«Post-truth» ήταν η λέξη της χρονιάς 2016, σύμφωνα με το Λεξικό της Οξφόρδης. Στην ελληνική γλώσσα μεταφράστηκε ως μετα-αλήθεια και χρησιμοποιείται για να δηλωθεί η άποψη εκείνη που δεν υπόκειται σε περιορισμούς και όρια της πραγματικότητας, αλλά πηγάζει από την προσωπική άποψη του εκάστοτε ομιλητή. Εκείνος που έχει επιλέξει να χρησιμοποιεί μετα-αλήθειες, έχει εξαρχής ακυρώσει την αλήθεια. Με μηδενιστική, σχεδόν, προσέγγιση στοχεύει στη δημιουργία προσωπικής πραγματικότητας, η οποία απορρέει όχι από το «γνωρίζω» αλλά από το «νομίζω». Μέσω της ατομικής, διαισθητικής, ρευστής και μη δομημένης πραγματικότητας στοχεύει να χειραγωγήσει και να επιβληθεί με έναν τρόπο εικονικά ευχάριστο, εφόσον η αναζήτηση και μόνο των κοινά αποδεκτών αρχών, θέσεων και κανόνων, που αποτελούν μέρος της αλήθειας, αφενός δεν είναι πάντα ευχάριστη για το σύνολο και αφετέρου προκαλεί τροχοπέδη στην όποια προσπάθεια κατάλυσης της κοινωνικής συνοχής και συνεκτικότητας!
Επίκαιρο παράδειγμα χρήσης και λειτουργίας της μετα-αλήθειας, το οποίο μετατρέπει τη θεωρία σε πράξη και λειτουργεί υποστηρικτικά για την πληρέστερη κατανόησή της, είναι το σχέδιο – πρόταση διάκρισης των πανεπιστημιακών τμημάτων σε κόκκινα και πράσινα με βάση τη ζήτησή τους (αλήθεια, κοκκινοπράσινο δεν λεγόταν εκείνο το δίκτυο του Συνασπισμού που υποστήριξε με πάθος και επιμονή την ανάγκη να ξαναμπεί το κόμμα στην παράδοση του ανανεωτικού κομμουνισμού;!).
Είναι γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν υπήρξε κανένας υπουργός Παιδείας της χώρας μας ο οποίος να μην ασχολήθηκε με τον τρόπο πρόσβασης στα πανεπιστήμια! Ο τρόπος εισαγωγής σε αυτά, με 54χρονη ισχύ, δεν έχει αμφισβητηθεί από το 1964 – όταν εφαρμόστηκε για πρώτη φορά – έως σήμερα. Αναγνωρίζεται ως αδιάβλητος, αντικειμενικός, ισότιμος και ισόνομος για όλους, ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικής προέλευσης, μορφωτικού επιπέδου των γονέων, σχολείου φοίτησης και γεωγραφικής κατανομής. Και τώρα ακυρώνεται, αφού η πρόσβαση στα πανεπιστήμια προτείνεται να γίνεται και με και χωρίς εισαγωγικές εξετάσεις ανατρέποντας τις έννοιες της ισοτιμίας και της ισονομίας στην πρόσβαση των υποψηφίων. Αυτό δεν απορρέει μόνο από την καταφανή διαφοροποίηση στα τελικά κριτήρια της προσβασιμότητας, αλλά συνδέεται και με την απουσία πρότασης για προτερόχρονες των εισαγωγικών εξετάσεων ασφαλιστικές δικλείδες της ισότητας και ισονομίας, όπως θα ήταν η κρατική, ενιαία διοργάνωση εξετάσεων λήψης ενός Εθνικού Απολυτηρίου, που θα είχε διασφαλίσει το ίσο και ίδιο για όλους τους υποψηφίους. Εδώ η μετα-αλήθεια εφαρμόζεται ως ακύρωση βασικών δημοκρατικών αρχών!
Οι ενιαία, κρατικά οργανωμένες εξετάσεις για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια της χώρας λειτουργούν εδώ και 54 χρόνια όχι μόνο χρηστικά, ως δίοδος μετάβασης από τη μαθητική στη φοιτητική ιδιότητα, αλλά και συμβολικά, εφόσον η συμμετοχή σε αυτές έχει και αγωγικό χαρακτήρα προϋποθέτοντας αλλά και καλλιεργώντας οριοθέτηση της ατομικής ελευθερίας και του ελεύθερου χρόνου, αυτοδιαχείριση, αυτοέλεγχο και αυτοπροσδιορισμό. Συμβολικά, επειδή η συμμετοχή σε αυτές αντιστοιχίζεται με την καταβολή κόπου, με την επένδυση χρόνου, με την προσδοκία της αξιοκρατικής και δίκαιης επιτυχίας. Αλλά η μετα-αλήθεια ακυρώνει εδώ την προσπάθεια που οδηγεί στη διάκριση, η οποία σε ανώτερο επίπεδο λέγεται αριστεία (αλήθεια, δεν είναι τραγικό οι λέξεις «άριστος» και «αριστερός» να είναι ομόρριζες;).
