Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ισχύον εξεταστικό σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση πάσχει πολλαπλώς και πως πρέπει να αλλάξει. Κανένα πρόβλημα όμως δεν λύνεται με τη δημιουργία νέων προβλημάτων. Ειδικά δε όταν το πρόβλημα συνδέεται με το μέλλον χιλιάδων νέων ανθρώπων και την αγωνία τους να βρουν τη δική τους θέση στην κοινωνία όχι μόνο ως ακαδημαϊκοί αλλά και ως ενεργοί πολίτες.
Δυστυχώς η κυβέρνηση και ο αρμόδιος υπουργός δεν σκέπτονται το μέλλον των παιδιών αλλά το δικό τους μέλλον. Προχωρούν σε μείζονες αλλαγές με προχειρότητα, ενώ δημιουργούν πανεπιστημιακές σχολές δύο κατηγοριών επισημοποιώντας την απαξία στην οποία έχουν περιέλθει κάποιες από αυτές. Κι όλα αυτά χωρίς έναν ευρύ και σε βάθος χρόνου διάλογο, όπως αυτός που έγινε σε χώρες των οποίων οι μαθητές έχουν φτάσει σήμερα να διακρίνονται σε όλους τους διεθνείς εκπαιδευτικούς διαγωνισμούς.
Η αποστήθιση είναι το μεγάλο μειονέκτημα του ισχύοντος συστήματος εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Το ισχύον σύστημα όμως έχει και ένα τεράστιο πλεονέκτημα που δεν είναι άλλο από το αδιάβλητο των εξετάσεων. Με άλλα λόγια, για πολλά μπορεί να κατηγορήσει κανείς το ισχύον σύστημα, όχι όμως χωρίς να αναγνωρίσει ότι εγγυάται την ίση μεταχείριση. Δεν είναι ότι η κυβέρνηση δεν κάνει τίποτε για να θεραπεύσει το μειονέκτημα. Είναι και ότι επιπλέον υπονομεύει το πλεονέκτημα. Κι αυτό μπορεί να αποδειχθεί ολέθριο.