Την ώρα που σε άλλες χώρες η συναλλαγή με τις δημόσιες υπηρεσίες αρκείται σε ένα και μόνο… κλικ, στην Ελλάδα ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός του δημόσιου τομέα ξεκίνησε αλλά προχωρά με εξαιρετικά αργά βήματα. Η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών και των λειτουργιών του Δημοσίου στην Ελλάδα άργησε… πολλές δεκαετίες. Αλλά και τώρα που έχει ξεκινήσει, βρίσκεται πολλά… ψηφιακά έτη φωτός μακριά από άλλα ευρωπαϊκά παραδείγματα. Οπως είναι η Εσθονία ή μάλλον η e-Εσθονία, αφού η ευρωπαϊκή χώρα έχει εκτοξεύσει την ηλεκτρονική διακυβέρνηση σε άλλο επίπεδο.
Αλλωστε, όπως έχει δηλώσει στα «ΝΕΑ» ο πρωτεργάτης της μεταρρύθμισης για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση στην Εσθονία, καθηγητής Δημόσιας Διοίκησης στο Πανεπιστήμιο Tartu, Ιβάρ Τάλο, τα πάντα γίνονται ηλεκτρονικά. Για παράδειγμα, η ευρωπαϊκή χώρα έχει από το 2009 ψηφιακούς ιατρικούς φακέλους ενώ από το 2005 οι Εσθονοί ψηφίζουν ηλεκτρονικά είτε πρόκειται για τοπικές εκλογές, είτε για εθνικές ή ευρωεκλογές.
Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα που δημοσίευσε το Παρατηρητήριο Ψηφιακού Εκσυγχρονισμού του Δημόσιου Τομέα του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, αρκετά δομικά χαρακτηριστικά της Δημόσιας Διοίκησης αποτελούν τροχοπέδη στην αποτελεσματική πορεία προς την ψηφιακή Ελλάδα, ενώ η διαδικτυακή παρουσία του Δημοσίου παραμένει αποσπασματική και ανομοιόμορφη.
Κι αυτό φαίνεται από τις θέσεις που καταλαμβάνει η χώρα μας στους δείκτες Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Ελλάδα βρίσκεται στη 16η θέση στα ανοιχτά δεδομένα (open data), όταν τα 2017 ήταν στη 10η θέση, και στην 26η θέση στη χρήση κυβερνητικών ιστοσελίδων, δύο θέσεις χαμηλότερα από την προηγούμενη χρονιά.
Μάλιστα, σύμφωνα με την Αναφορά Λειτουργικής Προόδου του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής για το πρώτο εξάμηνο του 2018, από τις 130 δράσεις της Εθνικής Ψηφιακής Στρατηγικής 2016-2021 μόλις 11 έχουν ολοκληρωθεί, ενώ σε αρχικό στάδιο βρίσκεται το 60%, δηλαδή 78 δράσεις.
«Η ψηφιακή Ελλάδα είναι μακριά. Εχουν ξεκινήσει κάποια πράγματα αλλά οι ρυθμοί είναι πολύ αργοί», τονίζει στα «ΝΕΑ» ο συνεργάτης του Δικτύου και συντονιστής της έκθεσης, Νότης Παρασκευόπουλος.
Στα θετικά βήματα προς την ψηφιοποίηση η έκθεση περιλαμβάνει την ενεργοποίηση του ηλεκτρονικού Μητρώου Πολιτών, το οποίο διασυνδέει στην πράξη Ληξιαρχεία και Δημοτολόγιο, καταργώντας την αναγκαιότητα λήψης πιστοποιητικών. Σύμφωνα και με την ετήσια έκθεση, το 58% των αναφορών προς τον Συνήγορο του Πολίτη γίνονται πλέον ηλεκτρονικά, ενώ με μεγάλη αποδοχή από τους πολίτες λειτουργεί το Ενιαίο Ηλεκτρονικό Σύστημα για την έναρξη επιχειρήσεων.
Ωστόσο, υπάρχουν αρκετά αρνητικά σημεία στην ψηφιακή εξέλιξη του Δημοσίου που επιχειρείται. Θα πρέπει να διευκρινιστεί πως, βάσει της Εθνικής Ψηφιακής Στρατηγικής 2016-2021, θα έπρεπε να υπάρχει ένας μηχανισμός παρακολούθησης της υλοποίησης των δράσεων, που θα έβγαζε αναφορές κάθε εξάμηνο. Μέχρι τώρα θα έπρεπε να έχουν βγει τρεις τέτοιες αναφορές παρακολούθησης της πορείας – 1ο εξάμηνο 2017, 2ο εξάμηνο 2017, 1ο εξάμηνο 2018. Αντί αυτών, μόλις τον περασμένο Οκτώβριο εκδόθηκε αναφορά για συνολικά 18 μήνες.
Οι δράσεις, δε, που είναι αρκετά προβληματικές, σύμφωνα με τον Νότη Παρασκευόπουλο, είναι αυτές του Οικογενειακού Γιατρού αλλά και το G-Cloud, που αποσκοπεί στην κοινή χρήση υπολογιστικών υποδομών από τους φορείς της Δημόσιας Διοίκησης. Μάλιστα, όπως καταγράφει η έκθεση, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος απώλειας ψηφιακών αρχείων του κράτους καθώς τα συστήματα cloud και οι δίσκοι παρουσιάζουν κενά ασφαλείας και κακή συντήρηση.
Ερχεται το ψηφιακό ΚΕΠ
Μεγάλο στοίχημα για το υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης είναι το «ψηφιακό ΚΕΠ», το οποίο, σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα του υπουργείου, Γρηγόρη Θεοδωράκη, περιλαμβάνει τη βελτίωση και αναβάθμιση των υφιστάμενων υποδομών και πληροφοριακών συστημάτων των ΚΕΠ αλλά και δράσεις αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών για την ηλεκτρονική αυτεπάγγελτη αναζήτηση των δικαιολογητικών.
«Προχωράμε σε μια πλήρη ψηφιοποίηση των παρεχόμενων υπηρεσιών από τα ΚΕΠ και κυρίως περνάμε σε μια άλλη λογική, στη λογική της αρχής once only. Με άλλα λόγια δικαιολογητικά θα υποβάλλονται μόνο μία φορά και από εκεί και πέρα η Δημόσια Διοίκηση είναι υποχρεωμένη από μόνη της να τα αναζητά και να τα παρέχει όταν αυτά ζητούνται και δεύτερον, μιλάμε για παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών».