Το παζλ των υποψηφίων ολοκληρώθηκε και, εν μέσω εορταστικής περιόδου, η πεντάμηνη μάχη ξεκίνησε και επισήμως. Σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση κινούνται ήδη με τη βεβαιότητα πως εάν οι εθνικές εκλογές αποσυνδεθούν χρονικά από τη σύγκρουση για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και την Ευρωβουλή, τότε οι κάλπες στην πρωτεύουσα θα εκπέμψουν στις 26 Μαΐου, μαζί με τις κάλπες των ευρωεκλογών, το ηχηρότερο πολιτικό μήνυμα. Στη βάση αυτή, όλοι οι βασικοί διεκδικητές της δημαρχίας – Νάσος Ηλιόπουλος (ΣΥΡΙΖΑ), Κώστας Μπακογιάννης (ΝΔ), Παύλος Γερουλάνος (Κίνημα Αλλαγής) και Νίκος Σοφιανός (ΚΚΕ) – προετοιμάζονται και για μια πολιτική μάχη που θα δοθεί σε κάθε αθηναϊκή γειτονιά. Με δεδομένο ότι με την αποχώρηση του Γιώργου Καμίνη ανοίγει ένας νέος κύκλος για τον Δήμο Αθηναίων, οι τέσσερις υποψήφιοι επιχειρούν ήδη να αναδείξουν τα πλεονεκτήματά τους και να προσδώσουν στην υποψηφιότητά τους δυναμική.
Παύλος Γερουλάνος
Ο κοσμοπολίτης που θέλει να κερδίσει την Κυψέλη
Η επιλογή του Κινήματος Αλλαγής για τον Δήμο Αθηναίων φιλοδοξεί να πατήσει στα βήματα του προκατόχου του, Γιώργου Καμίνη. Βέρος Αθηναίος, κοσμοπολίτης και με ξεκάθαρο προοδευτικό στίγμα, ο Παύλος Γερουλάνος επιχειρεί να προβάλει μια κεντροαριστερή ατζέντα, χωρίς, σύμφωνα με τον ίδιο, να χρησιμοποιεί τον δημαρχικό θώκο ως ευκαιρία «να προωθήσει την προσωπική του καριέρα ή τις κομματικές του φιλοδοξίες». Οσοι τον στηρίζουν θεωρούν πως ο Γερουλάνος έχει ένα προτέρημα που δεν διαθέτει κανένας εκ των συνυποψηφίων του: μπορεί να απευθυνθεί τόσο σε αριστερά όσο και σε συντηρητικά κοινά. Μπορεί, με άλλα λόγια, να διεισδύσει στο ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ, που έχει πυρήνα στην Αθήνα, στον ευρύτερο κεντροαριστερό χώρο αλλά και σε κεντρώους και κεντροδεξιούς ψηφοφόρους – κατηγορίες που στο παρελθόν έχουν διαμορφώσει το εκλογικό αποτέλεσμα στην περιοχή. Τα πλεονεκτήματά του δεν σταματούν εκεί, καθώς θεωρείται πολιτικά «άκαυτος», με κυβερνητική θητεία στο υπουργείο Πολιτισμού επί Γιώργου Παπανδρέου, η οποία τον έκανε αναγνωρίσιμο χωρίς να του προσδώσει αρνητικό πρόσημο.
Το αγκάθι. Στον αντίποδα, η αστική καταγωγή του ενδέχεται να τον κάνει απρόσιτο στα πιο λαϊκά στρώματα – γι’ αυτό ξεκίνησε την καμπάνια του από την Κυψέλη και συνέχισε με τις περιοχές στις οποίες η παρουσία του μοιάζει παράταιρη. Παράλληλα, αντίθετα με ό,τι συνέβη στην περίπτωση Καμίνη, δεν έχει πίσω του τη στήριξη ενός κυβερνητικού κόμματος, πράγμα που, σε μια πολωμένη ατμόσφαιρα, μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά. Κατά άλλους, ωστόσο, η μεγαλύτερή του αδυναμία θεωρείται η ομοιότητα της υποψηφιότητάς του με αυτήν του Κώστα Μπακογιάννη. Και οι δύο απευθύνονται στην ίδια ανθρωπογεωγραφία, με παρόμοιο τρόπο.
