Ο Μάρτιν Κίπενμπεργκερ ήταν από τα enfants terribles της σύγχρονης γερμανικής τέχνης. Τη δεκαετία του ’90 φαντάστηκε ένα παγκόσμιο μετρό και άρχισε να κατασκευάζει εισόδους του σε όλο τον κόσμο. Ψεύτικες εισόδους που δεν οδηγούσαν πουθενά. Εφτιαξε και στην Ελλάδα μία. Οχι αυτήν που εγκαινίασε ο Πρωθυπουργός στη Θεσσαλονίκη στον σταθμό που, επίσης, δεν οδηγεί πουθενά – αλλά στη Σύρο, σε μια ερημιά. Αυτή τη φορά, η ζωή μιμήθηκε την τέχνη.
«Καλώς κακώς πέρασε η ζωή – τι κέρδη τι ζημίες καταπώς/λέει ο προηγούμενος τι χάρηκα και τι δεν/και τι στον κόσμο ζήλεψα – κανέναν! Κανέναν; (Ψέματα/ λέω.) Μόνον εκείνους χάρηκα εκείνους που χόρευαν πάνω/ στο χώμα και τραγουδούσαν – τίποτε άλλο!». Aπό τους σημαντικότερους ποιητές της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς, ο Μάρκος Μέσκος έφυγε στα 83 του πλήρης λέξεων, αισθήσεων και στίχων. Δήλωνε «στιγματισμένος από το καυτό σίδερο της εποχής του. Ενας ωτακουστής της καθημερινότητας» όπως έλεγε ο Καβάφης. Καλώς – κακώς, περνά η ζωή.
Μελετά εκείνους που μας μελετούν. Η Εμιλι Μάρτιν, καθηγήτρια Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, παρακολουθεί την εξέλιξη της επιστημονικής γλώσσας και πρακτικής. Μελετά τη δουλειά των νευροψυχολόγων που υποβάλλουν ανθρώπους σε πειράματα, τεστάροντας τις γνωσιακές διαδικασίες του εγκεφάλου μας. Είναι τα εργαστήρια απ’ όπου βγαίνουν σημαντικές έρευνες. «Οι ανθρωπολόγοι», λέει, «δουλεύουν σκληρά να εντοπίσουν εναλλακτικά οράματα του ανθρώπινου σκοπού». Αυτό κάνει κι εκείνη. Παρατηρώντας τους παρατηρητές να παρατηρούν.
Μεγάλωσε μέσα στη μουσική. Από την παράδοση πέρασε στο έντεχνο και πια διασχίζει όλους τους μουσικούς δρόμους σαν αερικό. Η Ελένη Βιτάλη τραγουδά με ανοιχτή καρδιά και γι’ αυτό οι ερμηνείες της μοσχοβολάνε με μια «ανθρωπίλα», όπως λέει. Φέτος φωτίζει το Ilion Plus, ως ιέρεια του Διόνυσου, ενώνοντας εποχές, συναισθήματα και νότες. Μαζί με τη Βιολέτα Ικαρη και υπέροχους μουσικούς σε μια βεγγέρα από τις λίγες. «Η γνώση», λέει, «σου δίνει ελευθερία να είσαι παράνομος – νόμιμος μέσα στις νότες σου, να ξεφεύγεις και να επιστρέφεις».
Στα τέλη του 1983 η εφημερίδα «Toronto Star» ζήτησε από τον μετρ της επιστημονικής φαντασίας Ισαάκ Ασίμοφ να προβλέψει πώς θα ήταν ο κόσμος το 2019. Προέβλεψε την εξέλιξη της τεχνολογίας, γράφοντας πως «το φορητό υπολογιστικό αντικείμενο θα εισβάλει στο σπίτι». Πίστευε ότι σήμερα θα έχουμε αποικίες στη Σελήνη όπου θα γίνονται εξορύξεις. Εκλεισε σημειώνοντας ότι οι μεγαλύτερες αλλαγές θα έρθουν αργότερα. Και δεν ξέχασε να ζητήσει να πληρωθεί: 1 δολάριο τη λέξη.
Ο Γιόβαν Οστερλουν είναι σύμβουλος στην εταιρεία που έχει λανσάρει στη Σουηδία τα μικροτσίπ που εμφυτεύονται κάτω από το δέρμα και χρησιμοποιούν ήδη 3.000 Σουηδοί ως ταυτότητα και πιστωτική κάρτα. Εχουν μέγεθος ρυζιού και εμφυτεύονται κάτω από το δέρμα ανάμεσα στον δείκτη και τον αντίχειρα. Η ζήτηση είναι ήδη τόσο μεγάλη, ώστε η εταιρεία που τα διακινεί δεν προλαβαίνει να ανταποκριθεί. Γινόμαστε cyborg. Για να μην ξεχνιόμαστε όμως, μέσα σε όλα αυτά, ο Οστερλουν προειδοποιεί: «Ολα μπορούν να χακαριστούν». Οσονούπω και οι άνθρωποι.