Ο ακροδεξιός υπουργός Εσωτερικών της Ιταλίας, ο Ματέο Σαλβίνι, ήταν ένας από τους πρώτους ευρωπαίους πολιτικούς που έσπευσαν να συγχαρούν, στα τέλη Οκτωβρίου, τον επίσης ακροδεξιό και απείρως πιο προκλητικό ακόμα Ζαΐρ Μπολσονάρο για την εκλογή του στην προεδρία της Βραζιλίας. Ο Μπολσονάρο ανέλαβε καθήκοντα την Πρωτοχρονιά. Μόλις 12 ημέρες αργότερα, τη νύχτα του Σαββάτου προς Κυριακή, ο Τσεζάρε Μπατίστι, πρώην μέλος της ιταλικής ακροαριστερής οργάνωσης Ενοπλοι Προλετάριοι για τον Κομμουνισμό (PAC), μετέπειτα επιτυχημένος συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων, συνελήφθη στη Βολιβία. «Η Βραζιλία δεν είναι πια μια χώρα παρανόμων. Ματέο Σαλβίνι, το “δωράκι” έρχεται» σχολίασε στο Twitter ο γιος του νέου προέδρου της Βραζιλίας, βουλευτής ο ίδιος, Εντουάρντο Μπολσονάρο. Και κάπως έτσι, η ιστορία του Μπατίστι, απόλυτο σύμβολο των ανοικτών ακόμα πληγών από τα «μολυβένια χρόνια» της τρομοκρατίας στην Ιταλία, συνέκλινε με μία άλλη, σύγχρονη ζοφερή ιστορία.
Γεννημένος στην Τσιστέρνα ντι Λατίνα το 1954, ο Τσεζάρε Μπατίστι συνελήφθη για πρώτη φορά το 1979 και το 1981 καταδικάστηκε σε 13 χρόνια φυλάκιση για συμμετοχή σε ένοπλη οργάνωση. Αρχές Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς, όμως, κατάφερε να δραπετεύσει, με τη βοήθεια μελών της PAC, από τις φυλακές του Φροσινόνε. Αρχικά κατέφυγε στο Μεξικό. Στη συνέχεια, αρχές της δεκαετίας του 1990, πήγε στο Παρίσι. Η Γαλλία του Φρανσουά Μιτεράν, άλλωστε, είχε διαβεβαιώσει, το 1985, πως θα έπαυε να εκδίδει στην Ιταλία πρώην μέλη ένοπλων ακροαριστερών οργανώσεων που είχαν απαρνηθεί τη βία, αρκεί να μην είχαν βάψει τα χέρια τους με αίμα. Ο Μπατίστι απέκτησε άδεια διαμονής στο Παρίσι και δουλειά ως θυρωρός. Παράλληλα, επιδόθηκε στη συγγραφή αστυνομικών μυθιστορημάτων. Δεν έπαψε ποτέ να διακηρύττει την αθωότητά του, αρνήθηκε ωστόσο να παρουσιαστεί ενώπιον της ιταλικής Δικαιοσύνης, που τον καταδίκασε το 1993 ερήμην, όσο και τελεσίδικα, σε ισόβια για τη δολοφονία τεσσάρων ανθρώπων στα τέλη της δεκαετίας του 1970.
Ισως να θεωρούσε πως θα τον προστάτευε εσαεί το επονομαζόμενο «δόγμα Μιτεράν». Με τα χρόνια, ωστόσο, και υπό την πίεση της Ρώμης, αυτό ράγισε. Νιώθοντας τον κλοιό να σφίγγει, ο Μπατίστι διέφυγε το 2004 στη Βραζιλία. Επειτα από μια τετράμηνη παραμονή του στη φυλακή, το 2007, και μια μακρά δικαστική μάχη, ο Λούις Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα αποφάσισε, την τελευταία ημέρα της θητείας του στην προεδρία της Βραζιλίας, στις 31 Δεκεμβρίου του 2010, να απορρίψει το αίτημα έκδοσης που είχε υποβάλει έναν χρόνο νωρίτερα η Ρώμη. Οσο πιο δεξιά στρεφόταν η Βραζιλία, εντούτοις, τόσο μεγάλωνε η απειλή για τον Μπατίστι. Τον περασμένο Δεκέμβριο, το Ανώτατο Δικαστήριο της Βραζιλίας διέταξε τη σύλληψή του και ο απερχόμενος δεξιός πρόεδρος Μισέλ Τεμέρ υπέγραψε την πράξη έκδοσής του στην Ιταλία. Ο Μπατίστι εξαφανίστηκε. Συνελήφθη όμως τη νύχτα του Σαββάτου προς Κυριακή στη Βολιβία, στην πόλη Σάντα Κρους ντε λα Σιέρα, «από βολιβιανούς αστυνομικούς της Ιντερπόλ». Σύμφωνα με τις πληροφορίες, «είχε εισέλθει παράνομα στη χώρα, με πλαστά έγγραφα». Αμέσως δρομολογήθηκε η μεταφορά του στη Βραζιλία.
«Ο Μπατίστι συνελήφθη! Η δημοκρατία είναι πιο ισχυρή από την τρομοκρατία» έγραψε στο Twitter ο Αντόνιο Μπερναντίνι, πρεσβευτής της Ιταλίας στη Βραζιλία. Σύμφωνα με το ιταλικό υπουργείο Εσωτερικών, ένα αεροσκάφος με ιταλούς αστυνομικούς και αξιωματούχους των υπηρεσιών πληροφοριών στάλθηκε ήδη στη χώρα προκειμένου να παραλάβει τον Τσεζάρε Μπατίστι. Μιλώντας στην ιταλική τηλεόραση, ο Ματέο Σαλβίνι εξέφρασε την ελπίδα ο Μπατίστι να βρίσκεται άμεσα στην Ιταλία. «Ευχαριστώ με όλη μου την καρδιά τον πρόεδρο Ζαΐρ Μπολσονάρο και τη νέα κυβέρνηση της Βραζιλίας για την αλλαγή του πολιτικού κλίματος» δήλωσε.