Ολα ξεκίνησαν σε μια κινηματογραφική αίθουσα στο Απερ Ιστ Σάιντ της Νέας Υόρκης εν έτει 1982. Στην οθόνη προβαλλόταν η ταινία του δημοφιλούς Τέρι Γκίλιαμ των Μόντι Πάιθον (οι οποίοι συμμετέχουν στην ταινία) «Οι υπέροχοι ληστές και τα κουλουβάχατα της Ιστορίας», στην οποία ένα παιδί, συντροφιά με μια παρέα νάνων, ταξιδεύει μέσα στον χρόνο και συναντά διάσημες προσωπικότητες. Η δική μας ιστορία ξεκινά τη στιγμή που στην οθόνη εμφανίζεται για λίγα δευτερόλεπτα ο Σον Κόνερι ως Αγαμέμνων να μονομαχεί με έναν πολεμιστή με κεφάλι ταύρου, ο οποίος παραπέμπει στον Μινώταυρο. Είναι το πλάνο που δημιουργεί την ακατανίκητη επιθυμία στην ηρωίδα μας, Μέρι Νόρις, να ταξιδέψει στο άνυδρο τοπίο όπου μονομαχούσε ο Σον Κόνερι: στην Ελλάδα. Να ανακαλύψει την αγάπη της για τις «νεκρές γλώσσες», θαμμένη από την αντίθεση του πατέρα της να μάθει λατινικά στο σχολείο. Και να γράψει το δεύτερο, υπό έκδοση, βιβλίο της «Greek to me: Αdventures of the Comma Queen».

Οταν επέστρεψε στα γραφεία του «Νιου Γιόρκερ», όπου εργαζόταν ήδη ως διορθώτρια από το 1978, και μοιράστηκε την επιθυμία της με τον τότε προϊστάμενό της, εκείνος όχι μόνο άρχισε να της δείχνει στον χάρτη την Αθήνα, την Κρήτη, τη Ρόδο και το Αγιον Ορος («όπου καμία θηλυκή ύπαρξη δεν είναι ευπρόσδεκτη, ούτε καν οι κότες») τα οποία είχε επισκεφθεί, αλλά επέλεξε από τη βιβλιοθήκη του ένα εγχειρίδιο εκμάθησης ελληνικών για αρχαρίους κι άρχισε να της διαβάζει. «”Μπορείς να διαβάσεις ελληνικά;” τον ρώτησα έκπληκτη. Δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ότι κάποιος θα μπορούσε να γνωρίζει μια γλώσσα που διαθέτει διαφορετικό αλφάβητο» θυμάται η συγγραφέας στο εκτενές άρθρο της σχετικά με την περιπέτειά της στα βαθιά νερά της ελληνικής γλώσσας, το οποίο δημοσιεύεται στο «Νιου Γιόρκερ». Ο προϊστάμενος αναδείχθηκε μέντοράς της σχετικά με οτιδήποτε αφορούσε την Ελλάδα. Την ενημέρωσε για τη διαφορά δημοτικής και καθαρεύουσας και της πρότεινε να ξεκινήσει μαθήματα δημοτικής. Το περιοδικό μάλιστα δέχθηκε να της καλύψει τα έξοδα στο πλαίσιο της επιμόρφωσης των εργαζομένων του.

«Οι πρώτες λέξεις που έμαθα ήταν “ήλιος” και “ευχαριστώ”. Για να θυμάσαι τις λέξεις σε μια ξένη γλώσσα πρέπει να τις συνδέεις κατά κάποιον τρόπο με τη μητρική σου κι ενθουσιάστηκα όταν συνειδητοποίησα ότι η λέξη που στα αγγλικά χρησιμοποιούμε για τον θεό Ηλιο, στην καθομιλουμένη ελληνική σήμαινε απλώς τον ήλιο. Στη λέξη ευχαριστώ αναγνώρισα τη Θεία Ευχαριστία. Στα αγγλικά το ευχαριστώ δεν φέρει το αμοιβαίο μήνυμα ενός δώρου που προσφέρεται και λαμβάνεται. Στα ελληνικά αποτελείται από το πρόθεμα ευ που συναντάμε σε λέξεις όπως Ευγενία (αυτή που έχει ευγενική καταγωγή) ή ευφημισμός (σ.σ.: η συγγραφέας το αναφέρει ως ευγενική φράση, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για σχήμα λόγου στο οποίο αντικαθίσταται μια αρνητικά φορτισμένη λέξη με μία αντίθετης σημασίας). Και τη λέξη χάρις, που σχετίζεται με το χάρισμα».