Νάσος Ηλιόπουλος
Καλείται να ανατρέψει το αυτογκόλ του ΣΥΡΙΖΑ
Ο 35άρης υφυπουργός Εργασίας και στέλεχος του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ από τα γεννοφάσκια του Νάσος Ηλιόπουλος έδωσε εξαρχής και όχι με δική του ευθύνη την αίσθηση της εφεδρείας για τον Δήμο Αθηναίων.
Κι αυτό αφού περίμενε υπομονετικά, καθώς οι άλλες κρούσεις σε πρόσωπα από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν ευδοκιμούσαν. Το παραπάνω είναι ένα στοιχείο της κομματικότητάς του, κάτι που τον κάνει αγαπητό στον ΣΥΡΙΖΑ και σε όλες τις τάσεις του, παρότι καταγράφεται στο προεδρικό κομμάτι με την ευρεία έννοια. Ταυτόχρονα, η θητεία του στον ΣΕΠΕ του έφτιαξε ένα «ταξικό» προφίλ και τον έκανε αγαπητό ακόμη και στους γκρινιάρηδες της ομάδας των 53.
Γεννημένος στην Αθήνα, Πατησιώτης βέρος, απόφοιτος του 20ού σχολείου στον Αγιο Νικόλαο Αχαρνών, ο Ηλιόπουλος είναι το παιδί της διπλανής πόρτας – πήγε να ορκιστεί ως υφυπουργός με τον Ηλεκτρικό και συνοδεία μόνο του αδελφού του. Το λαϊκό και νεανικό προφίλ του, συν τη μαχητικότητα και την εργατικότητα, αποτελούν τα ατού του.
Αλλοι καιροί. Από την άλλη, η συγκυρία δεν είναι 2014, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καλπάζει, ο ίδιος ο Νάσος έχει συμμετάσχει σε κυβέρνηση δημοσιονομικής πειθαρχίας και μέτρων, δύσκολα ο κόσμος θα τον δει ξεχωριστά από τα παραπάνω. Συν ότι η παράταξη Ανοιχτή Πόλη, από την οποία έλαβε τυπικά το χρίσμα, δεν έχει σε καμία περίπτωση τη δραστηριότητα της εποχής του Γαβριήλ Σακελλαρίδη. Ο Νάσος Ηλιόπουλος μοιάζει να δίνει μόνος τη μάχη, παρότι κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ χαιρέτισαν από την πρώτη στιγμή την υποψηφιότητά του. Απόφοιτος της ΑΣΟΕΕ, πνευματικό παιδί του στοχαστή Σταύρου Κωνσταντακόπουλου, υπήρξε γραμματέας της Νεολαίας ΣΥΝ, ενώ εργάστηκε για λίγο στην ιδιωτική εκπαίδευση.
Κώστας Μπακογιάννης
Με δύναμη από την Ευρυτανία και το βάρος του… «τζακιού»
Η υποψηφιότητά του ήταν γνωστή προτού καν ανακοινωθεί επισήμως, αφού η επιθυμία του να μετακομίσει από τη Λαμία στο Μέγαρο της Κοτζιά ήταν κοινό μυστικό. Από αυτήν την άποψη ο Κώστας Μπακογιάννης ξεκίνησε την προεκλογική του εκστρατεία – στην οποία εφαρμόζει την τακτική που οι Αμερικανοί αποκαλούν door to door – με ένα πλεονέκτημα: Οι ψηφοφόροι της πρωτεύουσας γνώριζαν από νωρίς ότι θέλει να γίνει δήμαρχος Αθηναίων. Αρα, είχαν χρόνο να σκεφτούν αν είναι μια επιλογή που θα τους κάνει να φύγουν ικανοποιημένοι από το παραβάν ή όχι.
