Σε «κύμα» εξελίσσεται – εκτός από την εποχική γρίπη – και η ιογενής γαστρεντερίτιδα που παιδεύει μικρούς και μεγάλους. Οι χαμηλές θερμοκρασίες, ο συγχρωτισμός σε κλειστούς χώρους και η λειτουργία των σχολείων έπειτα από την εορταστική περίοδο δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για τη μετάδοση των ιών που προκαλούν τη νόσο.
Υπό τις συνθήκες αυτές ο «οδηγός επιβίωσης» που έχει συντάξει το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) δίνει χρήσιμες συμβουλές για να μειώσουμε τις πιθανότητες νόσησης από ιογενή γαστρεντερίτιδα.
Ετσι, σύμφωνα με τους ειδικούς, το Νο 1 μέτρο προστασίας είναι η τήρηση των βασικών κανόνων υγιεινής. «Πλένουμε τα χέρια μας με σαπούνι και νερό πριν από την προετοιμασία ή την κατανάλωση φαγητού και μετά τη χρήση τουαλέτας (και αλλαγή πάνας), τον χειρισμό τροφίμων και την επαφή με κάποιον που έχει συμπτώματα γαστρεντερίτιδας».
Υπενθυμίζεται ότι η γαστρεντερίτιδα μπορεί να μεταδοθεί από άτομο σε άτομο, αφού οι ιοί αποβάλλονται στα κόπρανα και στα εμέσματα των ασθενών. Οι ιοί επιβιώνουν στις επιφάνειες έως και 72 ώρες και ακόμα και μικρή ποσότητα του ιού αρκεί για να μολυνθεί κάποιος. Οι ασθενείς με γαστρεντερίτιδα από νορο-ιό είναι μεταδοτικοί από τη στιγμή που ξεκινούν να νιώθουν αδιαθεσία έως και τουλάχιστον τρεις ημέρες μετά την ανάρρωσή τους.
ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι επιστήμονες του Κέντρου σημειώνουν ότι πρέπει να «καθαρίζουμε σχολαστικά τις επιφάνειες που χρησιμοποιούνται κατά την προετοιμασία τροφίμων καθώς και τα οικιακά σκεύη με σαπούνι και νερό πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την προετοιμασία του φαγητού. Χρησιμοποιούμε οικιακή χλωρίνη για το καθάρισμα της κουζίνας και της τουαλέτας του σπιτιού και αποφεύγουμε τη χρήση σκευών (ποτήρια, πιάτα κ.ά.) και άλλων προσωπικών αντικειμένων από κοινού με άλλα άτομα».
Σημαντικός κανόνας είναι και η κατανάλωση ασφαλών τροφίμων και νερού (δεν θα πρέπει να ξεχνά κανείς ότι τα μολυσμένα τρόφιμα μπορεί να έχουν φυσιολογική όψη και οσμή). Αξίζει να σημειωθεί ότι συνήθως η μόλυνση ενός ατόμου γίνεται μέσω της κατανάλωσης κάποιου τροφίμου ή ποτού που μολύνθηκε από ένα άτομο με ιογενή γαστρεντερίτιδα κατά την προετοιμασία του, ιδιαίτερα όταν το άτομο αυτό δεν πλένει τα χέρια του επιμελώς μετά τη χρήση της τουαλέτας.
Συνήθης τρόπος μετάδοσης του νοσήματος είναι και η κατανάλωση ωμών οστρακοειδών που έχουν αλιευθεί από μολυσμένα με λύματα νερά. Το πόσιμο νερό μπορεί, επίσης, να μολυνθεί με λύματα και να αποτελέσει πηγή διασποράς αυτών των ιών. Επιπλέον, η επαφή με κόπρανα ή εμέσματα ασθενών, η επαφή με μολυσμένες επιφάνειες ή αντικείμενα, καθώς και η εισπνοή μολυσμένων σταγονιδίων που απελευθερώνονται σε περιπτώσεις έντονης διάρροιας ή εμετού μπορούν να οδηγήσουν σε μόλυνση ενός ατόμου.
Ο χρόνος που μεσολαβεί από την επαφή (έκθεση) με έναν από τους ιούς που προκαλούν ιογενή γαστρεντερίτιδα μέχρι την εμφάνιση των συμπτωμάτων κυμαίνεται μεταξύ 12 και 72 ωρών. Συνήθως, όμως, ο χρόνος αυτός είναι μία με δύο ημέρες.
Τα κύρια συμπτώματα της ιογενούς γαστρεντερίτιδας – που διαρκούν από μία έως και δέκα ημέρες – είναι οι διάρροιες και οι έμετοι. Οι ασθενείς μπορεί επίσης να παρουσιάσουν ναυτία, πόνο και κράμπες στην κοιλιά, πονοκέφαλο, μυϊκούς πόνους, κόπωση, ρίγη και σπανιότερα πυρετό. Ο πυρετός είναι κατά κανόνα χαμηλός.
ΟΔΗΓΟΣ. Οπως υπογραμμίζουν οι ειδικού του Κέντρου, όταν κάποιος νοσεί από ιογενή γαστρεντερίτιδα, θα πρέπει για όσο διαρκούν τα συμπτώματά του και για διάστημα 48 ωρών μετά την υποχώρησή τους να:
■ Μη συμμετέχει στην προετοιμασία του φαγητού ή στην παροχή φροντίδας υγείας σε άλλα άτομα και να περιορίσει την άμεση επαφή με τους οικείους του.
■ Απέχει από τον παιδικό σταθμό ή το σχολείο (είτε είναι μαθητής, είτε εργάζεται εκεί).
■ Αποφεύγει την επίσκεψη σε χώρους όπως νοσοκομεία, γηροκομεία ή άλλα ιδρύματα, όπου φιλοξενούνται άτομα που ανήκουν σε ευπαθείς πληθυσμιακές ομάδες.
■ Μη συμμετέχει σε δραστηριότητες όπως κολύμβηση σε πισίνα, επίσκεψη σε σπα, ομαδικά αθλήματα.