Οι Πανελλήνιες είναι μια διαδικασία αγχογενής για όλους όσοι εμπλέκονται. Είναι, όμως, αλήθεια ότι το άγχος δεν σχετίζεται αποκλειστικά με το αν διενεργούνται ή όχι εισαγωγικές εξετάσεις αλλά και με πλήθος άλλων παραγόντων, όπως η απουσία εθισμού των μαθητών σε συστηματική και τακτική αξιολόγηση κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 11 χρόνων εγκύκλιων σπουδών, ώστε να αποκτήσουν κουλτούρα και όχι φόβο αξιολόγησης (!), η αποσπασματική προσέγγιση των εισαγωγικών εξετάσεων, ως μια ανεξάρτητη από τα προηγούμενα χρόνια διαδικασία, οι αιφνιδιαστικές αλλαγές στον τρόπο εισαγωγής στα ΑΕΙ, που δεν εφαρμόζονται πιλοτικά, που προτείνονται επίσημα τον Δεκέμβριο, θα συζητηθούν στο πλαίσιο του πνεύματος των Χριστουγέννων, θα ψηφιστούν τον Ιανουάριο και θα ισχύσουν τον Σεπτέμβριο! Εδώ η μετα-αλήθεια ακυρώνει τον κοινωνικό σεβασμό, επειδή πραγματώνεται με βάση το προσωπικό συμφέρον, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι μαθητές της Β΄ Λυκείου και οι εκπαιδευτικοί του Λυκείου; (αλήθεια, πόσο αριστερή είναι αυτή η συμπεριφορά!).
Τέλος, η μεγάλη ή η μικρή ζήτηση, ανάλογα με τη δήλωση των μαθητών 4 μήνες πριν από τις εξετάσεις, οδηγεί τα πανεπιστημιακά τμήματα να κριθούν και στη συνέχεια να επιλεγούν, εκ των προτέρων και όχι εκ της διαδικασίας, ποσοτικά και όχι ποιοτικά, κατευθυντικά και όχι συνειδητά, περισσότερο κοινωνικά και λιγότερο επιστημονικά! Με ποιο άλλο κριτήριο θα επιλέξει ο μαθητής που ακόμη δεν έχει φοιτήσει, δεν έχει γνωρίσει το τμήμα επιλογής, δεν γνωρίζει την ποιότητα των διδασκόντων και δεν μπορεί να εκτιμήσει την ανταποδοτικότητα των σπουδών του σε βάθος χρόνου; Και πώς θα δικαιολογηθεί πιθανή απόκλιση ανάμεσα σε μία άριστη έκθεση αξιολόγησης ενός πανεπιστημιακού τμήματος, από την αρμόδια Αρχή, το οποίο όμως μπορεί να παραμένει στην πράσινη, ελεύθερη ζώνη, σύμφωνα με την εκτίμηση και όχι εμπειρία των μαθητών; Πώς θα αποφευχθεί η κοινωνικά εργαλειακή εκτίμηση και χρήση των πανεπιστημίων; Και πώς θα υποστηριχθεί στην πράξη το αυτοδιοίκητό τους όταν οι διαδικασίες εισαγωγής των νέων φοιτητών όχι μόνο τα αποκλείουν από την έκφραση γνώμης, αλλά τους επιβάλλουν με διχαστικού τύπου διαδικασίες τη διάκριση των τμημάτων τους σε «κόκκινα» και «πράσινα»; Η μετα-αλήθεια των κρατούντων της Αριστεράς ακυρώνει τη λογική! Παραπέμπει στο γνωστό ανέκδοτο με τον ιδιόρρυθμο οδηγό ΙΧ που, ενώ ο ίδιος κινείται ανάποδα στην Πανεπιστημίου, τηλεφωνεί στην Τροχαία, έντρομος και έξαλλος παράλληλα, λέγοντας: «Ελάτε γρήγορα! Δεκάδες τρελοί πηγαίνουν ανάποδα στην Πανεπιστημίου»!!!
Η Μαρίζα Φουντοπούλου είναι καθηγήτρια του ΕΚΠΑ και πρόεδρος του Τμήματος ΦΠΨ