Η μεταγραφική περίοδος του Ιανουαρίου, λέγανε κάποτε, είναι «η καλύτερη για να κάνει μια ομάδα μεταγραφές – ειδικά μια ελληνική ομάδα» κι όχι γιατί οι προπονητές γράφουν γράμματα στον Αγιο Βασίλη. Ο λόγος είναι απλός: τον χειμώνα όλοι έχουν εικόνα των δυνατοτήτων, αλλά και των προβλημάτων τους και επομένως μπορούν να αποκτήσουν τους παίκτες που χρειάζονται και πιο προσεκτικά. Το καλοκαίρι, οι πιο πολλές ελληνικές ομάδες σκέφτονται τα επικοινωνιακά όσο ή και περισσότερο από τα αγωνιστικά: οι μεταγραφές γίνονται συχνά για την εξέδρα, που πρέπει να νιώσει κάποιον ενθουσιασμό. Λέγεται ότι οι ΠΑΕ αγοράζουν με στόχο να πωλήσουν και κάποια διαρκείας εισιτήρια παραπάνω: δεν το βρίσκω κακό, αλλά με τις τιμές που έχουν πια τα «διαρκείας» για να βγάλεις τα χρήματα ενός μέτριου συμβολαίου ποδοσφαιριστή, πρέπει να πουλήσεις ξαφνικά τρεις χιλιάδες τέτοια παραπάνω – πολύ δύσκολα γίνεται!
Συνθήκες
Τον χειμώνα, αντίθετα, όλοι περισσότερο από τις συνθήκες σκέφτονται τις ανάγκες τους: μπορεί να μην υπάρχουν πολλοί ελεύθεροι ποδοσφαιριστές τον Ιανουάριο, αλλά είναι ευκολότερο για μια ομάδα να βρει τους κατάλληλους. Με δεδομένο ότι έχουν προηγηθεί πολλά και δύσκολα ματς μετά την έναρξη της περιόδου, όλοι πλέον έχουν μια καλή εικόνα του ρόστερ τους κι όποιος έχει το θάρρος να παραδεχθεί τα καλοκαιρινά λάθη του, μπορεί και να τα διορθώσει. Επίσης υπάρχει δυνατότητα να δεις τι έχουν κάνει οι ποδοσφαιριστές για τους οποίους ενδιαφέρεσαι σε πρωταθλήματα που εξελίσσονται: το σκάουτινγκ, δηλαδή η παρακολούθηση, είναι ευκολότερη. Οχι τυχαία στην περίοδο των μεταγραφών του χειμώνα ήρθαν στην Ελλάδα μερικοί από τους καλύτερους ξένους παίκτες που έχουν τιμήσει με την παρουσία τους το πρωτάθλημά μας. Χειμωνιάτικες μεταγραφές είναι ο Κριστόφ Βαζέχα, ο Τόνι Σαβέβσκι, ο Χουάν Χοσέ Μπορέλι, ο Σίνισα Γκόγκιτς, ο Αλεξάνταρ Πρίγιοβιτς. Ολα αυτά ωστόσο συνέβαιναν παλιότερα: διότι πέρυσι, χειμωνιάτικα έγιναν μόνο έξοδα χωρίς λόγο. Γεγονός μάλλον ανησυχητικό.
Σουηδός
Τον περασμένο Ιανουάριο πρέπει οι ελληνικοί σύλλογοι να έκαναν τις χειρότερες μεταγραφές στην ιστορία τους: σχεδόν όλοι! Στην ΑΕΚ δήλωναν ευχαριστημένοι με την προσθήκη του Χουλτ που πήραν από τον ΠΑΟ – από τις εμφανίσεις του ακραίου μπακ δεν ξετρελάθηκα και φέτος μου μοιάζει να αγωνίζεται καλύτερα, αλλά ας πούμε ότι ο Σουηδός βοήθησε: δεν μπορείς να πεις το ίδιο ούτε για τον Μασούντ, που έφυγε σε ένα πεντάμηνο, ούτε για τον Μοράν, που μάλιστα τον παρακολουθούσαν και καιρό. Ο ΠΑΟΚ απέκτησε τον Ασεβέδο (και συνέχισε να αγωνίζεται ως αριστερός μπακ ο Βιεϊρίνια, που μόνο μπακ δεν είναι). Πήρε επίσης κάποιον Μουλέν και κάποιον Μιχόγεβιτς – που αμφιβάλλω αν στη Θεσσαλονίκη έτσι και τους έβλεπαν στον δρόμο θα τους αναγνώριζαν: και οι δυο έφυγαν. Ο Ολυμπιακός έφερε τον Μιραλάς (που σκόρπισε αρχικά ενθουσιασμό και στη συνέχεια πονοκεφάλους…), αλλά και τον Ιγκόρ και τον Χατζισαφί (που ήδη έφυγαν…) καθώς και κάποιον κροάτη τερματοφύλακα, που μου τον δείξανε στη Γλυφάδα πέρυσι τέτοιον καιρό και πραγματικά χάρηκα για το γούστο του στις γυναίκες, έτσι όπως τον είδα περιτριγυρισμένο από κοριτσόπουλα.
