Δεν είναι η διαφωνία, είναι ο τρόπος που εκδηλώνεται η διαφωνία. Είναι η λυσσαλέα αντίδραση του αριστεροδεξιού λαϊκισμού απέναντι σε ό,τι λέει ο Κώστας Σημίτης. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στον αριστεροδεξιό Τύπο του είδους για να το διαπιστώσει – εκεί όπου ο Σημίτης περιγράφεται ως προφήτης κακών στην καλύτερη περίπτωση και όνειδος ή μοχθηρός Σκρουτζ στη χειρότερη. Αλλά αξίζει να σταθεί στην ανάρτηση με την οποία η Ράνια Σβίγγου δεν εγκαλεί μόνο τον πρώην πρωθυπουργό για καταστροφολογία και αυτοθαυμασμό. Του συστήνει επίσης να «ασχοληθεί καλύτερα με την πολιτική του αυτοβιογραφία μήπως τελικά καταφέρει να εξηγήσει τα ανεξήγητα».

Δεν χρειάζεται να συγκρίνει κανείς τα πολιτικά μεγέθη, την πολιτική προσφορά του ενός με την πολιτική ανυπαρξία του άλλου. Γιατί η Σβίγγου δεν εκφράζει τον εαυτό της, δεν κουνάει μόνο το δικό της δάχτυλο. Εκφράζει ό,τι και ο αριστεροδεξιός Τύπος του είδους: ένα σύστημα που δεν αντιπαρατίθεται πολιτικά με τον Σημίτη, αλλά του επιτίθεται για να τον εξοντώσει ηθικά. Ο Σημίτης δεν προειδοποιεί, «καταστροφολογεί και ενοχλείται». Δεν ανησυχεί, αυτοθαυμάζεται. Δεν έχει λόγο, είναι υποχρεωμένος να σιωπά. Δεν κρίνεται για τα δικά του έργα και ημέρες, του χρεώνεται με ένα ιστορικό άλμα και ένα άλμα λογικής ο Αρμαγεδδώνας, η κατάρρευση που ήρθε έξι χρόνια μετά την πρωθυπουργία του.

Θα ήταν λάθος να σταθεί κανείς στην αμετροέπεια της Σβίγγου που δεν αναγνωρίζει σοφία, εμπειρία και γνώση, θα ήταν άσκοπο να ασχοληθεί με μια αλαζονεία που δεν είναι καν της νεότητας αλλά της άγνοιας και μόνο. Αν υπενθυμίζουν κάτι η Σβίγγου και ο αριστεροδεξιός Τύπος του είδους είναι πως ο λαϊκισμός ήταν πάντα ανεπίδεκτος στα ξένα ερεθίσματα, πως του ήταν πάντα αδύνατο να σκεφτεί πέρα από τα ανορθολογικά του αφηγήματα και πως ενοχλείται σφόδρα όταν αυτά τα αφηγήματα αμφισβητούνται από κάποιον που δεν είναι προφήτης κακών ή μοχθηρός Σκρουτζ αλλά δικαιωμένος από τον χρόνο. Ο Σημίτης είχε δει το 2008 το ΔΝΤ να έρχεται. Το ΔΝΤ ήρθε. Και τώρα, ο αριστεροδεξιός λαϊκισμός βλέπει σε αυτόν έναν Αγγελο Εξάγγελο: αφού δεν έχει νέα ευχάριστα να πει, καλύτερα να μην τους πει κανένα.