Αν η πρώτη μέρα του νέου χρόνου μπορεί να θεωρηθεί ενδεικτική των υπόλοιπων 364 που θα ακολουθήσουν, τότε για τον Μισέλ Ουελμπέκ το 2019 αναμένεται να είναι μια συναρπαστική χρονιά. Ο σημαντικός γάλλος συγγραφέας τιμήθηκε ανήμερα την Πρωτοχρονιά μαζί με άλλες 401 προσωπικότητες με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής. Η ανώτατη αυτή πολιτική διάκριση που απονέμει ο γάλλος πρόεδρος ήρθε ως έπαινος για το πλούσιο έργο του αμφιλεγόμενου δημιουργού. Τα κολακευτικά σχόλια για το πρόσωπό του, ωστόσο, μάλλον θα περιοριστούν τις ερχόμενες ημέρες, όταν θα κυκλοφορήσει το νέο του βιβλίο με τίτλο «Seratonin» («Σεροτονίνη»), που αναμένεται να ταράξει τα νερά της γαλλικής κοινής γνώμης.

Το βιβλίο κυκλοφορεί αύριο στη Γαλλία και τις ερχόμενες ημέρες στη Βόρεια Ευρώπη και ήδη εκδοτικοί κύκλοι του Παρισιού το χρίζουν ως το best seller της χρονιάς. Με την υποσημείωση βέβαια ότι είναι εξαιρετικά πιθανό να εξαγριώσει εκείνους που εδώ και χρόνια τον χαρακτηρίζουν αδιόρθωτο ευρωσκεπτικιστή και «συμπαθούντα» των ιδεών της εθνικιστικής Δεξιάς. Η αιτία των αντιδράσεων που αναμένεται να φέρει το λανσάρισμα του βιβλίου κρύβεται στο περιεχόμενό του. Πολλούς μήνες πριν από τα γεγονότα με τα Κίτρινα Γιλέκα στη Γαλλία, ο Ουελμπέκ φαίνεται να είχε προβλέψει την παρουσία του κινήματος στην πολιτική σκηνή της χώρας μέσα από τις σελίδες του έργου του.

Ο ίδιος τοποθετεί όλη τη δράση της «Σεροτονίνης» στη γαλλική ύπαιθρο, όπου επικρατεί η οργή. Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο 46χρονος Φλοράν Κλοντ Λαμπρούστ, επιστρέφει από την Ιαπωνία στην πατρίδα του, τη Νορμανδία, κι αντικρίζει τους ντόπιους αγρότες να αυτοκτονούν επειδή δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα με τις ποσοστώσεις στις πωλήσεις των προϊόντων τους, που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Μέσα στην απελπισία της επιβίωσης, βγαίνουν στους δρόμους και σταματούν την κυκλοφορία προς το Παρίσι φορώντας κίτρινα γιλέκα, ενώ συγκρούονται και με την αστυνομία, καταλήγοντας να πυροβολούνται. Τελικά, δέκα διαδηλωτές κι ένας αστυνομικός χάνουν τη ζωή τους.

Η τραγική ειρωνεία έγκειται στο γεγονός ότι στα μέχρι στιγμής γεγονότα όντως δέκα άνθρωποι έχουν σκοτωθεί στα οδοφράγματα – εξαιτίας βέβαια τροχαίων δυστυχημάτων. Ακόμα κι έτσι, ωστόσο, όπως τονίζει η εφημερίδα «Liberation», ο συγγραφέας «ανέμενε, αν δεν είχε προβλέψει, τα γεγονότα». Η διορατικότητά του μπορεί να θεωρηθεί βέβαιη αφού, όπως επισημαίνουν γαλλικοί εκδοτικοί οίκοι, ο ίδιος είχε παραδώσει το χειρόγραφό του στον εκδότη από τον περασμένο Σεπτέμβριο και έκτοτε δεν προχώρησε σε διορθώσεις των σελίδων του. Ισως γιατί είχε διακρίνει την κοινωνική αναταραχή εν τη γενέσει της και την τοποθέτησε ως μυθοπλαστικό στοιχείο. Και μπορεί να καταφέρει να γίνει «μια ηχώ των Κίτρινων Γιλέκων», όπως επισημαίνει η «Figaro».

