Σε έναν ραδιοφωνικό σχολιασμό της επίσκεψης έφτασαν στον Φρανκ Σινάτρα για να βρουν την κατάλληλη παρομοίωση. Προφανώς επειδή σε μία από τις τελευταίες περιοδείες, «η Φωνή» είχε περάσει και από τα μέρη μας, αλλά στο Ολυμπιακό Στάδιο δεν είχαν φτάσει πολλοί για να τον ακούσουν. Η Ανγκελα Μέρκελ ετοιμαζόταν χθες το απόγευμα να προσγειωθεί στο Ελευθέριος Βενιζέλος, αλλά οι περισσότεροι περίμεναν μεν μια σταρ της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας πολιτικής σκηνής, όχι όμως μια σταρ του μέλλοντός μας. Δεν ήταν η εικόνα που κατέγραφε κανείς την άνοιξη του 2014, όταν με βλοσυρό ύφος διάβαινε την Ηρώδου του Αττικού. Η Μέρκελ, ακόμη κι αν παραμείνει ακλόνητη στην καγκελαρία την επόμενη διετία, έχει πια ημερομηνία λήξης. Και στην πολιτική το στοιχείο αυτό είναι κρίσιμο για να αρχίσει η φθορά σε ένα προφίλ παντοδυναμίας.
Πρόκειται για μια νέα κατάσταση που είχε στο μυαλό του και ο Αλέξης Τσίπρας, την ώρα των εγκωμιαστικών σχολίων στο Μέγαρο Μαξίμου. Το πρόβλημα για τον Πρωθυπουργό, ωστόσο, δεν είναι εάν φθίνει η παρεμβατικότητα της Μέρκελ ή περιορίζεται η προθυμία της να παρέμβει δυναμικά για ζητήματα που αφορούν τον ελληνικό σχεδιασμό. Ούτε εάν η εγκάρδια υποδοχή της καγκελαρίου καταγράφεται στη συλλογική μνήμη ως το επιστέγασμα μιας kolotoumbas που διεθνοποιήθηκε. Το βασικό πολιτικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε χθες το βράδυ ο Τσίπρας μπροστά στο τζάκι του Μαξίμου είναι ότι πολλοί έβλεπαν να ανταλλάσσουν φιλοφρονήσεις δύο πολιτικοί που κινούνται στις πύλες του απερχομένου. Η Μέρκελ έδειχνε μάλλον άνετη και συμβιβασμένη με την εικόνα αυτή – έπειτα από τέσσερις θητείες στην καγκελαρία μπορεί να ενδιαφέρεται μόνο για την υστεροφημία της. Επιζητεί μια τελευταία θετική εντύπωση. Ο Τσίπρας δεν μπορεί να αντιμετωπίσει από μια αντίστοιχη θέση την προοπτική ενός τέλους εποχής. Και η αδιόρατη μελαγχολία στην ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο πρωθυπουργικό γραφείο είναι κατανοητή.
Αν η Μέρκελ έφτασε στην Αθήνα για να στηρίξει πολιτικά τον Τσίπρα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο Τσίπρας χρειαζόταν πραγματικά τη στήριξή της ή θα του προσθέσει με την παρουσία της πολιτική υπεραξία εντός των τειχών. Οσο κι αν η τοξικότητα της καγκελαρίου έχει υποχωρήσει, παραμένει αμφίβολο εάν αποτελεί το κατάλληλο πρόσωπο για να ενισχύσουν την εικόνα τους όσοι διαγκωνίζονται στην εγχώρια πολιτική σκηνή. Πολύ περισσότερο εάν κινούνται στην αριστερή όχθη. Η ανάγκη του έλληνα Πρωθυπουργού να κερδίσει εύσημα από την καγκελάριο προσθέτει ενδεχομένως υλικό σε μια προεκλογική καμπάνια, αλλά το δικό του κοινό μάλλον παραμένει δύσπεπτο σε τέτοιου είδους συναναστροφές. Ακόμη κι αν στο Μαξίμου αντιλαμβάνονται ότι τα οφέλη μπορεί να αποδειχθούν πενιχρά, περίμεναν τη Μέρκελ περισσότερο ως εγγυήτρια της κανονικότητας στην οποία γύρισε η χώρα και για την οποία επιχειρεί πλέον ο Τσίπρας να εμφανιστεί ως ισχυρός εγγυητής. Τα άλλα είναι για τις φωτογραφίες και τα προεκλογικά βίντεο.
Γ ια αυτή τη νέα κατάσταση, ωστόσο, οι δύο ετερώνυμοι αρχηγοί δεν είχαν πολλά να πουν. Η λέξη «κρίση» υπήρχε σχεδόν σε κάθε παράγραφο των διαδοχικών δηλώσεών τους, είτε μέσα από μια διαρκή αναμόχλευση όσων διαδραματίστηκαν στο πρόσφατο παρελθόν είτε προσεγγίζοντας τα νέα ζητήματα που αναδεικνύονται σε διμερές και ευρωπαϊκό επίπεδο, προεξάρχοντος του Προσφυγικού. Πίσω από αυτό, τελικά, ίσως κρύβεται το πρόβλημα της Μέρκελ. Αν η καγκελάριος αποφάσισε να επιστρέψει στην Αθήνα για να αναστηλώσει την εικόνα της είναι γιατί γνωρίζει ότι – σε αντίθεση, για παράδειγμα, με τον Κολ – η δική της μεγάλη θητεία κινδυνεύει να συνδεθεί σχεδόν αποκλειστικά με τη μεγάλη κρίση και τον ακροβολισμό των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Η Ευρώπη στα δικά της χέρια δεν πήγε μπροστά. Αν ο Τσίπρας είναι και δικό της δημιούργημα, οφείλει κι εκείνη να εξωραΐσει την εικόνα του.