Το νέο σύστημα μόνιμων διορισμών εκπαιδευτικών στην εκπαίδευση αποτέλεσε έναν δυσεπίλυτο γρίφο για την ηγεσία του υπουργείου Παιδείας ενόψει μάλιστα και της νέας χρονιάς, για την οποία έχουν προσδιοριστεί οι πρώτοι διορισμοί 4.500 εκπαιδευτικών στην ειδική αγωγή. Ο Κώστας Γαβρόγλου ήξερε ότι ένα σωστό σύστημα επιλογής των εκπαιδευτικών σε μια γενικότερη προσπάθεια να αναβαθμιστεί ο ρόλος του Λυκείου ενόψει και του νέου του εξεταστικού συστήματος θα απαιτούσε να επιλεγούν οι δάσκαλοι και οι καθηγητές με κριτήριο τα προσόντα τους και την επιστημονική τους παρουσία. Ας μην ξεχνάμε εδώ ότι στο επιτυχημένο εκπαιδευτικό σύστημα της Φινλανδίας, στο οποίο αναφερόμαστε και για το οποίο γράφουμε σε κάθε ευκαιρία, οι εκπαιδευτικοί (που χαίρουν της γενικής εκτίμησης της κοινωνίας) δεν προσλαμβάνονται εάν δεν έχουν μεταπτυχιακούς τίτλους σχετικούς με την ειδικότητά τους.
Ωστόσο, το θέμα ξεσηκώνει τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες της χώρας που δεν δέχονται μοριοδότηση ακαδημαϊκών κριτηρίων, αλλά θεωρούν πως το πτυχίο τους αρκεί για την εργασία τους στα σχολεία της χώρας.
Οπως είναι γνωστό, οι 4.500 μόνιμοι διορισμοί θα ξεκινήσουν από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο και οι αιτήσεις γι’ αυτούς θα γίνουν μέσα στον Ιανουάριο, καθώς ο χρόνος πιέζει ασφυκτικά. Από την πλευρά του ΑΣΕΠ έχει ξεκαθαριστεί ότι η διαδικασία επιλογής των εκπαιδευτικών θα διαρκέσει 7-10 μήνες, οπότε εάν η κυβέρνηση θέλει να έχει εγκαίρως όλους τους «αριθμούς» που συνδέονται με το θέμα πριν από το καλοκαίρι, θα πρέπει να βιαστεί.
Συνολικά έχει ανακοινωθεί η πρόσληψη 4.500 εκπαιδευτικών στην ειδική αγωγή το 2019-20 (δηλαδή την επόμενη σχολική χρονιά), ακόμη 5.250 εκπαιδευτικών το 2020-21 και τέλος 5.250 το 2021-22.
Το σύστημα που ανακοινώθηκε τελικά από το υπουργείο Παιδείας έπειτα από μήνες αναμονής για την εκπαιδευτική κοινότητα της χώρας στηρίζεται κατά 50% στην προϋπηρεσία των εκπαιδευτικών και κατά 50% στα ακαδημαϊκά τους προσόντα. Η προϋπηρεσία βέβαια τελικά έχει ένα προβάδισμα καθώς είναι πολύ περισσότεροι εκείνοι που έχουν πολλούς μήνες στην εκπαίδευση από εκείνους που έχουν όλους τους υψηλούς ακαδημαϊκούς τίτλους που απαιτούνται για να είναι επιλέξιμοι.
Συγκεκριμένα, έως 120 μόρια παίρνουν οι εκπαιδευτικοί με προϋπηρεσία (μία μονάδα ανά μήνα πραγματικής εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας και μέχρι τους 120 μήνες 120 μονάδες) και μέχρι 120 το ανώτερο αν έχουν όλους τους τίτλους που απαιτείται κατ’ ανώτατο όριο (με διδακτορικό δίπλωμα σαράντα μονάδες και τον μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους είκοσι μονάδες). Ο δεύτερος μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους θα δίνει επτά μονάδες στον κάτοχό του και το δεύτερο πτυχίο δεκαέξι μονάδες. Ο βαθμός του πτυχίου δίνει έως είκοσι μία μονάδες και συγκεκριμένα: για πτυχία με χαρακτηρισμό «Καλώς» επτά μονάδες, με «Λίαν Καλώς» δεκατέσσερις μονάδες και με «Αριστα» είκοσι μία μονάδες.
Στο νέο σύστημα προβλέπονται και κοινωνικά κριτήρια, που παραμένουν όμως ακόμη ασαφή, αλλά αναμένεται τελικά να διευκρινιστούν το επόμενο χρονικό διάστημα και όσο προχωράει η διαδικασία για την ψήφιση από τη Βουλή του νέου συστήματος. Ετσι αναφέρεται γενικά το κριτήριο των τέκνων (χωρίς να προσδιορίζεται αν πολύτεκνοι ή σε κοινωνική κατηγορία θεωρούνται όσοι έχουν τρία ή τέσσερα παιδιά και άνω) και της μόνιμης αναπηρίας 67% και άνω του υποψηφίου ή του/της συζύγου ή του τέκνου. Τα μόρια στις κατηγορίες αυτές αναμένεται να προκύψουν από τη διαβούλευση που θα γίνει για το νέο σύστημα προσλήψεων.