Γίνεται ένα αριστερό κόμμα που παραδοσιακά καταγγέλλει τον δικομματισμό να επιμένει σε ένα ντιμπέιτ για δύο; Γίνεται. Και δεν γίνεται μόνο εάν ο αρχηγός του πιστεύει ότι το τηλεοπτικό στούντιο είναι ένα προνομιακό πεδίο για τον ίδιο – εάν πιστεύει ότι ο ίδιος είναι ένας Κένεντι, ενώ απέναντί του έχει έναν Νίξον. Γίνεται και όταν ο βαλκάνιος Κένεντι πιστεύει ότι μπορεί να μετατρέψει ένα ντεβαντάζ σε πλεονέκτημα. Οτι μπορεί η επίλυση του Μακεδονικού να γυρίσει μπούμερανγκ σε εκείνον που δεν την αρνήθηκε τρεις αλλά τριάντα τρεις φορές.
Εντελώς βαλκανικά, ο Τσίπρας επιχειρεί να κλείσει το Μακεδονικό έτσι όπως το άνοιξε. Ο Πρωθυπουργός είδε στην ευνοϊκή συγκυρία που παρουσιάστηκε με την πτώση του εθνικιστή Γκρούεφσκι στην ΠΓΔΜ και την αγωνία της Δύσης να περιορίσει τον ρωσικό παράγοντα στα Δυτικά Βαλκάνια και μια ευκαιρία να διασπάσει τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Απέτυχε. Αλλά τίποτε δεν τον εμποδίζει να ξαναπροσπαθήσει, όχι για να αποτύχει καλύτερα, όπως θα ήθελε το πνεύμα του Μπέκετ, αλλά για να καταφέρει αυτό που δεν κατάφερε τότε: να πλήξει τη ΝΔ και τον ευρωπαϊστή φιλελεύθερο αρχηγό της ρίχνοντάς τον αυτή τη φορά στο καναβάτσο της ασυνέπειας. Να πείσει ότι άλλα έλεγε πριν και άλλα τώρα και ότι στην πραγματικότητα ο Μητσοτάκης δεν είναι απλώς ένας όψιμος μακεδονομάχος αλλά και ένας παλιός μακεδονοκλάστης.
ΚΑΤΑΛΥΤΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΑ. Αν και φιλόδοξο, το σχέδιο δεν στερείται θεωρητικής βάσης. Τηρουμένων των αναλογιών, το Μακεδονικό είχε την ίδια καταλυτική επίδραση σε κάποια κόμματα που είχε σε άλλα η κρίση. Οι Ανεξάρτητοι Ελληνες του Πάνου Καμμένου εξαερώθηκαν – η μήνυση που κατέθεσε εις βάρος του χθες η Παμμακεδονική Συνομοσπονδία Αθηνών αποδεικνύει, αν μη τι άλλο, ότι η πραγματικότητα εκδικείται. Η πραγματικότητα δεν λυπήθηκε ούτε το κόμμα του Βασίλη Λεβέντη – ο δικός του μακεδονικός αγώνας δεν συγκίνησε κανέναν. Και το Ποτάμι ζει ένα κομματικό παράδοξο: από τον Δανέλλη που δηλώνει πίστη στη Συμφωνία των Πρεσπών και σιγά σιγά και αφοσίωση στον Τσίπρα έως τον Ψαριανό που διακηρύσσει ότι δεν θα γίνει «ρεπατζής του Ζουράρι», είναι σχεδόν αδύνατον να βρει κανείς δύο ανθρώπους στο κόμμα που να συμφωνούν μεταξύ τους.
Αν λάβει υπόψη του κανείς ότι ελέω Θεοχαρόπουλου ούτε το ΚΙΝΑΛ αισθάνεται πολύ καλά, τότε καταλήγει στο συμπέρασμα πως η Συμφωνία των Πρεσπών είναι για τα κόμματα ό,τι και ένας κακόβουλος ιός για τους υπολογιστές: οι πιο ευάλωτοι στις επιθέσεις (κεντρώοι, ΑΝΕΛ, Ποτάμι) καταστρέφονται εντελώς, οι πιο ισχυροί (ΚΙΝΑΛ) χρειάζονται επειγόντως αντιιικό.
ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ ΤΟΥ ΤΣΙΠΡΑ. Και η ΝΔ; Ισχύει ό,τι και στις χώρες όπου το τηλεοπτικό ντιμπέιτ δεν έχει πολιτική παράδοση: αυτός που είναι μπροστά στις δημοσκοπήσεις δεν έχει λόγο να εκτεθεί στα τηλεοπτικά αλώνια, τα στούντιο είναι γεμάτα μπανανόφλουδες και μπορεί ανά πάσα στιγμή να τις πατήσει κανείς. Κάπως έτσι η πρόταση για ντιμπέιτ εξαερώθηκε σε έναν πόλεμο ανακοινώσεων, με τη ΝΔ να ζητάει ντιμπέιτ μαζί με ημερομηνία εκλογών και το Μαξίμου να εγκαλεί τη ΝΔ για φόβο.
Θα είναι ασφαλώς πάντα πιο εύκολο να μιλάς για τους φόβους του άλλου, παρά για τους δικούς σου. Και ο φόβος του Μαξίμου είναι ότι ο ιός του Μακεδονικού θα χτυπήσει τον ΣΥΡΙΖΑ τουλάχιστον γεωγραφικά. Οτι ακόμη και αν η Συμφωνία δεν παίξει ρόλο στην ψήφο του Νότου, στη Βόρεια Ελλάδα το κόμμα θα υποστεί περίπου ένα είδος εξαέρωσης, όπως αυτή που υπέστησαν οι τρεις μικροί. Το ντιμπέιτ, από αυτήν την άποψη, θα ήταν μια απόπειρα να μοιραστεί ο Τσίπρας τη ζημιά με τον Μητσοτάκη. Να επιμερίσει την ευθύνη της Συμφωνίας, ακόμη και αν η ψήφος της ΝΔ στη Βουλή είναι αρνητική – αρκεί να δείξει ένα έγγραφο στον φακό που θα αποδεικνύει ότι η ΝΔ ήταν πάντα υπέρ της σύνθετης ονομασίας και πως είχε αναγνωρίσει τη μακεδονική γλώσσα από το μακρινό 1977.
Με ποιους όρους θα γινόταν το ντιμπέιτ; Αν ο Τσίπρας ήταν ικανός να φωνάξει α λα Δημοσθένης Λιακόπουλος την κάμερα να έρθει πιο κοντά για να ζουμάρει στο έγγραφο, ο Μητσοτάκης δεν θα έπρεπε να περάσει ούτε απέξω.