Με το βλέμμα στην επόμενη μέρα. Κάπως έτσι θα μπορούσε να εξηγηθεί η στρατηγική των Τσίπρα και Μητσοτάκη και σε σχέση με την «καλοσύνη των ξένων» που ο καθένας επιδιώκει. Τερέν αυτή τη φορά η καλύτερη χημεία με την κραταιά Γερμανία. Η επίσκεψη Μητσοτάκη στη Βαυαρία και η προσεχής ακόμη πιο βαρυσήμαντη συμμετοχή του στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια στο Μόναχο, σε μια πρώτη ανάγνωση αποτελούν μέρη μιας πολιτικής κανονικότητας για τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο πολιτικός χρόνος όμως των δύο επισκέψεων επικαθορίζει και το νόημα των κινήσεων. Για παράδειγμα, αν λάβουμε ως δεδομένο πως έχουμε ήδη μπει σε προεκλογική καραντίνα, και δεν αποκλείεται ο εκλογικός αιφνιδιασμός, ο Μητσοτάκης διαμηνύει σε όλους τους τόνους την επόμενη μέρα του, εγγυάται το μεταρρυθμιστικό και φιλευρωπαϊκό προφίλ της χώρας, σκοπεύει να καταδείξει πως θα ηγηθεί ενός πυλώνα ασφάλειας και ανάπτυξης. Από την άλλη, η επίσκεψη της Ανγκελα Μέρκελ στην Αθήνα θα επιχειρηθεί να «εκταμιευθεί» πολιτικά από τους κυβερνώντες αφού θα γίνει σε μια συγκυρία ζυμώσεων για τη συμφωνία των Πρεσπών. Ο Αλέξης Τσίπρας αναζητεί – απεγνωσμένα – μια χείρα βοηθείας από έξω ή έστω μια καλή κουβέντα για τα κυβερνητικά πεπραγμένα του, σε μια φάση που εισέρχεται σε κλυδωνισμό με την αποχώρηση των ΑΝΕΛ αλλά και στο φόντο του εξελισσόμενου φιάσκου της Novartis όπου τόσο επένδυε για να στριμώξει τους αντιπάλους του.
Οι συμβολισμοί στην πολιτική έχουν ιδιαίτερη σημασία. Και ειδικά για τον Αλέξη Τσίπρα, η επίσκεψη της Ανγκελα Μέρκελ στην Αθήνα την επόμενη εβδομάδα, το διήμερο 10-11 Ιανουαρίου, μόνο ως θετικό σήμα μπορεί να εκληφθεί. Ο συμβολισμός για τον Πρωθυπουργό είναι ιδιαίτερα ισχυρός, καθώς είναι η πρώτη επίσκεψη της γερμανίδας καγκελαρίου στην Ελλάδα μετά την έξοδο από τα Μνημόνια. Ουσιαστικά είναι και η πιο σημαντική επίσκεψη στην Αθήνα, ενός κεντρικού παίκτη στην ευρωπαϊκή και τη διεθνή πολιτική σκακιέρα και η πρώτη φορά που η Μέρκελ επισκέπτεται την ελληνική πρωτεύουσα από την άνοιξη του 2014, επί πρωθυπουργίας Αντώνη Σαμαρά. Και παρά το γεγονός ότι έχει εκλεγεί η διάδοχός της στην ηγεσία του κόμματος, η σιδηρά κυρία της ΕΕ παραμένει δυνατή ως πολιτικός παράγοντας τον οποίο έχει ανάγκη η ελληνική κυβέρνηση και χρειάζεται τη στήριξή της. Η έλευση της Μέρκελ στην Αθήνα γίνεται λίγες ημέρες πριν από την ψηφοφορία των τελικών τροπολογιών στο Σύνταγμα στη Βουλή της ΠΓΔΜ και εν μέσω των ζυμώσεων και των διεργασιών στην Ελλάδα για την επόμενη μέρα της κυβέρνησης χωρίς τους Ανεξάρτητους Ελληνες και υπό τη σκιά του ηχηρού «όχι» της ΝΔ, πολιτικού συγγενούς του κόμματος της καγκελαρίου. Η ελληνική κυβέρνηση προσδοκά από τη Μέρκελ, μια εμφανή, δημόσια και καθαρή στήριξη των προσπαθειών της σε όλα τα επίπεδα, και κυρίως στην οικονομία και βέβαια στο μείζον θέμα και για την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, αυτό της συμφωνίας των Πρεσπών. Εξάλλου, για τη γερμανική πλευρά η προώθηση, ψήφιση και εφαρμογή της συμφωνίας των Πρεσπών ήταν κομβικό σημείο της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής για τα Βαλκάνια και την ευρύτερη περιοχή. Ως εκ τούτου, ο Αλέξης Τσίπρας θέλει – και αυτό