Είδα τις προάλλες στο Netflix το one-man-show που παρουσίαζε για όλο το 2018 ο Μπρους Σπρίνγκστιν στο Μπρόντγουεϊ. Μια εκπληκτική παράσταση δυόμισι ωρών, όπου ο Boss διηγιόταν ιστορίες από τη ζωή του διανθίζοντάς τες με τα αγαπημένα του τραγούδια. Ηταν εξομολογητικός, ήταν αστείος, ήταν τρυφερός, ήταν ενίοτε σπαρακτικός – όπως όταν μίλησε για τον καταθλιπτικό, αλκοολικό και πάντα απόμακρο πατέρα του, που χτύπησε την πόρτα του λίγες μέρες πριν γεννήσει η Πάτι το πρώτο τους παιδί. Ηθελε με κάποιον τρόπο να βεβαιωθεί ότι ο γιος του είχε απαλλαγεί πια από το πατρικό φορτίο. Και να ζητήσει συγγνώμη.

Αμέσως μετά, ο Σπρίνγκστιν τραγούδησε το Long Time Comin’: «Αν είχα μια ευχή για σένα σ’αυτόν τον έρημο κόσμο, γιε μου, θα ‘ταν τα λάθη σου να ‘ναι τα δικά σου. Οι αμαρτίες σου να ‘ναι οι δικές σου».

Εχουν αυτό το φοβερό ταλέντο μερικοί τραγουδοποιοί, να μην ξέρεις αν προτιμάς να σου τραγουδάνε ή να σου λένε ιστορίες. Ο,τι και να κάνουν όμως, γαληνεύουν την ψυχή σου. Αυτό συμβαίνει και με τον Διονύση Σαββόπουλο, που παρουσιάζει τα τελευταία Σαββατοκύριακα στο Αλσος τα «τραγούδια των άλλων». Τον ακούς και ξεχνάς τους Πολάκηδες. Ερμηνεύει τον Κεμάλ όπως μόνο εκείνος μπορεί να το κάνει και σχεδόν σε πείθει ότι, ναι, ο Χατζιδάκις μπορεί και να έκανε λάθος, αυτός ο κόσμος μπορεί μια μέρα να αλλάξει.

Να το πούμε αλλιώς: εκεί που ασφυκτιάς με άλλο ένα σόου του Καμμένου, αφήνεσαι να σε παρασύρει το πάθος και η ζωντάνια ενός αιώνιου εφήβου που επιμένει να χαιρετά την «Εθνική Ελλάδος» και να ζητά από το κοινό του να κάνει το ίδιο. Πολλές από τις ιστορίες του τις ξέρεις, όπως τη φάρσα που έκαναν ο Γιαννουκάκης κι ο Σακελλάριος στον Χαιρόπουλο στα τέλη της Κατοχής. Ή την ατάκα του Τσαρούχη στον Γιώργο Κούνδουρο, στη Λυκόβρυση. Αλλες δεν τις έχεις ακούσει ή δεν τις θυμάσαι, όπως τις ιστορίες για τον Μπιθικώτση ή τον Παπάζογλου. Ολες όμως λειτουργούν σαν βάλσαμο στην ψυχή σου.

Στην παράστασή του στο Walter Kerr Theatre, ο Σπρίνγκστιν δεν απέφυγε τα πολιτικά σχόλια, έστω και υπαινικτικά, όπως για παράδειγμα εκεί που αναφερόταν σ’ εκείνους που «απευθύνονται στους σκοτεινότερους αγγέλους μας, που επικαλούνται τα πιο άσχημα και πιο διχαστικά φαντάσματα του παρελθόντος της Αμερικής, που θέλουν να καταστρέψουν την ιδέα μιας Αμερικής για όλους». Ο Σαββόπουλος, πάλι, δεν κάνει στη δική του παράσταση ευθείες πολιτικές αναφορές. Εκφράζει τη χαρά του που με την επαναλειτουργία του Αλσους ξαναζωντανεύει το Κέντρο, αλλά δεν «ψηφίζει». Απόψεις φυσικά έχει, κάποτε είχε πει ότι ο Τσίπρας είναι «long play αυταπατώμενος». Αλλά τις λέει όταν τον ρωτούν. Εδώ ο σκοπός του είναι άλλος.

Η συμφιλίωση; Οχι, η μέθεξη.