Θα μπορούσε να είναι μια πρώτης τάξεως… άσκηση επί χάρτου για μυημένους και όχι μόνο. Θα μπορούσε πάλι απλά να είναι μια «σπαζοκεφαλιά» που θα καλούνταν να λύσει ο – καθ’ ύλην αρμόδιος – Πέδρο Μαρτίνς στην άδεια των Χριστουγέννων. Ή έστω να πρόκειται για ένα οξύμωρο. Να είσαι στα μισά του δρόμου της σεζόν και να έχεις σκοράρει περισσότερο στις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις σου από ό,τι στις εγχώριες. Στην προκειμένη περίπτωση: ο Ολυμπιακός του Europa League με 22 γκολ σε 10 ματς, ο Ολυμπιακός της Σούπερ Λίγκας με 21 γκολ σε 14. Προφανώς και δεν συμβαίνει κάθε χρόνο κάτι τέτοιο. Πολλώ δε μάλλον σε μια ελληνική ομάδα που με άλλες πιθανότητες επιχειρεί εντός των συνόρων και με άλλες παλεύει έξω από αυτά. Αρα κάπου εκεί ξεκινά και το ψάξιμο. Είναι άλλη ομάδα οι Ερυθρόλευκοι αλλάζοντας ατζέντα; Αγωνίζονται διαφορετικοί παίκτες με τα χρώματά τους; Εχουν διαφορετική προσέγγιση στις αναμετρήσεις; Τι ακριβώς συμβαίνει και ενώ στην Ευρώπη – όπου ο ανταγωνισμός είναι σαφώς υψηλότερος – σκοράρουν 2,2 γκολ κατά μέσο όρο, στην Ελλάδα η επίδοσή τους πέφτει θεαματικά στο 1,5 γκολ ανά παιχνίδι; Είναι δηλαδή πιο εύκολο να βάλεις γκολ στη Μίλαν και την Μπέρνλι από το να στείλεις στη… σέντρα τον Λεβαδειακό και τον Απόλλωνα; Φυσικά και όχι. Στην προκειμένη περίπτωση όμως οι αριθμοί αυτό υποστηρίζουν. Οτι είναι ευκολότερο. Και μάλιστα το κάνουν με τόσο ιδιαίτερη ισορροπία που πραγματικά είναι αξιοπρόσεκτη. Γιατί ο Ολυμπιακός άλλη ομάδα δεν είναι, ούτε ο Μαρτίνς έχει ένα άλλο ρόστερ κρυμμένο στα αποδυτήρια του Γεώργιος Καραϊσκάκης. Και για να το κάνουμε πιο συγκεκριμένο, μπορεί φυσιολογικά να πέφτει στο Europa League το ποσοστό κατοχής μπάλας των Πειραιωτών, αλλά δεν πέφτουν οι επιδόσεις τους. Οι τελικές τους ανά ματς. Στην Ελλάδα ολοκληρώνουν οι Ερυθρόλευκοι τα ενενηντάλεπτα με 15,7 τελικές. Στην Ευρώπη ο τρομακτικός μέσος όρος τους είναι στο 15,3! Δηλαδή 221 τελικές σε 14 ματς Σούπερ Λίγκας και 153 σε δέκα αναμετρήσεις του Europa League. Είναι απίστευτο γενικώς ότι μια ελληνική ομάδα έχει μέσο όρο πάνω από 15 τελικές στην Ευρώπη. Ειδικά αν σκεφτεί κανείς τις ομάδες με τις οποίες ήρθε σε κόντρα. Την 3η του περσινού ελβετικού πρωταθλήματος. Την 7η της περσινής Πρέμιερ Λιγκ. Τη Μίλαν και την Μπέτις που φυσικά είναι από άλλο… ράφι. Μόνο με την Ντουντελάνζ θα μπορούσε κάποιος να περιμένει τέτοια επίδοση. Εδώ όμως μιλάμε για έναν μέσο όρο που χτίζεται με συνέπεια