αναμένεται να γίνει – να υπάρξει μια δημόσια δήλωση της Μέρκελ για την ανάγκη να ψηφιστεί και στην ελληνική Βουλή η συμφωνία των Πρεσπών, μια κίνηση που θα αποτελέσει και μήνυμα προς την ηγεσία της ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Βέβαια, αναμένεται με ενδιαφέρον, και από το Μέγαρο Μαξίμου, η απάντησή της, εάν ερωτηθεί στην κοινή συνέντευξη Τύπου, σχετικά με τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Επίσης, πιθανολογείται ότι θα αναγνωρίσει στη χώρα μας τον ευρύτερο περιφερειακό ρόλο ως σημείου σταθερότητας και ασφάλειας σε μια ανήσυχη περιοχή, εστιάζοντας στη συμφωνία για το ζήτημα της ονοματοδοσίας της ΠΓΔΜ. Ο Πρωθυπουργός προσδοκά από τη συγκεκριμένη επίσκεψη να σταλεί και ένα μήνυμα στους διεθνείς οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες, αλλά και τους ξένους επενδυτές, ότι η Ελλάδα άλλαξε οριστικά σελίδα μετά την έξοδο από το Μνημόνιο, ενόψει και της επιχείρησης εξόδου στις αγορές. Παράλληλα, όμως, η επίσκεψη στην Αθήνα δύναται να αξιοποιηθεί από τη Μέρκελ για να υποστηριχθεί το αφήγημα ότι επί των ημερών της ολοκληρώθηκε η ελληνική κρίση και υπό τη δική της πίεση προχώρησαν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Εξάλλου και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός είχε σχολιάσει πριν από μήνες, ότι «το διατηρούμενο comeback της Ελλάδας είναι μια καλή είδηση για τη Γερμανία και την Ευρωπαϊκή Ενωση, γιατί, εκτός από την οικονομική ανάκαμψη, η Ελλάδα διαδραματίζει έναν καίριο γεωπολιτικό ρόλο». Μια σημαντική παράμετρος στην επίσκεψη της γερμανίδας καγκελαρίου είναι και το Μεταναστευτικό – Προσφυγικό για το οποίο θέλει τη βοήθεια της Ελλάδας στην αντιμετώπισή του. Ενα θέμα που αποτελεί «αγκάθι» είναι το ζήτημα των ελληνικών διεκδικήσεων για καταβολή πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία. Σύμφωνα με τον κυβερνητικό σχεδιασμό, το πόρισμα της ειδικής επιτροπής για το ζήτημα των γερμανικών επανορθώσεων θα τεθεί προς συζήτηση έως το τέλος Ιανουαρίου στην Ολομέλεια του ελληνικού Κοινοβουλίου προκειμένου να ληφθούν σχετικές αποφάσεις για τον τρόπο διεκδίκησης. Με την επίσκεψη Μέρκελ ουσιαστικά ανοίγει ο μεγάλος πολιτικός κύκλος για το 2019, που έχει ομόκεντρους κύκλους τις εκλογές και κυρίως τις βουλευτικές. Ο Αλέξης Τσίπρας, αμέσως μετά την αναχώρηση της καγκελαρίου, έχει να αντιμετωπίσει την κατάσταση στο εσωτερικό της κυβέρνησής του, καθώς οι ΑΝΕΛ θα αποχωρήσουν. Ηδη, στο τραπέζι έχει τεθεί με τον πιο επίσημο τρόπο το ζήτημα να συνεχίσει η κυβέρνηση με ψήφο ανοχής με απώτερο στόχο να φθάσει στον Μάιο, αν και ο διακαής πόθος του Πρωθυπουργού και της ηγετικής ομάδας είναι να φθάσει στον Οκτώβριο. Παράλληλα, ο σχεδιασμός του Πρωθυπουργού έως τα τέλη του Ιανουαρίου είναι να γίνουν και οι αλλαγές στην κυβέρνησή του, δηλ. με ένα νέο κυβερνητικό σχήμα, το οποίο και θα δώσει την εκλογική μάχη. Υπό τη σκιά των αρνητικών δημοσκοπήσεων ο Αλέξης Τσίπρας θα αποφασίσει αλλαγές στην κυβέρνηση λόγω και των υποψηφιοτήτων του Νάσου Ηλιόπουλου στον Δήμο Αθηναίων και της Κατερίνας Νοτοπούλου στον Δήμο Θεσσαλονίκης, αλλά και της απόφασης του Πάνου Καμμένου να αποχωρήσουν τα μέλη των Ανεξαρτήτων Ελλήνων από το Υπουργικό Συμβούλιο.