Οι εξετάσεις για την εισαγωγή φοιτητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί ένα διαχρονικό θέμα έντονης συζήτησης με ετήσια περίοδο. Αποφεύγοντας χιλιοειπωμένα επιχειρήματα και δυσαρέσκειες θέλω να αναφερθώ σε αυτή την ατέρμονα συζήτηση που ανοίγει κάθε έτος με τη διεξαγωγή των πανελλαδικών εξετάσεων και κλείνει με την ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής, χωρίς ποτέ να καταλήγει σε ουσιαστικά συμπεράσματα. Τα συμπεράσματα και τα επιχειρήματα που διατυπώνονται είναι καθαρά υποκειμενικά και συχνά μεταβαλλόμενα από έτος σε έτος.
Είναι προφανές ότι, με εξαίρεση το αδιάβλητο της διαδικασίας, υπάρχουν ουσιαστικές αδυναμίες του εξεταστικού συστήματος που έχουν άμεση αντανάκλαση στην εκπαιδευτική πρακτική. Επιτρέψτε μου όμως, αντί να εμπλακώ στην περιγραφή αυτών των αδυναμιών, να εντοπίσω μερικά σημεία που θα μπορούσαν να τις διορθώσουν σε σημαντικό βαθμό. Και επειδή κανένας μας δεν κρατάει το μαγικό ραβδί θα περιοριστώ στην εμπειρία που αντλούμε από τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη σε ό,τι αφορά την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Για λόγους ευκρίνειας και συντομίας απαριθμώ τα κυριότερα σημεία.
Η εξεταστέα ύλη θα πρέπει να αυξηθεί σημαντικά και συγχρόνως η απαιτητικότητα των θεμάτων θα πρέπει να μειωθεί θεαματικά. Με αυτόν τον τρόπο θα παραμείνει κάποια γνώση στους μαθητές, σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει σήμερα όπου η περιορισμένη εξεταστέα ύλη οδηγεί νομοτελειακά σε πολύ απαιτητικά θέματα, τα οποία, ακόμα και οι μαθητές που τα γράφουν, δεν φαίνεται να τα κατανοούν σε βάθος.
Ο μόνος τρόπος για να καταπολεμηθεί η αποστήθιση είναι ο καθορισμός της ύλης με επιστημονικές περιοχές, και όχι με περιοχές του σχολικού βιβλίου, δηλαδή από την τάδε λέξη της σελίδας 23, ώς την τάδε λέξη της σελίδας 137, με εξαίρεση τις σελίδες 29, 47 και 111. Αυτή η περιγραφή οδηγεί τον μαθητή υποχρεωτικά στην αποστήθιση.
Είναι μεγάλο μειονέκτημα, για την ανάπτυξη της λογικής των μαθητών μας, η πλήρης υποβάθμιση του μαθήματος της Γεωμετρίας. Μέσω της Γεωμετρίας κατανοεί άμεσα ο μαθητής τη διαδικασία της αποδοχής ορισμένων αρχών (εν προκειμένω των αξιωμάτων) και στη συνέχεια την ανάπτυξη μιας θεωρίας με τη χρήση αποκλειστικά και μόνο της Λογικής. Και αυτό δεν αφορά μόνο τη Γεωμετρία και τα Μαθηματικά αλλά αφορά ολόκληρη τη δομή και λειτουργία του εγκεφάλου μας σε σχέση με τη δομημένη σκέψη. Ας θυμηθούμε ότι κατά τις δύο με τρεις δεκαετίες μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι έλληνες μαθητές ήταν από τους καλύτερους στον κόσμο στην Ευκλείδεια Γεωμετρία, ενώ σήμερα αμφιβάλλω για το αν οι απόφοιτοι του Λυκείου γνωρίζουν πότε δύο τρίγωνα είναι ίσα. Δεν υπάρχει κανένα ευρωπαϊκό κράτος, πλην της Ελλάδας, που δεν εξετάζει την Ευκλείδεια Γεωμετρία κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Εμείς πρωτοτυπούμε και σε αυτό.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τη Φυσική, όπου παρά την ανάπτυξη της ηλεκτρονικής πληροφορίας στην εποχή μας, οι μαθητές της Γ’ Λυκείου δεν διδάσκονται, και συνεπώς και δεν εξετάζονται στον Ηλεκτρομαγνητισμό.
Σε ό,τι αφορά τις θετικές επιστήμες κυκλοφορούν στα ευρωπαϊκά κράτη εξαιρετικά βιβλία, τόσο σε περιεχόμενο και εμφάνιση, όσο και σε διδακτικότητα, αλλά κυρίως απαλλαγμένα εντελώς από λάθη. Βιβλία που κυριολεκτικά σε προκαλούν να τα διαβάσεις. Θεωρώ ότι θα ήταν μεγάλη προσφορά στους μαθητές μας αν καταφέρναμε να μεταφράσουμε μερικά από αυτά τα βιβλία.
Είναι προφανές ότι αν υιοθετήσουμε τα πέντε αυτά σημεία θα επιτύχουμε μια δραστική αναβάθμιση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας. Ποιος θέλει την παιδεία μας σήμερα πακτωμένη στη μέγγενη της παπαγαλίας, ποιος θέλει την παιδεία μας οριοθετημένη ανάμεσα σε 20 κείμενα αρχαίων ελληνικών των 12-15 γραμμών, σε 76 σελίδες Ιστορίας, σε 20 χημικές αντιδράσεις και σε 40 απαιτητικές μαθηματικές ασκήσεις;
Ο Γιώργος Δάσιος είναι πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων, ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών