Τα ασημικά έχουν γυαλιστεί. Το πάτωμα-σκακιέρα στο Μαξίμου έχει σφουγγαριστεί. Τα κόκκινα χαλιά έχουν στρωθεί. Ολα είναι έτοιμα για την υποδοχή της Ανγκελα Μέρκελ σήμερα το απόγευμα. Το πρωθυπουργικό επιτελείο πανηγυρίζει για αυτή την επίσκεψη και αφήνει να διαρρεύσει μέρες τώρα ότι κάτι θα πει η υψηλή προσκεκλημένη για το ρίσκο που ανέλαβε η πρώτη φορά Αριστερά με τη συμφωνία των Πρεσπών που «συμβάλλει στη σταθερότητα στα Δυτικά Βαλκάνια». Και όχι μόνο. Θα έχει, λένε, κι έναν καλό λόγο για «το τέλος της περιπέτειας» των Μνημονίων. Με δυο λόγια, θα στηρίξει τον Αλέξη Τσίπρα ενόψει όχι απλώς της κρίσιμης κοινοβουλευτικής μάχης για την κύρωση όσων υπέγραψε με τη γειτονική χώρα, αλλά και ενόψει των εκλογικών αναμετρήσεων που έρχονται. Ολα αυτά υπό μια έννοια δεν αποτελούν έκπληξη. Από εκείνο το δραματικό καλοκαίρι του 2015, που η γερμανίδα καγκελάριος νουθετούσε – για να το πούμε κομψά – τον έλληνα Πρωθυπουργό για σχεδόν δεκαεπτά ώρες, η «σιδηρά κυρία» της Ευρώπης μοιάζει να τον έχει «υιοθετήσει». Μπορεί, όμως, πραγματικά να τον βοηθήσει ερχόμενη στην Αθήνα;

Αποτέλεσμα

Το ταξίδι της εδώ του προσδίδει ευρωπαϊκό κύρος. Τον εμφανίζει ως κάποιον που συνδιαλέγεται άνετα πια με το ευρωκατεστημένο. Βέβαια, αυτό μπορεί να λογιστεί σαν ατού στα μάτια ψηφοφόρων που έχουν ήδη απομακρυνθεί από εκείνον. Αν μιλήσει κανείς με στελέχη της αντιπολίτευσης, ας πούμε, επισημαίνουν ότι «το κοινό στο οποίο απευθύνεται πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ – η αριστερή του βάση – δύσκολα θα επηρεαστεί από όσα θα κομίσει η Μέρκελ». Μνημονεύουν, μάλιστα, τις εποχές του «go back Madame Merkel» που ίσως το Μαξίμου έχει ξεχάσει, το εκλογικό ακροατήριο της Κουμουνδούρου, πάλι, πιστεύουν ότι θυμάται. Ορισμένοι νεοδημοκράτες κάνουν και μια σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν. Η καγκελάριος, υπενθυμίζουν, είχε ταξιδέψει στην ελληνική πρωτεύουσα και τον Απρίλιο του 2014 για να στηρίξει, ενόψει των ευρωεκλογών που θα γίνονταν έναν μήνα μετά, την κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά επειδή είχε παρουσιάσει «μεταρρυθμιστική κόπωση». Το αποτέλεσμα εκείνης της μερκελικής προσπάθειας, λένε, αποτυπώθηκε ξεκάθαρα στις ευρωκάλπες του 2014 αρχικά. Κι έπειτα στις πρώτες εθνικές του 2015.