Οταν πρωτοείδα φωτογραφία του Αμος Οζ, πριν ακόμη διαβάσω κάποιο βιβλίο του, μου έκαναν εντύπωση τα μάτια του. Τόσο έντονο το γαλάζιο τους, που έμοιαζε περισσότερο σαν μήνυμα, σαν διάθεση ψυχής, παρά σαν χρώμα. Ετσι όπως είχε απαντήσει η Εντίτ Πιαφ όταν κάποτε τη ρώτησαν πώς καταλαβαίνει ότι της έχει τελειώσει ο έρωτας για έναν άνδρα: «Οταν τα μάτια του δεν είναι πια γαλάζια». Και αυτό που μου έκανε εντύπωση με τον ισραηλινό συγγραφέα είναι ότι, όσο μεγάλωνε, τα μάτια του δεν σκούραιναν όπως κατά κανόνα συμβαίνει. Το αντίθετο, θα έλεγα. Αλλωστε, πάντα αναρωτιόμουν αν οι άνθρωποι με τα πολύ ανοιχτόχρωμα μάτια βλέπουν τον κόσμο αλλιώς. Το ότι ο Αμος Οζ, ανεξαρτήτως του χρώματος των ματιών του, έβλεπε τον κόσμο αλλιώς το κατάλαβα όταν άρχισα να τον διαβάζω. Αυτή η ασυνείδητη αίσθηση όμως έγινε προφανής καθώς, πριν από χρόνια, παρακολουθούσα μια συνέντευξή του στην τηλεόραση. Αδυνατώ να θυμηθώ αν ήταν στον Ανταίο Χρυσοστομίδη ή τον Παύλο Τσίμα ούτε την ερώτηση στην οποία δόθηκε η απάντηση που μου είχε κάνει τόσο μεγάλη εντύπωση. Ελεγε λοιπόν ότι μια μέρα μπήκε σε μια καφετέρια στο Τελ Αβίβ που ήταν φίσκα στον κόσμο και, ξαφνικά, τον έπιασε ένα είδος πανικού και μόνο στην ιδέα ότι μπορεί όλοι οι άνθρωποι εκεί μέσα να είχαν διαβάσει το βιβλίο του. Αυτή η μαζικότητα τον ενοχλούσε όχι μόνο αισθητικά (θυμάμαι πώς περιέγραφε κάποιες φυσιογνωμίες) αλλά και συνειδησιακά αφού, αν άρεσαν σε όλους τα γραπτά του, κάποιο λάθος είχε κάνει ο ίδιος.
Κυρίως, όμως, με εντυπωσίαζαν πάντα οι απόψεις του για το Παλαιστινιακό. Στον αντίποδα του λαϊκισμού, μπορούσε να διακρίνει το δίκιο και των δύο πλευρών. Αναγνωρίζοντας πως ούτε οι Ισραηλινοί αλλά ούτε και οι Παλαιστίνιοι έχουν άλλη πατρίδα εκτός από αυτό το κομμάτι γης. Δεν πρόκειται για σύγκλιση ούτε για αφελή πασιφισμό. Αλλά για την ξεκάθαρη, «γαλάζια» ματιά του Αμος Οζ.