Ηθελε να δει καλύτερες μέρες για τους χιλιάδες εγκλωβισμένους στην Μόρια της δυστυχίας: «Ερχονται και ξανάρχονται, τους μαζεύουν νύχτα από τη θάλασσα και με πιάνει η ψυχή μου» έλεγε πριν από τρεις μήνες στα «ΝΕΑ». Ηθελε ακόμα να γινόταν ξαφνικά «ένα μαγικό» και να ξανάβλεπε το μωρέλι που «είχε πιει το γάλα μονορούφι».
Ούτε το «μαγικό» έγινε ούτε η απελπισία έλειψε ποτέ από τον καταυλισμό των 4.927 προσφύγων (σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του αρμόδιου υπουργείου). Ομως μένουν για πάντα τα λόγια και οι πράξεις γενναιοδωρίας από τη γιαγιά – σύμβολο ανθρωπιάς της Λέσβου, Μαρίτσα Μαυραπίδου, η οποία «έφυγε» στα 89 χρόνια της.
Είχε δύο γιους, τρία εγγόνια και ήταν μία από τις τρεις ηλικιωμένες οι οποίες έδειχναν καθημερινά την αλληλεγγύη τους στους πρόσφυγες, ειδικά στη διετία κορύφωσης της προσφυγικής κρίσης το 2015-16, ενώ έκαναν τον γύρο του κόσμου όταν ο φωτογραφικός φακός τις έπιασε να φροντίζουν ένα προσφυγόπουλο, καθισμένες στο στέκι τους, το παγκάκι κάτω από τον πλάτανο στην παραλία της Σκάλας Συκαμιάς.
Η νεκρώσιμη ακολουθία θα ψαλεί στην Παναγιά τη Γοργόνα, στο λιμανάκι της Σκάλας Συκαμιάς, σήμερα στις τρεις το μεσημέρι και η ταφή θα γίνει στο κοιμητήριο της Συκαμιάς. Το δικό του «αντίο» στη γλυκιά γιαγιά της Λέσβου απηύθυνε με ανάρτηση στο Facebook ο φωτορεπόρτερ Λευτέρης Παρτσάλης, ο οποίος είχε τραβήξει την τρυφερή φωτογραφία τον Οκτώβριο του 2015. «Η γιαγιά Μαρίτσα έχει κάνει πολλές καλές πράξεις, αλλά αυτή που έγινε γνωστή, έστω και μόνο αυτή, μας άφησε μερικά πίξελ ανθρωπιάς και αρκετά ml μελάνι για να πορευόμαστε και να παραδειγματιζόμαστε. Προσωπικά νιώθω τιμή που υπήρξα κομμάτι αυτής της ιστορίας» έγραψε.
Εξάλλου αναφερόμενη στο «παρασκήνιο» της συγκεκριμένης εικόνας, η ίδια είχε περιγράψει ότι «μόλις είχαν φτάσει τρεις βάρκες με πρόσφυγες και ήταν πολύς κόσμος μαζωμένος στον Πλάτανο». Μαζί με τις δύο φίλες της, Μηλίτσα Καμβύση και Ευστρατία Μαυραπίδου, είδαν τη νεαρή μητέρα και αποφάσισαν να φροντίσουν το παιδί της μέχρι εκείνη να αλλάξει τα βρεγμένα ρούχα της: «Πεινούσε πολύ το μωρέλι. Εγώ του έκανα το μπιμπερό! Στην αρχή δεν έπινε. Το έβαλα στο μάγουλό μου και ήταν ζεστό. Πήγα στη βρύση, το κρύωσα, καθίσαμε και ήπιε το γάλα μονορούφι». Το μωράκι της νεαρής από τη Συρία δεν ήταν το μοναδικό που είχε βρεθεί στην αγκαλιά της Μαρίτσας Μαυραπίδου. «Ηταν κι άλλα μωρέλια, βρεγμένα, που κρύωναν, πεινούσαν. Και άρρωστοι μετανάστες που έβγαιναν στη στεριά με υποθερμία. Ακόμα τα σκέφτομαι αυτά όταν είμαι μόνη μου» είχε πει στα «ΝΕΑ» τον περασμένο Οκτώβριο, καθώς θυμόταν με συγκίνηση εκείνα τα χρόνια: «Ο,τι μπορούσαμε τότε το κάναμε με χαρά. Οι μάνες μας ήταν πρόσφυγες, ξέρουμε από αυτά. Τώρα πια δεν μπορούμε να βοηθήσουμε. Πλαγιάζουμε εμείς…». Ειδικά για τη Μηλίτσα Καμβύση, τη γιαγιά που στην περίφημη φωτογραφία κρατά το μωράκι, η 89χρονη Μαρίτσα ήταν η παρέα της, η τελευταία φίλη της, όπως λέει: «Περνούσε από το σπίτι μου για να πούμε δυο κουβέντες».
