Οπως είναι φυσικό, ο ερχομός του νέου έτους έφερε και νέες ελπίδες. Πάντοτε συμβαίνει. Η ανάγκη για αισιοδοξία και η αναζήτηση για την αναπτέρωσή της είναι έμφυτες, ενώ γίνονται ακόμα ισχυρότερες σε περιόδους που τα πράγματα δεν πάνε καλά. Και εδώ και πολύ καιρό δεν πάνε. Η ανάγκη αυτή λειτουργεί περίπου υπνωτιστικά. Τέτοιες μέρες σκεπτόμαστε συχνά σαν ένα ετήσιο ορόσημο να μπορούσε να ασκήσει μαγική επίδραση στην πραγματικότητα. Σαν να ήταν σε θέση να τη γυρίσει μαζί με το γύρισμα ενός χρόνου. Εκείνο που, εξίσου φυσικά, δεν σκεπτόμαστε, είναι ότι αντί της ευχής για το καλύτερο, υπάρχει μία πολύ πιο αληθινή και ουσιώδης ευχή για ημέρες σαν αυτές της νέας χρονιάς που ξεκινά: να μην πάνε τα πράγματα χειρότερα. Αυτή είναι στην πραγματικότητα η μόνη ευχή που μπορεί να εκφράσει κανείς σήμερα.
Εξίσου έμφυτα, το «χειρότερα» δεν θέλουμε να το σκεπτόμαστε, ειδικά τέτοιες ημέρες. Ομως, έτσι, το μόνο που πετυχαίνουμε, είναι να μένουμε απροετοίμαστοι και να το φέρνουμε εγγύτερα. Απαιτείται όμως να συνειδητοποιήσει κανείς τις δυσκολίες και τις προκλήσεις, τις αδυναμίες και τις αληθινές προοπτικές, τη ροή του εσωτερικού και του διεθνούς περιβάλλοντος και τις τάσεις τους. Απαιτείται να έχει επίγνωση των πραγματικών μεγεθών και των αληθινών συνθηκών. Και, ειδικά στη σημερινή Ελλάδα, όταν κάποιος συνειδητοποιήσει όλα τα παραπάνω, αντιλαμβάνεται αμέσως τη σημασία του «και μη χειρότερα» – δεν είναι άλλωστε χωρίς λόγο που αυτή ακριβώς η ευχή έρχεται από τα βάθη της ιστορίας και παραμένει μέχρι σήμερα ενεργή.
«Και μη χειρότερα» για τη σημερινή Ελλάδα σημαίνει πρώτα απ’ όλα να καταφέρουμε να διατηρήσουμε την ίδια μας την ύπαρξη όπως την ξέρουμε χωρίς εξωτερικές συγκρούσεις μα, κυρίως, χωρίς συρρικνώσεις. Δυστυχώς, όσο περνά ο καιρός, μας απειλούν και οι δύο όλο και πιο πολύ. Οπως πριν από δέκα χρόνια δεν θέλαμε ούτε να φανταστούμε ότι μπορεί να έρθει ένα πρωί που η Ελλάδα θα πτώχευε παρά τα εξόφθαλμα αμείλικτα δεδομένα, έτσι και τώρα δεν θέλουμε να σκεπτόμαστε τέτοιους κινδύνους. Αυτοί όμως υπάρχουν και διαρκώς ενισχύονται. Η Ελλάδα δεν πρέπει να ξυπνήσει ένα πρωί και να έχει νέες ειδήσεις από το Καστελλόριζο – άλλου τύπου μεν, πολύ πιο πικρές ακόμα και από τις προηγούμενες δε. Δεν έχει την πολυτέλεια να πιαστεί ξανά στον ύπνο και μάλιστα σε αυτό το πεδίο. Αν το πάθει, θα είναι αδύνατον έπειτα να ανακτήσει ότι χαθεί.
«Και μη χειρότερα» σημαίνει επίσης να μην επιταθεί η μέγγενη μιας δημοσιονομικής πολιτικής που ερημώνει ήδη εδώ και πολύ καιρό τα πάντα. Να μη συρρικνωθεί ακόμα περισσότερο το ΑΕΠ της χώρας, αλλά εξίσου και να μη χρειαστεί να φύγουν από αυτή κι άλλοι νέοι άνθρωποι από έναν τόπο που, δίχως να το συνειδητοποιεί, σταδιακά μα σταθερά και ανεπίστρεπτα ερημώνει. Σημαίνει να μην πέσει ακόμα περισσότερο το επίπεδο όλων εκείνων που συγκροτούν τον πυρήνα ενός στοιχειώδους κράτους και μίας κοινωνίας που μπορούν να επιβιώσουν. «Και μη χειρότερα» στην παιδεία, την υγεία, την ασφάλεια, την εργασία, την πολιτική αστάθεια και οξύτητα είναι και πάλι η μόνη ευχή. Και σε αντίθεση με κάθε άλλη είναι ενδεχομένως και εφικτή.