Στην ευρωπαϊκή μουσική ιστορία υπάρχουν αξιόλογα και συχνά αριστουργηματικά έργα μελοποιημένης ποίησης. Ο Σούμπερτ π.χ. έχει μελοποιήσει και Γκαίτε και Σίλλερ. Ομως στην ευρωπαϊκή πνευματική αγορά αυτά τα έργα που κατατάσσονται στα «κλασικά» είναι για λίγους ακροατές και συναυλιακούς χώρους. Ο μέγας δικός μας τραγικός ποιητής Γεώργιος Βιζυηνός μάς άφησε ένα έξοχο έργο με τον τίτλο «Ανα τον Ελικώνα» (στις αθάνατες εκδόσεις «Ελευθερουδάκη», 1931) όπου μετέφρασε μεγάλα ευρωπαϊκά χορικά ποιήματα που έχουν μελοποιηθεί από κλασικούς συνθέτες. Κυρίως η φόρμα ήταν μπαλάντα, μεταφράστηκε ελληνικά από τον Βιζυηνό «Βάλλισμα». Ισως δεν γνώριζε πως η ελληνική λέξη για την μπαλάντα, δηλαδή το αφηγηματικό λυρικό ποίημα, είναι ο όρος παραλογή (παρακαταλογή): από το «Τραγούδι του γιοφυριού της Αρτας» έως την «Μπαλάντα της βάρκας του Μπαρμπανδρέα» του Βάρναλη.
Ο Σολωμός χάρηκε τα πρώτα του ελληνικά ποιήματα («Το όνειρο», την «Αγνώριστη», τη «Φαρμακωμένη») ως τραγούδια στα καντούνια της Ζάκυνθος.
Εξάλλου ως τραγούδια θεωρούσαν οι ποιητές τα λυρικά τους ποιήματα. «Τα τραγούδια της πατρίδας μου» πρωτοδημοσιεύει ο Παλαμάς. Ωδές έγραψε ο Κάλβος.
Η στρεβλή εκπαίδευσή μας ενώ είχε στη διάθεσή της εξαίσιες συλλογές (ήδη από το 1815) με ελληνικά δημοτικά τραγούδια, αποσκοράκισε το μέλος, το άσμα και κράτησε το ποίημα χωρίς τον ήχο του. Μάλιστα υπέστην δασκάλους αλλά και συναδέλφους στα σχολεία που έφτυναν ακούγοντας «κλαρίνα και σαντούρια»!
Αυτή η βαθιά παράδοση του τόπου, παράδοση ενός δημιουργού – ποιητή λαού αλλά και σημαντικών προσωπικών ποιητών που έγραφαν τραγούδια θέλοντας να ενταχθούν στη μεγάλη Λέσχη του Λυρισμού που ξεκίνησε με τη Σαπφώ και τον Ανακρέοντα συνεχίστηκε με τα Ακριτικά τραγούδια, πένθησε με τα Εγκώμια του Επιταφίου, την αριστουργηματική Νεκρώσιμη Ακολουθία και τον Ακάθιστο Υμνο για να πάει να συναντήσει τα Μοιρολόγια, του Κάτω Κόσμου τα τραγούδια, του γάμου, της ξενιτιάς, τα εργατικά, τις εξαίσιες παραλογές και να μπολιαστεί με τα τραγούδια του Ρήγα («Πουλάκι ξένο, ξενιτεμένο») και ύστερα του Σολωμού, του Ζαλοκώστα, του Σούτσου, του Ραγκαβή και της Γενιάς του Παλαμά, του Πολέμη, του Δροσίνη, του Πορφύρα έως τη μελοποιημένη ποίηση της Γενιάς του ’30 και της πρώτης και δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς.
Η δισκογραφία μας έχει να επιδείξει μελοποιημένη ποίηση των ελασσόνων λυρικών από τον Σπανό, του Καβάφη από τον Σπανό, του Λειβαδίτη από τον Τσαγκάρη, του Ελύτη, του Σεφέρη, του Πατρίκιου. Βέβαια το θεμελιώδες «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» του Μαρκόπουλου πλάι στον Σεφέρη του και τον Ελύτη. Για να φτάσουμε στους πολύ σημαντικούς ποιητές της νεότατης γενιάς που έγραψαν τραγούδια: Λ. Παπαδόπουλος, Μ. Ελευθερίου, Γκανάς, Δ. Καψάλης με πρωθιερέα τον μεγάλο Γκάτσο.
Αυτά τα προλογικά στοιχεία (όχι εκ των πραγμάτων εξαντλητικά) για να μείνω σε μια παρήγορη φετινή παρουσία της μελοποιημένης ποίησης σε μια σειρά εκδηλώσεων σε δημόσιους χώρους διασκέδασης και σε τηλεοπτικές πανηγυρικές εκπομπές.
Οι εκδηλώσεις – συναυλίες που μπόρεσα να παρακολουθήσω κατά τρόπο ατύπως συστηματικό διανύουν χρονικά όλο το ιστορικό φάσμα της λυρικής δημιουργίας στη νεότερη Ελλάδα.
Ετσι στο θέατρο Μικρό Γκλόρια η νέα αλλά ραγδαία εκπλήσσουσα τραγουδίστρια και ηθοποιός Ηρώ Σαΐα με την έντονη παρουσία ενός πιάνου και ενός βιολοντσέλου ανθολογεί μια εξαίσια ανθολογία δημοτικών τραγουδιών με κύριο θέμα τον έρωτα, την αγάπη άλλοτε ως θρίαμβο της ζωής κι άλλοτε ως απελπισία των αισθημάτων. Η Σαΐα κατόρθωσε να αναγάγει το δημοτικό άσμα στην περιωπή ενός Σούμπερτ ή Σοπέν.
Εδώ θα επισημανθεί το έξοχο αισθητικό κριτήριο του πιανίστα Νεοκλή Νεοφυτίδη.
Στο θέατρο Πετρογκάζι ο Χρήστος Παπαδόπουλος, συνθέτης και τραγουδιστής, με τον πάντα λιτό και ουσιαστικό Γεράσιμο Ανδρεάτο, τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και τους απροσδόκητα εξαίσιους ηθοποιούς – τραγουδιστές Χαϊκάλη, Θάνο Κοντογιώργη και την εκθαμβωτική Τάνια Τρύπη συνεχίζουν την αδιάκοπη παράδοση με την εξαίσια λαϊκή λυρική κραυγή του ρεμπέτικου.
Ο πολύτιμος ακτινολόγος της εθνικής μας παθογένειας Διονύσης Σαββόπουλος στο αναγεννημένο Αλσος του Πεδίου Αρεως ανθολογεί τη μεγάλη μεταπολεμική μας λυρική ιστορία.
Ο Μητσιάς με την απροσδόκητη Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στον «Παρνασσό» τιμά και αναδεικνύει τη σπουδαία μελοποιημένη ποίηση (από Γκάτσο και Λειβαδίτη σε Σεφέρη, Ελύτη, Κατσαρό).
Και σε ειδικά αφιερώματα το έργο του Θάνου Μικρούτσικου στην τηλεόραση με κύριο άξονα τον Καββαδία και τον Αλκαίο, αλλά και τον Μπρεχτ έρχεται να συναντήσει πάλι στην τηλεόραση το αφιέρωμα στον Μ. Θεοδωράκη με έργα του για φωνή και εξαίσια μεικτή πολυπρόσωπη χορωδία. Δυστυχώς στο μέγα φάσμα ραδιοφώνου και τηλεόρασης κυριαρχεί η σαβούρα που πουλάει, αφού βρίσκει.