Με μία ευθεία παρέμβασή τους οι ΗΠΑ σκληραίνουν τη στάση τους απέναντι στη Γερμανία και συγκεκριμένα στο θέμα της κατασκευής του αγωγού μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου Nord Stream 2.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας «Bild am Sonntag», ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Γερμανία Ρίτσαρντ Γκρενέλ με επιστολή του προς εκπροσώπους εταιρειών που εμπλέκονται στο έργο Βερολίνου – Μόσχας τις προειδοποίησε με πιθανές κυρώσεις από την Ουάσιγκτον.
«Συνεχίζουμε να τονίζουμε ότι οι εταιρείες που συμμετέχουν στον τομέα των εξαγωγών ρωσικής ενέργειας συμμετέχουν σε κάτι που συνεπάγεται σημαντικό κίνδυνο κυρώσεων» ανέφερε η επιστολή. «Ως αποτέλεσμα, οι εταιρείες που υποστηρίζουν την κατασκευή και των δύο αγωγών υπονομεύουν ενεργά την ασφάλεια της Ουκρανίας και της Ευρώπης».
Στο κείμενο της επιστολής Γκρενέλ που δημοσιεύει η εφημερίδα επισημαίνεται ακόμη: «Οπως γνωρίζετε, οι ΗΠΑ εναντιώνονται σθεναρά στον Nord Stream 2 (…). Ο αγωγός αυτός θα έχει σοβαρές γεωπολιτικές συνέπειες για τους ευρωπαίους συμμάχους και εταίρους μας. Τις ανησυχίες μας τις μοιράζονται πολλοί. Κράτη – μέλη της ΕΕ στην Ανατολική Ευρώπη, κυβερνήσεις στη Δυτική Ευρώπη και ο Καναδάς εναντιώνονται επίσης στο έργο. Αυτοί οι εταίροι μοιράζονται τις βαθύτατες ανησυχίες μας για την ολοένα πιο επιθετική συμπεριφορά της Ρωσίας, ειδικά τη χρήση των ενεργειακών πόρων ως πολιτικού και οικονομικού μοχλού από τη Μόσχα».
Από την άλλη μεριά εκπρόσωπος της αμερικανικής πρεσβείας στη Γερμανία επιδίωξε να διαβεβαιώσει την εφημερίδα ότι το κείμενο δεν πρέπει να εκληφθεί ως απειλή, αλλά ως σαφής έκφραση της πολιτικής της Ουάσιγκτον.
Τον αγωγό Nord Stream 2 κατασκευάζει κοινοπραξία στην οποία συμμετέχουν η ρωσική Gazprom και πέντε ευρωπαϊκοί όμιλοι. Θα έχει τη δυνατότητα μεταφοράς 55 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων ρωσικού φυσικού αερίου ετησίως από τη Ρωσία στην Ευρωπαϊκή Ενωση, μέσω Βαλτικής και Γερμανίας. Υπέρ του έργου τάσσονται κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, άλλες όμως το απορρίπτουν διότι θεωρούν πως θα αυξήσει την εξάρτησή τους από το ρωσικό αέριο.
Η ρωσική εταιρεία Gazprom είναι τυπικά ο μοναδικός μέτοχος της εταιρείας έργου Nord Stream 2. Η εταιρεία έχει υπογράψει συμβάσεις χρηματοδότησης με τις γερμανικές εταιρείες Wintershall και Uniper, καθώς και την ολλανδική βρετανική Shell, την Engie (πρώην GDF Suez) από τη Γαλλία και την OMV από την Αυστρία.
Οι ΗΠΑ όπως και η ΕΕ έχουν ταχθεί κατά του Nord Stream 2, υποστηρίζοντας ότι με τον τρόπο αυτόν αυξάνεται η ενεργειακή εξάρτηση της Γηραιάς Ηπείρου από την Gazprom και το ρωσικό φυσικό αέριο.
Η Ουάσιγκτον προτείνει να αυξηθούν οι αγορές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), που διαθέτουν αμερικανικές εταιρείες, ως εναλλακτική λύση στο ρωσικό αέριο.
Επιπλέον εκφράζει την ανησυχία της πως με την παράκαμψη της Ουκρανίας το Κίεβο θα χάσει σημαντικά έσοδα από τα τέλη διέλευσης που χρεώνει στο ρωσικό φυσικό αέριο.