Ο Αλέξης Τσίπρας δεν το εννοούσε όπως ο Κλεμανσό όταν δήλωσε πως ο Πάνος Καμμένος ήταν γι’ αυτόν αναντικατάστατος. Δεν ήταν ένας ευφημισμός, μια επίδειξη λεπτής αν και κάπως μακάβριας ειρωνείας αυτή του έλληνα Πρωθυπουργού όπως ήταν του γάλλου προέδρου όταν έλεγε πως τα νεκροταφεία είναι γεμάτα με αναντικατάστατους. Ο Τσίπρας κυριολεκτούσε. Και κυριολεκτώντας, δεν περιέγραψε μόνο το είδος της σχέσης του με τον Καμμένο. Επανατοποθετήθηκε στον πολιτικό χάρτη: η κυβέρνηση Τσίπρα, είπε στην ουσία ο Τσίπρας, μπορούσε να υπάρξει μόνο σε πούρα εθνικολαϊκιστική μορφή. Η πρώτη φορά Αριστερά δεν θα ήταν πρώτη φορά Αριστερά χωρίς τους εθνικολαϊκιστικούς της πνεύμονες.
Και είναι έτσι. Ο Καμμένος ήταν ο μόνος που θα επέτρεπε στην Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ να διατηρήσει αναλλοίωτο το λαϊκιστικό DNA της. Ο μόνος που όχι απλώς θα ανεχόταν τον πολακισμό, αλλά θα λειτουργούσε συμπληρωματικά μαζί του ή ακόμη και καθοδηγητικά. Μόνο η συμμαχία με τους ΑΝΕΛ θα άφηνε ελεύθερο το πεδίο στον ΣΥΡΙΖΑ να στήσει το δικό του κομματικό κράτος, να δημιουργήσει πελατειακά δίκτυα, να ελέγξει μέσα ενημέρωσης, να χειραγωγήσει τη Δικαιοσύνη. Το τέλος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ επιβεβαίωσε ότι η αδιανόητη επιλογή για τον Τσίπρα τον Ιανουάριο του 2015 δεν ήταν το κόμμα του Καμμένου αλλά το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη. Δεν ήταν αδύνατη με την εθνικιστική Δεξιά η συγκυβέρνηση αλλά με το φιλελεύθερο Κέντρο. Δεν ήταν η πολιτική ορθότητα του Ποταμιού που είχε ανάγκη η συριζαϊκή Αριστερά – το αντίθετο. Ηταν μόνο με την αντιθεσμική κουλτούρα των ΑΝΕΛ που μπορούσε να αναπτυχθεί ελεύθερα το καθεστωτικό της πνεύμα.
Ο Καμμένος ήταν αναντικατάστατος για τον Τσίπρα γιατί μόνο με τον Καμμένο θα μπορούσε να κυβερνήσει ο Τσίπρας έτσι όπως κυβέρνησε: με πλιάτσικα, θεσμικές εκτροπές και αίσθημα ιδιοκτησίας του κράτους. Να κυβερνήσει σαν μια εξουσία που απλώνει τα πλοκάμια της παντού, μια εξουσία επιθετική, αμετροεπής και βουλιμική. Μια εξουσία, με μια λέξη, καμμενική.