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ. Η ζοφερή αντίληψη του συγγραφέα για την Ευρώπη είναι διάχυτη. Ξεκινάει από τον τίτλο του μυθιστορήματος, μια έμμεση αναφορά στη «χαρούμενη ορμόνη». Η σεροτονίνη εδώ αναφέρεται στο κύριο συστατικό ενός αντικαταθλιπτικού φαρμάκου που παίρνει ο πρωταγωνιστής. Αλλά και στην ορμόνη από την έλλειψη της οποίας μαστίζεται ένα μεγάλο μέρος του δυτικού κόσμου, αντιμετωπίζοντας προβλήματα στη ρύθμιση της διάθεσης, των αισθημάτων, της μνήμης, της όρεξης, του ύπνου κ.λπ. Το μαύρο σύννεφο πίσω από τις λέξεις του Ουελμπέκ γιγαντώνεται, τροφοδοτούμενο από τις σκέψεις του κεντρικού ήρωα. Ο δημιουργός γράφει πως «κανείς στη Δύση δεν είναι ποτέ χαρούμενος πάλι» ή «αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ένας πολιτισμός πεθαίνει, χωρίς κίνδυνο ή δράμα, αλλά με ελάχιστες σφαγές». Και μολονότι ο ίδιος βάζει τα λόγια στο στόμα του πρωταγωνιστή του, είναι σαν να γίνεται αυτός προσωποποίηση των πεποιθήσεών του. Αλλωστε, εντός κι εκτός γαλλικών συνόρων, ο Ουελμπέκ είναι γνωστός για τα καυστικά του σχόλια περί θρησκείας, πολιτικής και κοινωνίας.

Σε πρόσφατο άρθρο του στο «Harper’s Magazine» επαινούσε τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ ως τον «καλύτερο που γνωρίζει» για τον οικονομικό προστατευτισμό που πρεσβεύει, την απέχθειά του προς την Ευρωπαϊκή Ενωση και την προθυμία του να διαπραγματευτεί με σκληρούς ξένους ηγέτες, όπως ο Κιμ Γιονγκ Ουν και ο Βλαντίμιρ Πούτιν. Το 2015, όταν κυκλοφόρησε το προηγούμενο βιβλίο του «Η υποταγή», την ημέρα της τρομοκρατικής επίθεσης στα γραφεία του περιοδικού «Charlie Hebdo», προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις αφού προέβλεπε την ισλαμοποίηση της Γαλλίας. Η Μαρίν Λεπέν είδε τότε το συγκεκριμένο έργο σαν βούτυρο στο ψωμί του μισαλλόδοξου λόγου της και το χρησιμοποίησε πολλάκις, κάνοντας τις λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις της χώρας να χαρακτηρίσουν τον Ουελμπέκ φερέφωνό της.

Ακόμα κι έτσι, όμως, με τα αντιφατικά του μηνύματα, οι επικριτές του αναγνωρίζουν πως το νέο του μυθιστόρημα είναι το καλύτερό του. Η «Monde» επισημαίνει πως «το τρομερό παιδί βρίσκει τελικά την επιστροφή του στη λογοτεχνία», ενώ σχολιάζοντας το περιεχόμενό του υπογραμμίζει πως στο βιβλίο «συνυπάρχουν το ρεαλιστικό μυθιστόρημα, η αυτοβιογραφική πεζογραφία, πολική, πολωτική, κοινωνικά αναφορική… αλλά με έναν σαρδόνιο τόνο που επιστρέφει κάθε στυλ στην παρωδία του».