Να τα τα ωραία. Τον έναν μάρτυρα τον ξεκουκουλώσανε. Πρώτος και καλύτερος βέβαια ο κ. Πολάκης, αυτός ο Πρωτάνθρωπος των σπηλαίων της κοινωνικής δικτύωσης (κατά τον χαρακτηρισμό του κ. Κασιμάτη της «Καθημερινής»), τον ξεμπρόστιασε τον άνθρωπο με όνομα και φωτογραφία, παρακαλώ, στο λατρεμένο του τουίτ και πάει. Από προστατευόμενος κατηγορούμενος ο κύριος Μανιαδάκης.

Αμέσως βέβαια ο αγαπημένος εκπρόσωπος της (ας την πούμε χάριν αστείου) Κυβερνήσεως αντί να πάρει τα μέτρα του, πήρε το μέρος του αναπληρωτή υπουργού Υγείας και δεινού αιμοροειδοκόφτη να μάθουμε να φερόμαστε.

Ο κ. Πολάκης όμως δεν αρκέστηκε σ’ αυτό. Οχι.

Αρχισε πάραυτα ένα σεμινάριο σε εισαγγελείς και δικαστικούς, με θέμα «Πώς πότε και γιατί πρέπει να βγάζουμε δικαστικές αποφάσεις». Και δωρεάν παρακαλώ. Οσοι πιστοί προσέλθετε.

Απ’ την άλλη δεν καταλαβαίνω, τους κρατούντες εννοώ. Πώς στήνεις ολόκληρο πανηγύρι για το «Μεγαλύτερο σκάνδαλο από καταβολής του ελληνικού κράτους» με τρεις κουκουλοφόρους προστατευόμενους μάρτυρες και ο ένας σού βγαίνει τζούφιος;

Κατά την παρομοίωση της ηγερίας της Δικονομίας και της αενάου κομμωτικής εναλλαγής κυρίας Μάνδρου Ιωάννας «είναι σαν να έχεις μια καρέκλα με τρία πόδια και σου σπάει το ένα χίλια κομμάτια. Το άλλο ένα δε από τα εναπομείναντα δύο αρχίζει κι αυτό να κουνιέται».

Με λίγα λόγια και σε απλά ελληνικά «το ποδάρι της καρέκλας ξεκαρεκλοποδαριάστηκε». Το ωραίο είναι ότι άρτι ξεκουκουλωμένος και εντελώς απροστάτευτος δεν την έκανε ξαφνικά να γίνει μπουχός. Καθόλου. Είχε ειδοποιήσει (κατά τα λεγόμενά του και αν θέλουν ας βγουν να τον διαψεύσουν) τις εισαγγελικές Αρχές ότι μετακομίζει στην Ισπανία να δουλέψει εκεί, αλλά θα είναι πάντα στη διάθεση των δικαστικών Αρχών όποτε τον καλέσουν να επιστρέψει. Δεν νομίζω να του αρνηθήκαν. Πήρε κι αυτός λοιπόν, έστειλε την οικοσκευή του και προχθές μαζί με την οικογένειά του πήγε στο αεροδρόμιο. Αμ δε.

Στοοοοπ. Τον κλείσανε σε μια αίθουσα μαζί με τα ανήλικα παιδιά του γιατί ήθελαν κάποιο χρόνο να τα σιάξουνε τα θέματα και μετά από ώρες τού ‘ρθε το μπουγιουρντί. Απαγορεύεται η έξοδος από τη χώρα, εσείς δεν είστε μάρτυρας πια ούτε προστατευόμενος και αηδίες, είστε κατηγορούμενος.

Μετά απ’ αυτό ο κ. Μανιαδάκης σε συνέντευξή του στη Μονταζιέρα του Σκάι (η κυρία τού από πάνω έτσι λέει την κυρία Κοσιώνη γιατί τά ‘χει μπλέξει, ακούει συνέχεια η Μονταζιέρα, η Μονταζιέρα, σου λέει αυτή η ξανθιά θα είναι η Μονταζιέρα, όπως λέμε Βιολετέρα) είπε τα εξής:

«Με πίεζαν να καταθέσω πως οι κύριοι Σαμαράς, Στουρνάρας και Γεωργιάδης χρηματίστηκαν. Εγώ τους είπα δε ότι αυτό δεν μπορώ να το κάνω διότι δεν το γνωρίζω και όπως στο FBI δεν ανέφερα ονόματα το αυτό πρέπει να κάνω κι εδώ».

Εδώ είμαστε.

Ε, μετά απ’ αυτό τον ξεκουκουλώνεις τον μάρτυρα ή δεν τον ξεκουκουλώνεις;

Εκείνο που δεν άκουσα είναι ποιοι είναι αυτοί που τον πίεσαν. Δεν έχουν ονόματα; Είναι προστατευόμενοι και ποιος τους προστατεύει;

Τι να πεις; Ο λαός το λέει με μια λέξη. Φασκελοκουκούλωστα.

Ωραίος κόσμος. Ωραία εποχή. Ερχεται τελευταία μια φράση στο στόμα μου, είναι του Σεφέρη, νομίζω στις «Μέρες» (επ’ ευκαιρία βγήκε ο 8ος τόμος, θα μου το κάνει δώρο το Πακιό. Οσο αργεί τόσο παρατείνεται η γλύκα της προσμονής).

Είναι μια φράση για τα πολιτικά πράγματα τότε. Αλλά τώρα μοιάζει πιο επίκαιρη από ποτέ.

Λέει κάτι σαν «βλέπεις πού πάει ο κόσμος γύρω σου κι είναι», α, αυτό το θυμάμαι επακριβώς, «…Κι είναι σαν να μασάς βαμβάκι».