-«Πρώτη προτεραιότητα, γιατί είναι ζωτική ανάγκη, το 2ο Λύκειο».
– «Αφού τελείωσε, το ‘παμε. Το τελειωμένο έργο θα κάνει;».
– «Τελείωσε; Εχει χτιστεί 2ο Λύκειο και δεν το πήραμε χαμπάρι;».
Ο τηλεοπτικός διαξιφισμός διημείφθη παραμονές των δημοτικών εκλογών του 2010.
Ο ένας, ο απερχόμενος δήμαρχος που διεκδικούσε τρίτη θητεία, υποστήριζε πως το πολύπαθο έργο του 2ου Λυκείου ήταν τελειωμένη υπόθεση και απέμεναν γραφειοκρατικές λεπτομέρειες για να ξεκινήσει η κατασκευή του. Ο άλλος, ο διεκδικητής και τελικά κατακτητής του δημαρχιακού θώκου, έθετε ως πρώτη προτεραιότητα την κατασκευή του 2ου Λυκείου. Από εκείνη την ιλαροτραγική αντέγκληση πέρασαν οκτώ χρόνια. Οι δύο άνδρες που κόπτονταν τόσο για την κατασκευή του 2ου Λυκείου ήταν ανώτατοι άρχοντες της πόλης τους συνολικά 17 χρόνια.
Σήμερα, στο 2019, λίγους μήνες πριν από τις δημοτικές εκλογές, η «πρώτη προτεραιότητα» παραμένει αμετακίνητη στη θέση της.
Αν ρωτήσετε το «γιατί», το πιθανότερο είναι ο απερχόμενος δήμαρχος που διεκδικεί επίσης τρίτη θητεία, να αναμασήσει όσα έλεγε ο αντίπαλός του το 2010 και να επικαλεστεί μια μεταστέγαση.
Αυτή η μικρή ιστορία είναι μόνο ένα μικρό σκετς μιας κακόγουστης παράστασης η οποία δυστυχώς είναι sold out εδώ και χρόνια. Οι δημοτικές εκλογές είναι η μικρογραφία των βουλευτικών. Στην περίπτωσή τους όμως είναι ακόμα πιο εύκολο να αντιληφθείς την πολιτική αήθεια, τον οπορτουνισμό, τη δεκαρολογία. Οπως τη διαβάθμιση της δυσκολίας στα sudoku: εύκολο.
Στη θλιβερή πλευρά παραμένει αμετακίνητο το εκλογικό σώμα. Βλέπει, γνωρίζει, αντιλαμβάνεται. Συνεχίζει ωστόσο να τροφοδοτεί με εμπιστοσύνη τον πολιτικό κομπογιαννιτισμό προσφέροντας εξουσία σύμφωνα με την προσωπική του ατζέντα. Ενας διορισμός, μια πλακόστρωση ή μονοδρόμηση μπροστά από το σπίτι, μια συγγενική σχέση, η ιδεολογική πλατφόρμα αποτελούν ισχυρά κίνητρα για την τελική επιλογή.
Αυτό είναι άλλωστε το νόημα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η εγγύηση πως ο λαός δεν θα κυβερνηθεί καλύτερα ή χειρότερα απ’ ό,τι του αξίζει.
Οταν ο δρόμος προς τη μετριότητα περνά από την παιδεία, οι απαντήσεις στα «γιατί» έρχονται δίχως σκέψη.