από την αρχή. Οχι για κάποια «τρικ». Στα τέσσερα ματς των προκριματικών ο Ολυμπιακός σταμάτησε στις 68 τελικές: δηλαδή 17 ανά ματς! Στους ομίλους έκανε τις άλλες 85 σε έξι ματς. Δηλαδή 14,1. Εντυπωσιακή συνέπεια. Τι υπάρχει στην Ευρώπη που δεν υπάρχει στην Ελλάδα; Χώροι. Αντίπαλοι που δεν κλείνονται στο αμυντικό τους τρίτο περιμένοντας. Ομάδες που παίζουν για να νικήσουν την ομάδα του Μαρτίνς και όχι για να μη χάσουν από αυτή. Εδώ λοιπόν όντως προκύπτει μια ποδοσφαιρική συνθήκη που σαφώς και ευνοεί τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Οσο κοστολογείται όμως το καρέ των στόπερ της Μίλαν (Μουσάτσιο, Ρομανιόλι, Καλντάρα, Ζαπάτα) στο ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο κάνουν μαζί οι 14 από τις 16 ομάδες της Σούπερ Λίγκας. Οι χώροι από μόνοι τους λοιπόν δεν φτάνουν για να δικαιολογήσουν το φαινόμενο.
Από το πρώτο ημίχρονο
Τι άλλο υπάρχει για τον Ολυμπιακό εκτός των συνόρων; Γκολ στο πρώτο ημίχρονο. Από τα 22 τέρματα τα 10 έχουν προκύψει πριν από την ανάπαυλα. Το 45,5% των γκολ! Ενα γκολ σε κάθε πρώτο ημίχρονο μιας και μιλάμε για 10 ματς. Τι ισχύει στην Ελλάδα; Από τα 21 του γκολ στο πρωτάθλημα, μόλις τα 6 έχουν έρθει ώς τα μισά του δρόμου. Το ποσοστό λοιπόν πέφτει στο 28,5%! Αυτά τα έξι γκολ ο Ολυμπιακός τα πέτυχε σε τέσσερα διαφορετικά ματς, όλα εντός έδρας (ΠΑΣ Γιάννινα, Αστέρας, Παναιτωλικός, Λαμία). Σε όλα νίκες! Το πρόβλημα λοιπόν μάλλον εστιάζεται σε αυτή τη λεπτομέρεια. Στο ότι οι Ερυθρόλευκοι δεν μπορούν να σκοράρουν γρήγορα στην Ελλάδα. Εδώ όπου τα 8 από τα 21 γκολ (38%) έχουν προκύψει μετά το 75′. Και αυτό όμως εξηγείται: όταν ο αντίπαλος δεν δέχεται γκολ, προφανώς και δεν αλλάζει το πλάνο του. Στέκεται με υπομονή πίσω από την μπάλα. Μέχρι τελικής πτώσεως. Σε δέκα από τα δεκατέσσερα ματς πρωταθλήματος η ομάδα του Μαρτίνς δεν έχει βάλει γκολ στο πρώτο ημίχρονο. Και αυτή είναι η «συνθήκη» που τα αλλάζει όλα. Γιατί δεν βάζει γκολ; Γιατί χάνει ευκαιρίες, γιατί ο αντίπαλος έχει σαφώς περισσότερες δυνάμεις και μπορεί να μείνει πιο πιστός στο πλάνο του. Γιατί υπάρχουν ματς όπου οι Ερυθρόλευκοι ώς τα μισά του δρόμου είναι κατώτεροι των περιστάσεων (με χαρακτηριστικότερο εκείνο στην Κρήτη με τον ΟΦΗ). Διότι, για παράδειγμα, σε πέντε από τα δεκατέσσερα ματς έχουν δοκάρια (ο Φορτούνης με τον Αστέρα στο 5′, ο Χασάν με την ΑΕΚ στο 44′, ο Τσιμίκας με τον ΟΦΗ στο 43′, ο Ποντένσε με την Ξάνθη στο 39′, ο Σισέ με τη Λαμία στο 37′).