ΑΝΟΙΞΗ ΚΑΙ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ. Ανάμεσα στις πρώτες λέξεις που εντυπωσίασαν με την ετυμολογία τους τη Μέρι Νόρις ήταν η άνοιξη, που προέρχεται από το ρήμα ανοίγω και σημαίνει την αρχή του έτους, και το καλοκαίρι, που σημαίνει καλός καιρός, αλλά εκεί που δυσκολεύτηκε ήταν το «ναι» και το «όχι»! Κι αυτό διότι το ναι την παρέπεμπε στο αγγλικό no, ενώ το όχι το έβρισκε συγγενές με το ΟΚ. Οταν ωστόσο συνήθισε τη χρήση του βεβαιωτικού όσο και του αρνητικού επιρρήματος, έβρισκε το «όχι» διασκεδαστικό και εξηγεί στους αγγλόφωνους αναγνώστες της για ποιον λόγο οι Ελληνες γιορτάζουν στις 28 Οκτωβρίου την επέτειο του Οχι.

Αν και εξοικειωμένη λόγω και της επαγγελματικής της ιδιότητας με πολλές λέξεις που έχουν ελληνική προέλευση, το γεγονός ότι ήταν ταυτισμένες με την επιστημονική ορολογία την έκαναν να τις αισθάνεται απόμακρες. Και θυμάται έντονα τη στιγμή που τη ρώτησαν αν διψάει. «Γνώριζα τη λέξη διψομανής αλλά όταν με ρώτησαν σε δεύτερο πρόσωπο ενεστώτα – «διψάς;» – αισθάνθηκα να συντελείται μια αποκάλυψη», περιγράφει η συγγραφέας.

Τα ευτράπελα βεβαίως δεν θα μπορούσαν να λείπουν από το ταξίδι εξερεύνησης της ελληνικής γλώσσας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που συνέβη στο πρώτο της ταξίδι, σε πασχαλινή περίοδο στην Ελλάδα. Την είχαν ενημερώσει ότι έπρεπε ως απάντηση στο «Χριστός Ανέστη» το βράδυ της Ανάστασης να πει «Αληθώς ο Κύριος». Εκείνη ωστόσο μπέρδεψε τα επιρρήματα και απάντησε «Πράγματι; Αναστήθηκε;».

Υπέρ της γνωριμίας με τα ελληνικά και ως επιχείρημα έναντι όσων θεωρούν ως νεκρές ορισμένες γλώσσες, όπως ο πατέρας της συγγραφέως τα λατινικά, η Μέρι Νόρις αναφέρει τους δημοφιλείς στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού διαγωνισμούς ορθογραφίας, στους οποίους ελληνικές λέξεις ή λέξεις με ελληνική ρίζα κατατάσσονται στα SOS. Στον διαγωνισμό του 2018 ανάμεσα στις λέξεις την ορθογραφία των οποίων έπρεπε να γνωρίζουν οι εξεταζόμενοι ήταν τα προπύλαια, η εκχύμωση, η παρειδωλία  Ο νικητής πήρε το έπαθλο με τη λέξη κοινωνία, ενώ μία από τις λέξεις που αποτέλεσαν εφαλτήριο για επόμενο στάδιο του διαγωνισμού ήταν η Μνημοσύνη.

Ο ΟΜΗΡΟΣ. Από την περιπέτειά της στην όχι τελικά και τόσο ακατανόητη ελληνική γλώσσα η Μέρι Νόρις φαίνεται πως αγάπησε περισσότερο τον Ομηρο και τον τρόπο που χρησιμοποιεί τους επιθετικούς προσδιορισμούς του καθώς δεν κρύβει την προτίμησή της για αναφορές όπως εκείνη στον ωκύποδα (γοργοπόδαρο) Αχιλλέα, τον πολύτροπο Οδυσσέα, τον οίνοπα πόντο και τη γλαυκώπιδα Αθηνά.

«Το επίθετο οίνωψ για την απόδοση του χρώματος της θάλασσας προκάλεσε σύγχυση στους μελετητές. Τι εννοούσε ο Ομηρος; Ποιου κρασιού είχε το χρώμα η θάλασσα; Του λευκού, του κόκκινου ή του ροζε; Ορισμένοι υπέθεσαν απλώς οι αρχαίοι Ελληνες δεν μπορούσαν να διακρίνουν το μπλε. Στο πρώτο μου ταξίδι στην Ελλάδα κι ενώ διέσχιζα το Αιγαίο, έπινα ούζο και παρατηρούσα το νερό ξαφνικά συνειδητοποίησα τι ήθελε να πει ο Ομηρος. Δεν είχε η θάλασσα το χρώμα του κρασιού, αλλά ήταν μυστηριώδης και επικίνδυνη όπως όσα βρίσκονται στον πάτο ενός ποτηριού με κρασί. Σε πλανεύει και μπορεί να χάσεις τον εαυτό σου στα νερά της» καταλήγει η συγγραφέας.