποδεικνύουν πολλά, μεταξύ των οποίων και ο νέος κύκλος του με τις Συμφωνίες του Μπετόβεν επικεφαλής της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Δρέσδης. Ο κύκλος αυτός είχε την ιδιομορφία να ξεκινήσει σταδιακά να εκδίδεται δισκογραφικά μαζί με συμφωνίες του Σοστακόβιτς, πάλι με τους ίδιους ερμηνευτές, μέχρι να λάβει την τωρινή του ολοκληρωμένη μορφή, κάτι που σύντομα θα γίνει και με τον αντίστοιχο κύκλο Σοστακόβιτς. Η λογική της «παράλληλης» δισκογραφικής πορείας των έργων των δύο μεγάλων συνθετών και, ουσιαστικά, των εποχών τους, όσο κι αν έχει ενδιαφέρον, δεν παύει να είναι αυθαίρετη και, εν πολλοίς, λογικά και οργανικά αστήρικτη. Ομως, αυτό σε τίποτα δεν μειώνει το γεγονός ότι πρόκειται για φρέσκες, γεμάτες πνοή σύγχρονες ερμηνείες που αξίζει να τις ακούσει κανείς. Η μουσική καταγωγή του Σάντερλινγκ δένει εδώ με την ηλικία και τις δικές του πρωτογενείς εμπειρίες και ερμηνευτικές αναζητήσεις: είναι φανερό ότι αντλεί στοιχεία από αντιδιαμετρικές μεταξύ τους «σχολές», όμως το κάνει πολύ καλά και έτσι καταφέρνει να δώσει στις ερμηνείες του ταυτότητα, κάτι όχι απλό σε έργα τόσο πολύ δοκιμασμένα στη δισκογραφία. Ενας Μπετόβεν νευρώδης αλλά όχι νευρικός, ευχάριστος αλλά όχι απλοϊκός, κατά κάποιον τρόπο εξωστρεφής, χωρίς να αλλοιώνεται η αληθινή φύση των έργων, με μία αίσθηση ανανεωτικής νεανικότητας να κυριαρχεί στις ερμηνείες. Και, έχει σημασία, ένας Μπετόβεν που δεν βρίσκεται κοντά στις βαριά γερμανικές πλην υπέροχες αναγνώσεις του πατέρα Σάντερλινγκ, αλλά ούτε και «διαλέγεται πολεμικά» μαζί τους. Μία ευχάριστη έκπληξη σε μία τόσο «γεμάτη» δισκογραφία.

Χάιντν: Συμφωνίες αρ. 44-48, Αγγλική Ορχήστρα Δωματίου, Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, Eloquence, 2 CD

Στη δεκαετία του ’60, το στερεοφωνικό και, από πλευράς κατασκευής προηγμένο «ευέλικτο» πλέον βινύλιο, αντικαθιστούσε μαζικά ό,τι είχε απομείνει από τη μονοφωνική εποχή. Δημιούργησε έτσι την ανάγκη για να ηχογραφηθούν και να τυπωθούν ξανά έργα που μόλις πριν από λίγο καιρό είχαν αρχίσει να διαγράφουν την πορεία τους στους καταλόγους. Αλλά και την ανάγκη να αναδειχθούν και νέοι μουσικοί που η ματιά τους θα ήταν διαφορετική από τους μεγάλους που κυριαρχούσαν στα χρόνια μετά τον Πόλεμο. Ενας εξ αυτών, με μετεωρική πορεία που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, είναι ο Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ. Σύζυγος αλλά και μουσικός συνεργάτης της θρυλικής Ζακλίν ντι Πρε, ο Μπάρενμποϊμ σταδιακά εξέλιξε τη δισκογραφική του παρουσία από το σόλο πιάνο στη μουσική δωματίου ηχογραφώντας πρωτίστως μαζί της και, παράλληλα, επικράτησε στο ρεπερτόριο για πιάνο και ορχήστρα, όταν είχε τη μεγάλη τύχη να τον επιλέξει ο μέγας Οτο Κλέμπερερ ως σολίστ για τις ηχογραφήσεις των Πέντε Κοντσέρτων του Μπετόβεν και κάποιων του Μότσαρτ. Δίπλα στον Κλέμπερερ, ο οποίος είχε τότε περισσότερα από τα τριπλά χρόνια του νεαρού Μπάρενμποϊμ, ο αργεντινός πιανίστας εγκαταστάθηκε οριστικά και αμετάκλητα στο επίκεντρο της διεθνούς μουσικής και της δισκογραφίας. Το αμέσως επόμενο βήμα του, που το ακολούθησε κι αυτό μέχρι και σήμερα, ήταν να λάβει τον ρόλο του διευθυντή ορχήστρας – εγχείρημα στο οποίο ανταποκρίθηκε έκτοτε με πολύ μεγάλη επιτυχία. Με την Αγγλική Ορχήστρα Δωματίου ηχογράφησε πολύ Μότσαρτ και στη συνέχεια κάποιες από τις συμφωνίες του Χάιντν. Ορισμένες εξ αυτών επανεκδίδονται εδώ, έπειτα από πολλά χρόνια απουσίας από τον κατάλογο. Και είναι ευχής έργο, καθώς πρόκειται για πολύ μεστές ηχογραφήσεις με τον ίδιο και την Ορχήστρα του στα καλύτερά τους. Σήμερα μοιάζει παράξενο, όμως, μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του ’70, ο Χάιντν βρισκόταν ακόμα σε μεγάλο βαθμό στο περιθώριο του ενδιαφέροντος των δισκογραφικών εταιρειών, εν μέρει και ενός ικανού τμήματος του μουσικόφιλου κοινού. Και ο Μπάρενμποϊμ υπήρξε ένας από τους μουσικούς της νέας, τότε, γενιάς, που έκανε αρκετά για να αλλάξει αυτό, εστιάζοντας, όπως εδώ, στη συναρπαστική ειδικά περίοδο των μέσων συμφωνιών του συνθέτη που δημιούργησε την έννοια «συμφωνία» όπως έκτοτε τη γνωρίζουμε.