Επτά δεκαετίες μετά τη θέσπισή της, η Παγκόσμια Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (UDHR) παραμένει ένας φάρος ελπίδας για τον κόσμο, στέλνοντας το ξεκάθαρο μήνυμα πως οποιαδήποτε αδικία οπουδήποτε στον κόσμο αποτελεί απειλή για τη δικαιοσύνη σε όλο τον κόσμο και ότι καμία παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν πρέπει να επιτρέπεται να συνεχισθεί χωρίς να γίνει κάτι γι’ αυτήν.
Ενώ η ανελευθερία και η αυταρχικότητα εντείνονται, είναι σημαντικό να θυμηθούμε ότι η Διακήρυξη – και οι συμβάσεις τις οποίες έχει εμπνεύσει – υπερασπίζεται το δικαίωμα κάθε ανθρώπου στη ζωή, την ελευθερία και την ασφάλεια. Ενταγμένη στα Συντάγματα πολλών χωρών, ορίζει πως κανένας δεν θα πρέπει να πέσει θύμα βασανιστηρίων, αυθαίρετης σύλληψης ή κράτησης. Προβλέπει τα δικαιώματα σε δίκαιη δίκη, στην ιδιωτικότητα, την ελεύθερη έκφραση, καθώς και την ελευθερία της σκέψης σε θρησκεία και συνείδηση. Δίνει έμφαση σε σημαντικά κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα όπως το δικαίωμα στην εργασία και τη δημιουργία εργατικών συνδικάτων.
Ομως οι συγγραφείς της Διακήρυξης – που διαμορφώθηκε εν μέσω του Ψυχρού Πολέμου – μπόρεσαν να συμφωνήσουν στο ποια δικαιώματα θα πρέπει να έχουν οι άνθρωποι και όχι στο γιατί αυτά τα δικαιώματα θα πρέπει να θεωρούνται ουσιώδη, πόσω μάλλον στο πώς ή από ποιον θα πρέπει να προστατεύονται. Στην αρχή δεν υπήρχαν συμφωνίες εφαρμογής, ούτε κατάλληλοι μηχανισμοί, ενώ πέρασε καιρός πριν αρχίσουν να την υπογράφουν χώρες. Δημιούργημα του καιρού της, η Διακήρυξη αναφέρει λίγα για τα δικαιώματα των γυναικών, των αναπήρων, των ομοφυλοφίλων και των παιδιών. Και έτσι, παρά τη μεγάλη πρόοδο που σημειώθηκε τις τελευταίες επτά δεκαετίες – όπως η δημιουργία του Διεθνούς Δικαστηρίου και του δόγματος Ευθύνης για Προστασία του ΟΗΕ – οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνεχίζονται και επεκτείνονται σε ανησυχητικό βαθμό και ατιμωρητί.
Προκειμένου να συγκεντρωθούν προτάσεις για τη βελτίωση της Διακήρυξης, το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης δημιούργησε την Παγκόσμια Επιτροπή Πολιτών (της οποίας προήδρευσα) με τη συμμετοχή πολλών φιλοσόφων. Η Επιτροπή κατέληξε πως χρειάζεται να διευκρινισθεί ποιος θα πρέπει να αναλάβει τα καθήκοντα που αναφέρονται στη Διακήρυξη και πώς. Ξανά και ξανά η άσκηση βέτο από τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ έχει μπλοκάρει την ανάληψη δράσης. Η παράλυση που προκύπτει δεν είναι μόνο ότι έχει επιτρέψει μαζικές απώλειες ανθρώπινων ζωών, αλλά υπονομεύει την αξιοπιστία της συλλογικής ασφάλειας και διευκολύνει τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Προκειμένου να αντιμετωπισθεί αυτό η Επιτροπή προτείνει να αναστέλλουν τα βέτο τους τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας σε περιπτώσεις μαζικών σφαγών και έτσι να επιτρέπουν στο Διεθνές Δικαστήριο να εμπλακεί περισσότερο. Πέραν από το να εντοπίσουμε λεπτομερώς τις ευθύνες των κυβερνήσεων και των διεθνών θεσμών, νέοι μηχανισμοί θα πρέπει να δημιουργηθούν προκειμένου να εξασφαλίσουμε και την εταιρική συμμόρφωση με τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν 70 εκατομμύρια εκτοπισμένοι άνθρωποι και περισσότερο από 20 εκατομμύρια πρόσφυγες. Οτι βρίσκονται σε εξέλιξη περισσότεροι από 40 πόλεμοι. Οτι αντιμετωπίζουμε ανθρωπιστικές κρίσεις. Οπως έγραψε η πρώην Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ Ελενορ Ρούζβελτ, που συνέβαλε στη δημιουργία της Διακήρυξης, έγγραφα που εκφράζουν ιδανικά «δεν έχουν σημασία εκτός εάν οι άνθρωποι τα γνωρίζουν, τα κατανοούν και απαιτούν την εφαρμογή τους». Αυτή η απλή αλήθεια πρέπει να διατρέχει την παγκόσμια στάση για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τώρα και στο μέλλον.
Ο Γκόρντον Μπράουν είναι πρώην πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου