Στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα των γηπέδων ο γενικός κανόνας υπαγορεύει πως ο αδύναμος είναι συνήθως αυτός που πέφτει θύμα των διαιτητικών λαθών.
Μέσα σ’ αυτόν τον γενικό εγκιβωτισμό συνελήφθη η ιδέα του VAR, το ηλεκτρονικό βοήθημα των διαιτητών που θα μείωνε στο ελάχιστο τις λανθασμένες αποφάσεις και θα απέδιδε δικαιοσύνη.
Τη γέννηση του VAR οι αδύναμοι του ποδοσφαιρικού κόσμου την υποδέχτηκαν ως χαρμόσυνη είδηση, ως την άφιξη του λυτρωτή τους. Πίστευαν και εξακολουθούν να πιστεύουν πως αξίζουν πολύ περισσότερα αλλά το κατεστημένο δεν τους επιτρέπει να τα διεκδικήσουν.
Ο βιντεοδιαιτητής έκανε τα πρώτα του δειλά βήματα και κατάφερε να καθιερωθεί ως ένα χρήσιμο εργαλείο.
Τα λάθη πράγματι μειώθηκαν, αλλά οι συσχετισμοί δεν άλλαξαν. Το Μουντιάλ το κατέκτησε η ισχυρή Γαλλία, στην Ιταλία εξακολουθεί να κάνει περίπατο η Γιουβέντους και η Μπαρτσελόνα παραμένει πρώτη στην Ισπανία.
Τα εντυπωσιακό της ιστορίας είναι πως το VAR κατέρριψε τον μύθο του «αδύναμου αδικημένου».
Μια φυσιολογική εξέλιξη. Η παρέμβαση του βιντεοδιαιτητή ευνοεί την ομάδα που επιτίθεται περισσότερο, που δεν περιορίζεται σε παθητικό ρόλο, που έχει τις περισσότερες τελικές προσπάθειες για γκολ και το μεγαλύτερο ποσοστό κατοχής μπάλας στην αντίπαλη περιοχή. Η ερμηνεία της στατιστικής είναι απλή.
Οταν ένας αμυνόμενος σφυροκοπείται η πιθανότητα αμφισβητούμενων φάσεων στην περιοχή του αυξάνεται κατακόρυφα. Θυμηθείτε τι συνέβη στο παιχνίδι της Ξάνθης με τον Ολυμπιακό.
Υπάρχει επίσης μια ακόμα παράμετρος που δεν της αποδίδεται η απαιτούμενη προσοχή. Η υποκειμενικότητα στις αποφάσεις του ρέφερι εξακολουθεί να υφίσταται παρά τη χρήση του VAR. Το είπε ο προπονητής της Γιουβέντους Μάσιμο Αλέγκρι. Θα το ακούμε όλο και πιο συχνά, όσο θα αυξάνεται η χρήση της τεχνολογίας στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα.
Ισως τελικά το μεγαλύτερο όφελος από τη χρήση του VAR να είναι η κατακρήμνιση των μύθων του ποδοσφαίρου.