«Do they really believe this crap?». Σε ελεύθερη απόδοση: «Πιστεύουν πραγματικά αυτές τις βλακείες;». Το ερώτημα μου απηύθυνε πρόσφατα βουλευτής των Συντηρητικών, οπαδός του Remain, αναφερόμενος στους συναδέλφους του από το αντίπαλο στρατόπεδο, αυτό του Leave, οι οποίοι τάσσονται υπέρ της αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ χωρίς συμφωνία – το διαβόητο «no deal», το οποίο, σύμφωνα με τις περισσότερες αναλύσεις, θα επιφέρει καίριο πλήγμα στη βρετανική οικονομία. Με την (ρητορική;) αυτή ερώτηση κατά νου, περνούσα αργά το απόγευμα της Δευτέρας την πύλη της Αίθουσας του Ιωβηλαίου, στο Παλάτι του Ουέστμινστερ, για να συναντήσω δύο από τους (δεκάδες) οπαδούς του σκληρού Brexit στη Βουλή των Κοινοτήτων: την πρώην υπουργό Τερίζα Βίλιερς και τον Μάθιου Οφορντ, αμφότεροι βουλευτές των κυβερνώντων Τόρις οι οποίοι εμφανίζονται αποφασισμένοι να καταψηφίσουν τη συμφωνία για το Brexit στην ψηφοφορία της προσεχούς Τρίτης. Μισή ώρα μετά τη συνάντησή μας, οι δύο συνομιλητές μου θα συναντούσαν την Τερίζα Μέι στη Ντάουνινγκ Στριτ, σε μια συνάθροιση που θα μπορούσε να είχε τον τίτλο «Οι εντιμότατοι εχθροί μου»: η βρετανίδα πρωθυπουργός δεξιώθηκε τους βουλευτές που αντιτίθενται στη συμφωνία της, σε μια ύστατη προσπάθεια να τους μεταπείσει – εις μάτην.
«Πολλές από τις προβλέψεις για καταστροφή σε περίπτωση μη συμφωνίας θα αποδειχθούν ανακριβείς», υποστηρίζει, μιλώντας στα «ΝΕΑ», η Βίλιερς, η οποία κατείχε διάφορους υπουργικούς θώκους επί πρωθυπουργίας Ντέιβιντ Κάμερον. Ο Οφορντ υπερθεματίζει: «Δεν πιστεύω ότι η μη συμφωνία θα είναι καταστροφική για τη χώρα. Υπάρχουν πολλά θετικά στην αποχώρηση χωρίς συμφωνία. Θα συνεχίσουμε να κάνουμε επενδύσεις, συναλλαγές και εμπόριο σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Ασφαλώς, όμως, πρέπει να υπάρξει προγραμματισμός ώστε να διασφαλιστεί ότι θα είμαστε έτοιμοι». «Η έξοδος χωρίς συμφωνία ενέχει ρίσκο. Αν όμως συμβεί, οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες και τα οφέλη από την ανάκτηση του ελέγχου των νόμων μας και του τρόπου με τον οποίο ρυθμίζουμε την οικονομία μας θα υπερισχύσουν των όποιων βραχυπρόθεσμων μειονεκτημάτων», προσθέτει η Βίλιερς.
Τι θα γίνει την Τρίτη στη Βουλή με την ψηφοφορία; Η Μέι θα χάσει, μου λένε και οι δύο. Και μετά, τι; «Είναι σημαντικό η κυβέρνηση να συνεχίσει να συνομιλεί με την ΕΕ. Είναι προς το συμφέρον και των δύο να βρεθεί συμφωνία, εάν φυσικά είναι δυνατόν. Ταυτόχρονα, όμως, η κυβέρνηση πρέπει να εντείνει τις προετοιμασίες για αποχώρηση χωρίς συμφωνία», τονίζει η Βίλιερς. «Είναι πιθανό η πρωθυπουργός να προσπαθήσει να αποσπάσει περαιτέρω παραχωρήσεις από την ΕΕ. Αν διασφαλιστεί ότι το backstop για τη Βόρεια Ιρλανδία θα έχει ημερομηνία λήξης ή δεν θα ενεργοποιηθεί καθόλου, τότε οι Συντηρητικοί και το DUP θα μπορούσαν να στηρίξουν τη συμφωνία. Αν όχι, είναι απίθανο να το πράξουν. Και τότε εναπόκειται στην πρωθυπουργό να αποφασίσει εάν θα επιστρέψει στις Βρυξέλλες ή αν θα επιτρέψει στη χώρα να αποχωρήσει χωρίς συμφωνία» λέει ο Οφορντ. Οσο για το ενδεχόμενο δεύτερου δημοψηφίσματος, η Βίλιερς είναι κατηγορηματική: «Εχουμε κάνει δημοψήφισμα και οφείλουμε να το σεβαστούμε. Αν πούμε “όχι, δεν μας αρέσει το αποτέλεσμα της πρώτης φοράς, πρέπει να ψηφίσουμε ξανά”, αυτό θα υπονομεύσει την εμπιστοσύνη (σ.σ.: του λαού) στη δημοκρατία».