Με δύο μεγάλα προβλήματα που εκπέμπουν SOS, αναζητώντας άμεση επίλυση, βαδίζει η χώρα στο κατώφλι του 2019. Οσο καθυστερεί η ουσιαστική αντιμετώπισή τους, τόσο θα αργεί η πολυπόθητη επιστροφή στην κανονικότητα και η έξοδος από το τούνελ.
Το ένα αφορά τα υψηλά επιτόκια των ελληνικών ομολόγων που καθιστούν απαγορευτική την έξοδο στις αγορές για δανεισμό. Σήμερα, έπειτα από εννέα χρόνια βαθιάς κρίσης και τρία διαδοχικά Μνημόνια, τα σπρεντ των δεκαετών ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου (η διαφορά τους από τα αντίστοιχα γερμανικά) βρίσκονται στις 411 μονάδες βάσης και είναι υψηλότερα από αυτά τα οποία οδήγησαν τη χώρα στο πρώτο Μνημόνιο το 2010. Οι αγορές εξακολουθούν να μην εμπιστεύονται την Ελλάδα, τιμολογούν ακριβά το ρίσκο που αναλαμβάνουν για να τη δανείσουν και εν τέλει καθιστούν ασύμφορη την οποιαδήποτε άντληση κεφαλαίων από αυτές.
Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα αφορά τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών. Με τόσα πολλά βαρίδια στους ισολογισμούς τους οι τράπεζες δεν μπορούν να επιτελέσουν το φυσικό τους έργο για τη χρηματοδότηση της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Και παρά την καταιγίδα των πλειστηριασμών που αναμένεται να εκδηλωθεί με ακόμη πιο έντονους ρυθμούς το νέο έτος, κοινή είναι η εκτίμηση ότι τα κόκκινα δάνεια δεν πρόκειται να μειωθούν σε τέτοια επίπεδα που να αποκαθιστούν το επίπεδο ασφαλείας που αναζητούν οι αγορές. Αυτός είναι και ο λόγος που εξηγεί τη μεγάλη πτώση των τιμών των τραπεζικών μετοχών στο Χρηματιστήριο, καθώς μέτοχοι και επενδυτές φοβούνται το ενδεχόμενο μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών την οποία, εν τέλει, θα κληθούν να καλύψουν οι ίδιοι.
Αξιόπιστοι οικονομικοί παράγοντες με γνώση του μεγέθους των δύο προβλημάτων χτυπούν συναγερμό. Προειδοποιούν ότι χωρίς συστημικού τύπου λύσεις δεν πρόκειται να αντιμετωπισθούν οι δύο αυτές προκλήσεις. Για την περίπτωση των τραπεζών προτείνουν τη δημιουργία μιας Bad Bank η οποία θα συγκεντρώσει προβληματικά στοιχεία από το χαρτοφυλάκιο των τραπεζών. Σχετικές προτάσεις έχουν υποβάλει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και η Τράπεζα της Ελλάδος. Και οι δύο βρίσκονται στο στάδιο της επεξεργασίας και έγκρισης από τις ευρωπαϊκές Αρχές. Οσο πιο γρήγορα οριστικοποιηθούν οι αποφάσεις και κινηθούν οι διαδικασίες, τόσο το καλύτερο για τις τράπεζες και την οικονομία. Εξάλλου μια άμεση απομείωση των κόκκινων δανείων θα έχει θετική πολλαπλασιαστική επίδραση και στο κόστος δανεισμού της χώρας. Δεν φτάνει όμως μόνο αυτό. Ενα φιλόδοξο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων σε όλα τα επίπεδα απαιτείται για να αναζωπυρωθούν οι προοπτικές ανάπτυξης και οι ξένοι επενδυτές να στρέψουν ξανά την προσοχή τους στην Ελλάδα, λένε όσοι γνωρίζουν τα κριτήρια με τα οποία οι τελευταίοι λαμβάνουν τις αποφάσεις τους.
Το ζήτημα είναι ότι μεσούσης της μακράς προεκλογικής περιόδου στην οποία βρισκόμαστε τέτοιο πρόγραμμα δεν πρόκειται να δρομολογηθεί. Για αυτό, όσο πιο γρήγορα γίνουν οι εκλογές, τόσο το καλύτερο για την οικονομία. Αρκεί βέβαια και η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις κάλπες να ξέρει ποιον δρόμο θα ακολουθήσει.