Αυτό μαζί με την αναγνωρισιμότητά του τού έδωσαν τη δυνατότητα να μπει στην κούρσα ως φαβορί. Μόνο που στο επιτελείο του αντιλαμβάνονται πολύ καλά πως κάτι τέτοιο δεν συγκαταλέγεται απαραίτητα στα πλεονεκτήματα της υποψηφιότητάς του. Επειδή τα φαβορί δεν χάνουν σπάνια από τα αουτσάιντερ. Εξού, ίσως, κι ο ίδιος επιλέγει να συμπεριφερθεί ως κάποιος που δεν θεωρεί δεδομένη την εκλογή του και επαναλαμβάνει σχεδόν μονότονα, ότι δεν κληρονόμησε μια έδρα, αλλά επέλεξε να θέσει εαυτόν στην κρίση του εκλογικού σώματος – του Καρπενησίου πρώτα, της Στερεάς Ελλάδας έπειτα.
Η «κληρονομιά». Για κάποιους, εντός κι εκτός κεντροδεξιάς παράταξης, ένα ακόμη μειονέκτημα είναι πως κουβαλά το βάρος τού ανήκειν σε μια πολιτική δυναστεία. Το επιχείρημά τους είναι πως ύστερα από δέκα χρόνια κρίσης, όχι μόνο οικονομικής αλλά και του πολιτικού συστήματος, έχει επέλθει η απομάγευση των πολιτικών τζακιών.
Παρ’ όλα αυτά, μέχρι και από τις αντίπαλες παρατάξεις τού αναγνωρίζουν ότι έχει να επιδείξει έργο από τις θέσεις που ανέλαβε ώς τώρα. Μάλιστα, ορισμένοι παραδέχονται ότι κατόρθωσε να εξασφαλίσει σημαντικούς ευρωπαϊκούς πόρους για την περιφέρειά του.
Νίκος Σοφιανός
Μονομάχος στο τερέν μιας ευρύτερης πολιτικής πάλης
Μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, υποψήφιος και τον Μάιο του 2014 με τη Λαϊκή Συσπείρωση (έλαβε τότε 7,41%), παράταξη που στηρίζεται από τον Περισσό, ο Νίκος Σοφιανός είναι στέλεχος με μακρά κομματική πείρα. Γραμματέας της ΚΝΕ στην πολύ δύσκολη φάση της ανασυγκρότησης και διαδεχόμενος τον Τάκη Θεοδωρικάκο, έχει ζυμωθεί σε συνθήκες άμυνας για το κόμμα του και σε εποχές άγονες για την αριστερή κουλτούρα, όπως η ευμαρής δεκαετία του ’90. Με ξεχωριστή πείρα στη λεγόμενη «κομματική οικοδόμηση», του πιστώνεται το γιγάντωμα της ΚΝΕ μέσα από αλυσίδα αγώνων (αγροτικό ’97, μαθητικό ’98, αντιπολεμικό ’99) ενώ υπήρξε ένα από εκείνα τα στελέχη που υπήρξαν προσηλωμένα στη μαρξιστική – λενινιστική γραμμή του κόμματος και μακριά από λογικές συμμαχιών ή ανοιγμάτων σε άλλους χώρους.
Ενα από τα προτερήματα της υποψηφιότητάς του είναι αναμφισβήτητα η «σαφής» πολιτική γραμμή που εκπέμπει σε μια συγκυρία όπου οι πολλαπλές εκλογικές μάχες θα θολώνουν τα κομματικά αφηγήματα.
Ζητούμενο για τον Περισσό σε αυτή τη φάση είναι εξάλλου, σύμφωνα με πληροφορίες, η συγκράτηση και ενίσχυση των δυνάμεών του και η πολύπλευρη πολεμική στις άλλες πολιτικές δυνάμεις – με αιχμή την αντικυβερνητική πάλη.
ΙΔΑΝΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΜΜΑ. Το ΚΚΕ βλέπει και την Τοπική Αυτοδιοίκηση ως τερέν μιας ευρύτερης πολιτικής πάλης και σε αυτό το στοίχημα ο Σοφιανός είναι μια ιδανική επιλογή.
Από την άλλη βέβαια, μια τόσο στενά κομματική υποψηφιότητα, σύμφωνα με μια ανάγνωση, δεν δίνει χώρο σε ευρύτερες συμμαχίες και αναφορές στον δήμο, κάτι που σηματοδοτούσε για χρόνια η εμβληματική περίπτωση του δικηγόρου αθηναίου κομμουνιστή Λέοντα Αυδή – που κατόρθωνε εν ολίγοις να συσπειρώνει και μη κομματικές δυνάμεις.