Μάθημα
Για να μη λέμε μόνο για τις μεγάλες ομάδες, τον περασμένο Ιανουάριο αστοχίες είχαν όλοι: ήταν σαν όλοι σχεδόν να διάλεξαν τους λάθος ποδοσφαιριστές! Αποκτήθηκαν συνολικά 69 παίκτες και είναι ζήτημα να πρόσφεραν κάτι οι 10 από δαύτους – και δεν υπερβάλλω καθόλου! Μάλιστα αν σταθούμε αποκλειστικά σε όσους ήρθαν από το εξωτερικό το ποσοστό είναι στα όρια του 2%: μιλάμε για τις πλέον αποτυχημένες μεταγραφές στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Αν οι ελληνικές ομάδες αποκτούσαν παίκτες βάζοντας αγγελίες στις εφημερίδες, έστω και κατά λάθος πέντε παίκτες της προκοπής θα έφερναν τον περασμένο Ιανουάριο. Μία χρονιά πριν η ΑΕΚ απέκτησε τον Αραούχο, ο Ολυμπιακός τον Ανσαριφάρντ, ο ΠΑΟΚ τον Πρίγιοβιτς, ο Παναθηναϊκός τον Κουρμπέλη – δεν είναι δύσκολο να κάνεις καλές μεταγραφές. Αλλά πέρυσι ήταν σαν όλοι να έχουν πέσει θύματα μιας συνολικής ύπνωσης, σαν να άρχισαν να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα κάνει την πιο λάθος επιλογή. Αν το πάθημα αποδειχθεί μάθημα, θα το δούμε φέτος.
Εύκολα
Φυσικά όλα έχουν την εξήγησή τους. Νομίζω πως τα δυο τελευταία χρόνια υπάρχει μια μεγαλύτερη επένδυση στο σκάουτινγκ, λίγο-πολύ από όλους. Στην περσινή χειμωνιάτικη μεταγραφική περίοδο ο Μιραλάς ήταν η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα: ο Βέλγος δεν πρόσφερε όσα στον Ολυμπιακό περίμεναν γιατί δεν είχε αγωνιστικό ρυθμό, αγχώθηκε, υπέφερε το βάρος των απαιτήσεων που είχε ο ίδιος από τον εαυτό του – μπορεί να συμβεί. Ηταν όμως αναμφίβολα ένας φτασμένος ποδοσφαιριστής και το ότι μετά τον Ολυμπιακό βρήκε ένα συμβόλαιο στην Ιταλία κι αγωνίζεται στη Φιορεντίνα το αποδεικνύει. Οι πιο πολλοί από όλους τους υπόλοιπους ήταν «ψαγμένες προσθήκες» και «ωραία στοιχήματα», δηλαδή είτε ξένοι που έψαχναν μια ευκαιρία να δείξουν ότι μπορούν περισσότερα σε ένα θεωρητικά πιο εύκολο πρωτάθλημα όπως το δικό μας, είτε ποδοσφαιριστές που αγωνίζονταν στο ελληνικό πρωτάθλημα και ήθελαν να δοκιμάσουν σε μια ομάδα μεγαλύτερη. Καλά είναι τα στοιχήματα. Αλλά χάνονται και εύκολα.
Δύσκολο
Το προφανές λάθος είναι νομίζω η ποσότητα. Πέρυσι αποκτήθηκαν τον Ιανουάριο σχεδόν 69 άγνωστοι παίκτες. Είναι δυνατόν να υπάρχουν κάπου όλοι αυτοί και να περιμένουν να ‘ρθουν στην Ελλάδα; Για τουρισμό ναι. Για να κάνουν τη διαφορά στο πρωτάθλημα, δύσκολο…