Για την ηρωίδα της αλληλεγγύης, η οποία ενσάρκωσε τις αξίες και τα ιδανικά που βρίσκονται βαθιά ριζωμένα στην ψυχή του Ελληνα, έκανε λόγο ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Δημήτρης Βίτσας: «Η αυθόρμητη και ανιδιοτελής προσφορά της έδωσε κουράγιο και δύναμη σε πολλούς, ενώ ταυτόχρονα δίδαξε στην Ευρώπη και στον κόσμο ποιο είναι το πραγματικό περιεχόμενο της έννοιας του ανθρωπισμού». Ο ίδιος, σχολιάζοντας τη φωτογραφία των γιαγιάδων με το προσφυγόπουλο, πρόσθεσε: «Θα μας υπενθυμίζει πάντα πως ο μόνος δρόμος είναι αυτός της ανθρωπιάς». Στην «ανεκτίμητη συνεισφορά «γενικότερα του λεσβιακού λαού στις εξαιρετικά δύσκολες εποχές της έξαρσης της μεταναστευτικής κρίσης» αναφέρθηκε ο δήμαρχος Λέσβου Σπύρος Γαληνός, επισημαίνοντας για τη Μαρίτσα Μαυραπίδου ότι «με τη δύναμη ψυχής συγκλόνισε και ενέπνευσε την παγκόσμια κοινότητα». Γενναία τη χαρακτήρισε ο πρόεδρος της Συκαμιάς Γιώργος Σαρόγλου: «Αποχαιρετούμε μια γυναίκα που έκανε όλους τους Συκαμιώτες στο χωριό, στη Σκάλα, αλλά και όπου αλλού ζούμε, περήφανους».
«Εμείς το Βραβείο Νομπέλ δεν το θέλαμε ποτέ·
Ο,τι κάναμε, το κάναμε από την καρδιά μας»
Τον Οκτώβριο του 2015 η φωτογραφία των γιαγιάδων της Λέσβου με το προσφυγόπουλο στην Σκάλα Συκαμιάς κυριαρχούσε σε σάιτ και έντυπα όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και του εξωτερικού. Ακριβώς έναν χρόνο μετά ο ξένος Τύπος («Guardian» κ.ά.) έγραφε για το φαβορί του Νομπέλ Ειρήνης για το 2016: τους έλληνες νησιώτες. «Εμείς εκείνο το βραβείο δεν το θέλαμε ποτέ. Ο,τι κάναμε, το κάναμε με χαρά, από την καρδιά μας» έλεγε προ λίγων μηνών η Μαρίτσα Μαυραπίδου ελπίζοντας να βελτιωθούν οι συνθήκες στον καταυλισμό της Μόριας: «Τόσα κράτη δεν βλέπουν τι γίνεται εδώ; Ολο έρχονται και ξαναέρχονται πρόσφυγες. Πού τους βάζουν;». Εξάλλου μιλώντας για το Νομπέλ Ειρήνης, η Μηλίτσα Καμβύση, η οποία ήταν ουσιαστικά η υποψήφια μαζί με τον ψαρά Στρατή Βαλιαμό, έλεγε ότι οι τρεις φίλες δεν έκαναν κάτι σπουδαίο: «Γιατί να πάρουμε βραβείο; Ας το έπαιρνε το κράτος καλύτερα, για τους παράδες που λέει ότι δεν έχει». Οπως είχε προσθέσει η ίδια, εμφανώς απογοητευμένη, «πάνε χρόνια και οι δύστυχοι πρόσφυγες υποφέρουν. Τους παράδες τούς παίρνει το κράτος. Και τι κάνει; Πρέπει να δουν καλυτέρευση οι άνθρωποι».