Το χρονικό μιας προαναγγελθείσης πορείας. Αυτό είναι οι επιστολές του Νέλσον Μαντέλα από τα 27 χρόνια της φυλάκισής του. Ολοι εμείς σήμερα ξέρουμε το τι επακολούθησε – όμως η μοναδική εμπειρία της ανάγνωσης της αλληλογραφίας του έγκειται στην αίσθηση ότι ο άνθρωπος που τα ήξερε πίστευε ακράδαντα ότι θα συμβούν τα όσα έγιναν κατόπιν.

Ο Νέλσον Μαντέλα γεννήθηκε πριν από έναν αιώνα. Ηταν πεπεισμένος ότι η προσωπική του ιστορία θα γίνει κομμάτι της Ιστορίας, ότι η τελευταία πράξη θα στηριζόταν στην αλήθεια και τη συμφιλίωση και ποτέ δεν αμφέβαλλε γι’ αυτό. Ούτε όταν ο δικαστής τον καταδίκασε σε ισόβια το 1964. Ούτε όταν έκλεισε πίσω από τον 45χρονο Νέλσον η πόρτα της φυλακής και εκείνος, ο κρατούμενος νούμερο 466/64, βρέθηκε σε ένα κελί 3×2,5 μέτρα στο νησί Ρόμπεν όπου κρατήθηκε επί 18 χρόνια. Ούτε ακόμα το 1969, όταν σκοτώθηκε σε τροχαίο ο μεγάλος γιος του Τέμπι και δεν του επετράπη να παραστεί στην κηδεία.

Ενα από τα μεγάλα σύμβολα του 20ού αιώνα, ο Μαντέλα, έγραψε αυτοβιογραφία που έγινε μπεστ σέλερ με τίτλο «Ο δρόμος προς την ελευθερία», ενώ πολλά βιβλία γράφτηκαν γι’ αυτόν: από τον δεσμοφύλακά του Τζέιμς Γκρέγκορι και τον εγγονό του Ντάμπα έως τον έλληνα δικηγόρο του Γιώργο Μπίζο. Ομως η έκπληξη που κρύβει αυτός ο τόμος με τις 250 επιστολές του – οι μισές εκ των οποίων δημοσιοποιούνται για πρώτη φορά – είναι πως, παρ’ όλες τις δυσκολίες και τα βάσανα που υπέστη ο Μαντέλα, εκείνο που κέρδιζε πάντα ήταν η βεβαιότητά του πως τα πράγματα θα αλλάξουν. Ο «Μαντίμπα», όπως τον αποκαλούσαν, έγραψε τις επιστολές γνωρίζοντας πως οι περισσότερες δεν θα έφθαναν στον προορισμό τους – τη σύζυγό του Γουίνι, τα παιδιά του ή παλιούς φίλους και συντρόφους. Ο δικηγόρος Μαντέλα με το διάσημο πάθος του για τη λεπτομέρεια κρατούσε κατάλογο των γραμμάτων: «Δεν ξέρω», γράφει κάποια στιγμή στη Γουίνι, «εάν θα πάρεις αυτό το γράμμα ή εκείνα της 19ης Ιουλίου, 1ης και 18ης Αυγούστου και εάν ναι, πότε θα φθάσουν σ’ εσένα».

Σήμερα γνωρίζουμε πως τις περισσότερες επιστολές τις έγραφε μέσα στο σκοτάδι, παρ’ όλα αυτά το ύφος του είναι λογικό και υπομονετικό – σπανίως εκφράζει θυμό ή απελπισία. Και είναι πραγματικά εντυπωσιακό ότι ζει λες και δεν υπάρχει το καθεστώς του απαρτχάιντ. Στα γράμματά του είναι πατέρας και σύζυγος και γιος και θείος και φίλος, σαν να είναι ελεύθερος άνθρωπος. Παρότι όταν δεν γράφει είναι αναγκασμένος να βρίσκεται κάτω από τον καυτό ήλιο επί ώρες και να σπάει πέτρες. Τα γράμματά του δεν αποτελούν αντανάκλαση του κόσμου της φυλακής μέσα στον οποίο έζησε τόσα χρόνια, αλλά αποτελούσαν τη διαφυγή του. Το 1976, όταν ήδη βρισκόταν 14 χρόνια φυλακισμένος, ανέφερε στη γυναίκα του ότι οι ώρες κατά τις οποίες έγραφε «ήταν οι μοναδικές στιγμές που αισθανόμουν ότι κάποια μέρα στο μέλλον θα μπορεί η ανθρωπότητα να διαμορφώσει αγίους οι οποίοι θα μεταδώσουν σε όλα όσα κάνουν μια πραγματική αγάπη για την ανθρωπότητα».

