Η σχέση του επαναστατικού καθεστώτος της Κούβας με τους καλλιτέχνες, και ιδιαίτερα με τους κουβανούς συγγραφείς, ήταν ανέκαθεν δύσκολη. Το 1961 ο Φιντέλ Κάστρο όρισε τη βάση της πολιτικής του όσον αφορά την τέχνη, τη λογοκρισία και την ελευθερία της έκφρασης ως εξής: «Εντός της Επανάστασης, τα πάντα. Ενάντια στην Επανάσταση, τίποτα». Τα τελευταία χρόνια, βέβαια, πολλοί κουβανοί καλλιτέχνες και περφόρμερ έχουν γίνει μέλη μιας νέας αριστοκρατίας, αποκτώντας πρόσβαση σε συνάλλαγμα και τη δυνατότητα να ταξιδεύουν εκτός του νησιού κατά βούληση. Εξακολουθούν ωστόσο να υπόκεινται σε αυστηρή λογοκρισία. Και όσοι ήλπιζαν πως με τη νέα ηγεσία τα πράγματα θα άλλαζαν, διαψεύδονται: ένα διάταγμα που υπέγραψε ο Μιγκέλ Ντίας-Κανέλ μετά την ανάληψη των προεδρικών του καθηκόντων, τον Απρίλιο, απειλεί να αναβαθμίσει τη λογοκρισία σε ένα νέο επίπεδο.

Είναι, όπως σημειώνει η «Wall Street Journal», ένα από τα πρώτα σημάδια πως ο πρώτος ηγέτης της Κούβας που δεν φέρει το όνομα Κάστρο μετά την Επανάσταση του 1959, δεν σχεδιάζει να παρεκκλίνει από τον δεσποτικό τρόπο διακυβέρνησης των προκατόχων του. Το επονομαζόμενο Διάταγμα 349, άλλωστε, εντάσσεται σε μία ευρεία εκστρατεία καταστολής της καλλιτεχνικής ελευθερίας που έχει τεθεί σε εφαρμογή τους τελευταίους μήνες, βάζοντας στο στόχαστρο μια νέα γενιά μουσικών και καλλιτεχνών, οι οποίοι έχουν καταφέρει να ανεξαρτητοποιηθούν οικονομικά από την κομμουνιστική κυβέρνηση της Κούβας – και ζητούν τώρα και περισσότερη καλλιτεχνική ελευθερία.

Πολλοί καλλιτέχνες πωλούν σήμερα τα έργα τους στις ιδιωτικές γκαλερί που έχουν πολλαπλασιαστεί στην Αβάνα εν μέσω αυξανόμενης ζήτησης από ξένους συλλέκτες. Οι μουσικοί εισπράττουν χρήματα από τις πωλήσεις εισιτηρίων για συναυλίες. Το Διάταγμα 349, ωστόσο, απαγορεύει την έκθεση και την πώληση έργων τέχνης και τις μουσικές παραστάσεις που δεν έχουν λάβει έγκριση από το κράτος. Οι ερμηνευτές – καλλιτέχνες θα χρειάζονται κυβερνητική άδεια. Κρατικοί επιθεωρητές θα ελέγχουν αν τα έργα τέχνης, τα εκθέματα και οι συναυλίες συμμορφώνονται προς τους ισχύοντες κανονισμούς για τα εθνικά σύμβολα, όπως είναι η κουβανική σημαία: θα έχουν τη δύναμη να ματαιώνουν παραστάσεις και να ανακαλούν άδειες. Το διάταγμα βάζει επίσης στο στόχαστρο την ποπ μουσική και πρωτίστως τη ρεγκετόν, απαγορεύοντας στους στίχους την «αισχρολογία» κάθε είδους. Η «καταχρηστική χρήση» ηλεκτρονικών μέσων ή ακουστικού εξοπλισμού μπορεί να οδηγήσει σε πρόστιμα και κατάσχεση εξοπλισμού.

«Το διάταγμα αποσκοπεί στον απόλυτο έλεγχο, δεν μπορείς να εκθέσεις πουθενά τη δουλειά σου χωρίς προηγούμενη άδεια» λέει ο Ιταλο Εξπόζιτο, 40χρονος κουβανός ζωγράφος που έχασε πρόσφατα την άδειά του και καλείται να πληρώσει πρόστιμο ισοδύναμο με 105 ευρώ επειδή άνοιξε το σπίτι του σε ένα ανεξάρτητο καλλιτεχνικό φεστιβάλ.

Τις τελευταίες εβδομάδες, οι κουβανικές Αρχές έχουν απαγορεύσει συναυλίες ερμηνευτών που καταπιάνονται με ζητήματα ταμπού, όπως οι φυλετικές διακρίσεις. Εχουν επίσης θέσει υπό κράτηση διαφωνούντες καλλιτέχνες που έχουν οργανώσει διαμαρτυρίες εναντίον του επίμαχου διατάγματος. Είναι τόσο έντονες οι αντιδράσεις, όμως, ακόμα και από καλλιτέχνες φιλικά προσκείμενους στο καθεστώς, που αποφάσισαν να αναβάλουν την εφαρμογή του Διατάγματος 349 – επρόκειτο να τεθεί επισήμως σε ισχύ αυτόν τον μήνα – ώστε να αναθεωρήσουν κάποιες από τις πλέον αμφιλεγόμενες διατάξεις του.

Οι κουβανικές Αρχές θα λογοκρίνουν την τέχνη κατά το δοκούν όποια μορφή και αν πάρει το νέο διάταγμα, αντιτείνει ο Ερνέστο Χερνάντες Μπούστο, κουβανός συγγραφέας εξόριστος στην Ισπανία: «Η λογοκρισία υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει» σημειώνει. «Σκοπός του διατάγματος είναι να ρυθμίσει έναν νέο κόσμο: τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, τις γκαλερί τέχνης, τον κόσμο που δουλεύει από το σπίτι. Σήμανε συναγερμός γιατί είναι ένας τομέας που δεν βρίσκεται υπό κρατικό έλεγχο».