«Οι εκλογές που κανείς δεν ήθελε», έγραφε το πρωτοσέλιδο των «ΝΕΩΝ» στις 30 Δεκεμβρίου 2014, την επομένη της επιτυχημένης προσπάθειας του ΣΥΡΙΖΑ να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες κάλπες παίζοντας τον άσο της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας.

Σήμερα, στην τέταρτη επέτειο της έναρξης της τελικής επίθεσης του ΣΥΡΙΖΑ προς την εξουσία οι εμπνευστές του σχεδίου προφανώς θα χαίρονται προτάσσοντας το προφανές, το τελικό αποτέλεσμα.

Οι σύντροφοι του ΣΥΡΙΖΑ βιάζονταν να περάσουν στην αντεπίθεση, να τακτοποιήσουν ιστορικούς λογαριασμούς, να κηρύξουν την έναρξη ενός πρωτόγνωρου μεταπολιτευτικά κυνηγιού μαγισσών και να νιώσουν την ηδονή της φιλαρχίας.

«Ή εμείς ή αυτοί», αλάλαζαν τα ψηφιακά πλήθη υπό τις εντολές του Μεγάλου Αρχηγού, θέτοντας τις βάσεις μιας πρωτοφανούς συγκεκαλυμμένης πολιτικής δίωξης εις βάρος της διαφορετικής άποψης.

Στα υπόγεια του Μαξίμου εξυφάνθηκαν τα σχέδια της τελικής επίθεσης για την κατάληψη ή την ισοπέδωση του αντιπάλου. Και κάποια όψιμα αμοραλιστικά συνεταιράκια πανηγύριζαν κρατώντας ως λάφυρο το – όπως νόμιζαν, τελευταίο – φύλλο τούτης της εφημερίδας προσφέροντάς μας το καλύτερο χαμόγελό τους.

Με προπαγάνδα που όμοιά της μόνο το απολειφάδι της Ιστορίας, ο αποτυχημένος βαυαρός συγγραφέας και ναζιστής που έγινε συνώνυμο της συστηματικής παραπληροφόρησης θα μπορούσε να εμπνευστεί. Οπως και οι δεκάδες λαοβοσκοί που νέμονται την εξουσία ανά τον κόσμο και προσπαθούν να ποδηγετήσουν την κοινωνία της ενημέρωσης με προφανείς σκοπούς.

«Ο λαός θα φορτωθεί τα χρέη» διέδιδαν για τους «εχθρούς» τα κομματικά χείλη και οι πληρωμένες φωνές. Τα ίδια χείλη που μουδιάζουν και οι ίδιες φωνές που επιδίδονται σε αφωνία για τα «δικά τους» πετσίτικα παιδιά, τα χρέη και τα βοσκοτόπια των «φίλων» και «γνωστών» και την εξάτμιση των δεκάδων δισ. μέσω των τραπεζών.

Ο κουτσαβακισμός και η αμετροέπεια έγιναν συνώνυμα του δημόσιου λόγου, η μετριοκρατία καθεστώς και οι εμφυλιοπολεμικές ιαχές εύηχα πολιτικά κηρύγματα.

Ενα απολίθωμα αριστερής μισαλλοδοξίας που ψάχνει νέες μάσκες για να κρύψει τα επόμενα νοσηρά του σχέδια.