Η έκδοση τριών καυτών αποφάσεων από το Συμβούλιο της Επικρατείας με αντικείμενο τις μνημονιακές περικοπές σε συντάξεις και δώρα είναι θέμα χρόνου. Μέσα στο 2019, αργά ή γρήγορα, δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα προσδοκούν πως μέσω του ΣτΕ θα έρθει η δικαίωση των διεκδικήσεών τους.
Είναι ακριβώς αυτή η ίδια προοπτική η οποία έχει σημάνει συναγερμό στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και τους δανειστές. Η Κομισιόν έχει εγκαίρως προειδοποιήσει πως τυχόν μαζική δικαίωση των αναδρομικών διεκδικήσεων μπορεί να προκαλέσει δημοσιονομικό εκτροχιασμό, εγείροντας την ανάγκη νέων μέτρων. Για τους δημοσιονομικούς κινδύνους έχει προειδοποιήσει και η Τράπεζα της Ελλάδος ενώ τα όρια του προϋπολογισμού είναι περιορισμένα.
Φέτος, εν μέσω έντονης προεκλογικής αβεβαιότητας ο προϋπολογισμός προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3,6% του ΑΕΠ οριακά υψηλότερο – «μαξιλάρι» μόλις 199 εκατ. ευρώ – σε σχέση με τον μεταμνημονιακό στόχο πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ.
Με αυτά τα δεδομένα, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης έχει ζητήσει σύμφωνα με πληροφορίες από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους να καταγράψουν το δυνητικό κόστος συμμόρφωσης του ελληνικού Δημοσίου έναντι των αναμενόμενων αποφάσεων του ΣτΕ και να χαράξουν γραμμές άμυνας. Κατά τις εκτιμήσεις των δανειστών το κόστος συμμόρφωσης του Δημοσίου έναντι θετικών δικαστικών αποφάσεων κυμαίνεται στην περιοχή των 10 δισ. ευρώ ενώ κατά τις εκτιμήσεις εγχώριων παραγόντων μπορεί να αγγίξει ακόμα και τα 17 δισ. ευρώ. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για ένα κόστος το οποίο είναι αδύνατο να σηκώσει ο κρατικός προϋπολογισμός χωρίς να υπάρξει εκτροχιασμός.