Στην πρώτη ομιλία που εκφώνησε μετά την ανάληψη της εξουσίας, τον Ιούλιο του 2016, η Τερίζα Μέι υποσχέθηκε ότι θα εργαστεί για την ενότητα όχι μόνο των εθνών του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά και όλων των πολιτών του. Λίγες μόνο ημέρες μετά, άρχισε να κραυγάζει πως «Brexit σημαίνει Brexit» και πως αυτό που χρειάζεται η χώρα της είναι ένα «κοκκινολευκομπλέ Brexit», στα χρώματα της σημαίας δηλαδή. Ηταν φανερό ότι περισσότερο από την ενότητα της χώρας την ενδιέφερε η ενότητα του κόμματος. Και ότι είχε στραφεί στον εθνικισμό για να κολακεύσει τους σκληρούς δεξιούς βουλευτές της.
Εξι μήνες νωρίτερα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε κάνει την έκπληξη, κερδίζοντας την ηγεσία, όχι ακόμη της χώρας, αλλά της Νέας Δημοκρατίας. Η πρώτη του κίνηση ήταν να ορίσει αντιπροέδρους τους εκπροσώπους των δύο πτερύγων του κόμματος. «Θα κερδίσουμε οριστικά τη μάχη των ιδεών απέναντι στον λαϊκισμό» είπε στην πρώτη του ομιλία στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος. Και ιδέες παρουσίασε πράγματι πολλές, σε όλους τους τομείς, δείχνοντας ότι είναι ικανός να αλλάξει την Ελλάδα. Κι ας τον κατηγορούσαν οι λαϊκιστές αντίπαλοί του για φλερτ με την Ακροδεξιά επειδή έλεγε τα αυτονόητα για την ασφάλεια.
Η υπόθεση του Μακεδονικού άλλαξε τα δεδομένα. Οπως η Μέι έγινε βασιλικότερη του βασιλέως υποστηρίζοντας με θέρμη μια θέση αντίθετη με τη δική της, το Brexit, έτσι και ο Μητσοτάκης όχι μόνο καταδίκασε μια λύση που υπό άλλες συνθήκες θα υποστήριζε, αλλά άρχισε να καταγγέλλει και εκείνους που δεν συμφωνούσαν μαζί του. Ηταν φανερό ότι περισσότερο από την ενότητα της χώρας τον ενδιέφερε η ενότητα του κόμματος. Και ότι είχε στραφεί στον εθνικισμό για να εμποδίσει τη δημιουργία ενός σκληρού δεξιού σχηματισμού που θα ανταγωνιζόταν τη Νέα Δημοκρατία.
Από καθαρά κομματική άποψη, μπορεί να μην είχε άδικο. Απελευθέρωσε όμως το τζίνι από το μπουκάλι. Αντί να αντιπαρατεθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ στο επίπεδο των ιδεών, όπως είχε υποσχεθεί, άρχισε να πλειοδοτεί στο πεδίο των συνθημάτων. Αποδεχόμενος την «αδωνοποίηση» της Νέας Δημοκρατίας, απομακρύνθηκε επικίνδυνα από την Ευρώπη. Κι έφτασε τώρα, απαριθμώντας τους στόχους της «κυβέρνησης – κουρελούς», να βάζει δίπλα δίπλα την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών και τη διατήρηση των ΑΝΕΛ ως κοινοβουλευτικής ομάδας.
«Για το καλό της Βρετανίας, Τερίζα Μέι, απλώς φύγε» έγραψε ένας αρθρογράφος της «Guardian» μετά την προχθεσινή συντριπτική ήττα της βρετανίδας πρωθυπουργού. Θα μπορούσε να πει κανείς το ίδιο και για τον Τσίπρα (αφού περάσει τη συμφωνία των Πρεσπών). Αρκεί ο διάδοχός του να υποσχεθεί να κλείσει το ταχύτερο τις βαθιές πληγές που έχουν ανοίξει οι διχαστικές συγκεντρώσεις, οι αποκρουστικές αφίσες και οι κραυγές περί «αποστατών» και «αργυρώνητων». Και να ξαναβάλει το τζίνι στο μπουκάλι.
Μήπως ήρθε η ώρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης να χαμηλώσει λίγο τους τόνους;