Στο τελευταίο επεισόδιο του «Radio Hour», του podcast του «New Yorker», ο διευθυντής του αμερικανικού περιοδικού Ντέιβιντ Ρέμνικ συνομιλεί με τον Μπλέικ Μπέιλι, τον επίσημο βιογράφο του Φίλιπ Ροθ. Πρόκειται για τον άνθρωπο που άρχισε να παίρνει συνεντεύξεις από τον γίγαντα της αμερικανικής λογοτεχνίας το 2012 και ήταν δίπλα του μέχρι τον θάνατό του, τον περασμένο Μάιο. Σε αυτόν οφείλουμε, μεταξύ άλλων, την πληροφορία ότι στις τελευταίες του στιγμές ο Ροθ είχε παρέα έξι – επτά παλιές του ερωμένες.
Συναρπαστική συζήτηση για έναν συναρπαστικό συγγραφέα. Στο τέλος ο Ρέμνικ ρωτά τον Μπέιλι πότε θα εκδοθεί η βιογραφία. «Δεν ξέρω» απαντά εκείνος. «Πάντως όχι πριν από το 2021».
Για έναν δημοσιογράφο, οι χρόνοι αυτοί είναι ασύλληπτοι. Και προκαλούν ομολογουμένως ένα δέος. Εμείς δουλεύουμε για το αυριανό φύλλο, άντε και για το σαββατιάτικο. Κι ο άλλος ξεκινάει ένα project με την προοπτική να το τελειώσει ύστερα από μία δεκαετία.
Ανάλογα αισθήματα θαυμασμού προκαλεί η ανακοίνωση των εκδόσεων της Εστίας ότι ολοκληρώθηκε ύστερα από μισό αιώνα η μετάφραση του εμβληματικού επτάτομου έργου του Μαρσέλ Προυστ «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο». Ο άθλος αυτός ξεκίνησε το 1969 από τον Παύλο Ζάννα, πολιτικό κρατούμενο της χούντας στις φυλακές της Αίγινας. Διακόπηκε στα μέσα του πέμπτου τόμου με τον ξαφνικό θάνατο του μεγάλου λογοτέχνη, το 1989, για να πάρει τη σκυτάλη ο αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας Παναγιώτης Πούλος.
Σε συνέντευξή του το 2014 στο «Βήμα» και τον Γρηγόρη Μπέκο, ο Πούλος έλεγε ότι έπεσε πάνω στο έργο του Προυστ ενώ σπούδαζε Φιλοσοφία και Λογική στη Γαλλία. Και φυσικά το καταβρόχθισε. Είχε βρει πλέον τον βασικό συνομιλητή της ζωής του. «Πάνω από όλες τις ερμηνείες, ο Προυστ μάς προτρέπει να χτίσουμε τη ζωή μας με εργαλείο την τέχνη» σημείωνε. «Οποια ενότητα και αν διαβάσει κανείς, έστω και τμηματικά, θα παρασυρθεί από τον “Νείλο της γλώσσας”, όπως έγραψε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν».
Εκείνη τη χρονιά είχε μόλις εκδοθεί η μετάφραση του έκτου τόμου («Η Αλμπερτίν αγνοούμενη»), για την οποία ο Πούλος τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης. Θα χρειαζόταν άλλα τέσσερα χρόνια για την ολοκλήρωση του έργου («Ο ανακτημένος χρόνος»), που περιέλαβε ακόμη αναθεώρηση των πρώτων τόμων με βάση τις νεότερες εκδόσεις του έργου του Προυστ και πορίσματα πρόσφατων ερευνών, καθώς και υπομνηματισμό του συνολικού έργου με πλήθος σημειώσεων.
Με ένα βιβλίο του Χρόνου είμαστε εν τέλει όλοι αντιμέτωποι, βιογράφοι, μεταφραστές, επιμελητές, δημοσιογράφοι. Κι αυτό το βιβλίο, είχε πει κάποτε σε μια ημερίδα ο Παναγιώτης Πούλος, «μας θέτει το ζήτημα της προσέγγισης του Ολου, μας προτρέπει δηλαδή να σταθμίζουμε και να διακρίνουμε με τόλμη, μέσα από την εκδίπλωση της εν λόγω εμπειρίας, τι διακυβεύεται κάθε φορά, καθώς και με ποιον τρόπο τούτο διακυβεύεται».