Οσα παρακολουθούμε τις τελευταίες μέρες σχετικά με τους προστατευόμενους μάρτυρες μας προσκαλούν να εξετάσουμε νηφάλια τη λειτουργία, τους κινδύνους και τα όρια του θεσμού. Σε αυτή τη συζήτηση, χρήσιμο θα ήταν να λάβουμε υπόψη ορισμένα δεδομένα από τη λειτουργία του θεσμού στις ΗΠΑ, από όπου και μας έρχεται στη σύγχρονη εκδοχή του.
Ο θεσμός του προστατευόμενου μάρτυρα έχει ως κύρια λειτουργία να ενεργοποιήσει και να καθοδηγήσει τις διωκτικές Αρχές. Να αποκαλύψει κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία ή διαδρομές, τα οποία οι Αρχές θα διερευνήσουν. Τι γίνεται εάν όμως δεν υπάρχουν τέτοια στοιχεία, αλλά μόνο προσωπική μαρτυρία; Τότε, για να αξιοποιηθεί αυτή αποδεικτικά, ο μάρτυρας πρέπει να υποστεί τη βάσανο της κατ’ αντιπαράσταση εξέτασης.
Για αυτόν το λόγο, η γραπτή κατάθεσή του σε βάρος του κατηγορούμενου δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί στη δίκη. Θα πρέπει να προσέλθει ο ίδιος. Ρητά το αμερικανικό Σύνταγμα ορίζει ότι «ο κατηγορούμενος έχει το δικαίωμα να αντιμετωπίσει σε αντιπαράσταση τους μάρτυρες κατηγορίας» (6η τροπ.). Και το Ανώτατο Δικαστήριο διευκρίνισε ότι αυτή η αρχή δεν επιδέχεται εξαίρεση, εκτός μόνο εάν ο μάρτυρας δεν είναι πλέον διαθέσιμος (π.χ. έχει πεθάνει) και εφόσον πάντως είχε ο κατηγορούμενος τέτοια δυνατότητα εξέτασης σε προηγούμενο στάδιο (Crawford v. Washington, 2004).
Εάν επομένως οι διωκτικές αρχές θέλουν να αξιοποιήσουν τον προστατευόμενο μάρτυρα, αυτός πρέπει να προσέλθει και να καταθέσει. Να βλέπει ο κατηγορούμενος και οι ένορκοι το πρόσωπό του και να έχουν τη δυνατότητα να τον εξετάσουν. Ο μάρτυρας μπορεί κατ’ εξαίρεση να ζητήσει να μην αποκαλύψει τα στοιχεία του, μόνο όμως εάν υπάρχει συγκεκριμένος (όχι υποθετικός) κίνδυνος για την ασφάλειά του και εφόσον υπάρχουν επαρκή διαθέσιμα στοιχεία για να ελεγχθεί η αξιοπιστία του.
Αμερικανιές; Κι όμως, η σημασία της κατά πρόσωπο αντιπαράστασης με τον μάρτυρα αποτελεί βασικό στοιχείο του νομικού πολιτισμού. Τη βρίσκουμε να αναγνωρίζεται στις Πράξεις των Αποστόλων. Οταν οι ιουδαίοι αρχιερείς κατηγορούσαν τον Παύλο, ο ρωμαίος έπαρχος τους απάντησε ότι στη Ρώμη δεν επιτρέπεται να παραδίνουν άνθρωπο σε θάνατο δίχως ο κατηγορούμενος να έρθει σε αντιπαράσταση με όσους τον κατηγορούσαν («πρὶν ἢ ὁ κατηγορούμενος κατὰ πρόσωπον ἔχοι τοὺς κατηγόρους»). Οι Ιουδαίοι δεν μπόρεσαν να φέρουν μάρτυρες και ο έπαρχος συνήγαγε ότι επρόκειτο για εσωτερικές τους διαφορές, διότι ο Πάυλος μίλαγε για κάποιον Ιησού που είχε πεθάνει, ισχυριζόμενος ότι εκείνος ζει («περί τινος Ἰησοῦ τεθνηκότος, ὃν ἔφασκεν ὁ Παῦλος ζῆν», Πραξ. 25:16, 19).
Ο Νίκος Παπασπύρου είναι επίκουρος καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