Υπάρχει όμως και ανησυχία και φροντίδα για τα πέντε παιδιά του, για τα σχολεία τους, για τα δώρα που παραγγέλνει σε βιβλιοπωλεία να τους στείλουν στα γενέθλιά τους. Και ταυτόχρονα διαβάζει για το πτυχίο της Νομικής. Γράφει στη γραμματεία του Πανεπιστημίου του Λονδίνου εάν γίνεται να επιμηκύνουν τις εξετάσεις του σε περίοδο δύο ετών. Με τις επιστολές αυτές σε διάστημα 25 ετών ο Μαντέλα περιγράφει και τη δική του εξέλιξη σε έναν από τους μεγάλους ήρωες του καιρού μας. Τέσσερις από αυτές δημοσιεύει το «Βιβλιοδρόμιο»:

Προς τον Νόλετζ Γκουζάνα,

δικηγόρο και αρχηγό του Δημοκρατικού

Κόμματος της «πατρίδας» Τρανσκέι

14 Οκτωβρίου 1968

Αγαπητέ Νταμπίσα,

Πριν από δύο μέρες ο γαμπρός μου, ο Τίμοθι Μπούζο, με ενημέρωσε ότι παρέστης στην κηδεία της μητέρας μου και θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για την ευγενική σου αυτή χειρονομία. Μόνο μια βαθιά αίσθηση δημόσιου καθήκοντος θα επέτρεπε σε έναν άνθρωπο, ο οποίος κατέχει θέση σαν τη δική σου και ο οποίος δέχεται συνεχώς και με τρόπο πιεστικό αιτήματα για τις υπηρεσίες του, να βρει χρόνο να αφιερωθεί στο κοινό καλό και θα ήθελα να ξέρεις ότι σου είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων.

Δεν ήταν εύκολο ποτέ και για κανέναν να χάσει την αγαπημένη του μητέρα. Σ’ ένα κελί της φυλακής μια τέτοια δυστυχία μπορεί να είναι η απόλυτη καταστροφή. Θα μπορούσε να είναι τέτοια και η περίπτωσή μου όταν έμαθα τα τραγικά νέα στις 26 Σεπτεμβρίου, ημερομηνία που η ειρωνεία της τύχης ήθελε να είναι και τα γενέθλια της συζύγου μου. Ευτυχώς για εμένα, όμως, οι φίλοι μου εδώ, που είναι προικισμένοι με αρετές πολύ μεγαλύτερες από όσες θα μπορούσα ποτέ να κατέχω, έχουν την εξαιρετική ικανότητα να καταλαβαίνουν και να συμπονούν τους άλλους. Πάντα στηριζόμουν πολύ στη συντροφικότητα και στην αλληλεγγύη τους. Η καλή τους προαίρεση και η συμπαράστασή τους με βοήθησαν να αντιμετωπίσω με εγκαρτέρηση την τραγική αυτή απώλεια (…)

Να γκόμσο!

Ειλικρινέστατα δικός σου,

Νέλσον

Προς τις Ζενάνι και Ζιντσι Μαντέλα,

τη μεσαία και μικρότερη κόρη του

4 Φεβρουαρίου 1969

Αγαπημένες μου,

Το όμορφο γράμμα της Ζίντζι έφθασε σ’ εμένα σώο και ασφαλές και πραγματικά χάρηκα πολύ που έμαθα ότι πλέον πάει στην Τετάρτη Τάξη. Οταν με επισκέφθηκε η Μαμά τον περασμένο Δεκέμβριο, μου είπε ότι και οι δύο είχατε περάσει τις εξετάσεις σας και ότι η Ζένι ήταν πια στην Πέμπτη Τάξη. Ξέρω τώρα ότι ο Γκάτο και η Μάκι έχουν περάσει κι αυτοί. Μου δίνει μεγάλη χαρά που βλέπω όλα τα παιδιά μου να πηγαίνουν τόσο καλά.

Χάρηκα πολύ που έμαθα ότι η Ζένι μπορεί να μαγειρέψει πατάτες, ρύζι, κρέας και πολλά άλλα πράγματα. Περιμένω με ανυπομονησία τη μέρα που θα μπορέσω να απολαύσω όλα όσα μαγειρεύει. Η Ζίντζι λέει ότι πονάει η καρδούλα της επειδή δεν είμαι σπίτι και θέλει να μάθει πότε θα γυρίσω. Δεν ξέρω, αγάπες μου, πότε θα γυρίσω. Θυμάστε μάλλον ότι στο γράμμα που έγραψα το 1966 σας είπα πως ο λευκός δικαστής είπε ότι πρέπει να μείνω στη φυλακή για το υπόλοιπο της ζωής μου.

Μπορεί να περάσει καιρός μέχρι να γυρίσω, μπορεί να γυρίσω και σύντομα. Κανείς δεν ξέρει πότε θα γίνει αυτό, ούτε καν ο δικαστής που είπε ότι πρέπει να μείνω κλεισμένος εδώ. Είμαι όμως σίγουρος ότι μια μέρα θα γυρίσω στο σπίτι και θα ζήσουμε μαζί ευτυχισμένοι μέχρι να γεράσω.

Μην ανησυχείτε για μένα τώρα. Είμαι χαρούμενος, υγιής και γεμάτος δύναμη και ελπίδα. Το μόνο πράγμα που μου λείπει πραγματικά είστε εσείς, αλλά όποτε αισθάνομαι μοναχός κοιτάζω τη φωτογραφία σας που έχω πάντα μπροστά μου. Είναι πανέμορφη φωτογραφία. (…)

Πολλή πολλή αγάπη και εκατομμύρια φιλιά

Στοργικά

Τάτα

Προς τη Γουίνι Μαντέλα, σύζυγό του

31 Αυγούστου 1970

Ντάντε Γουέτου

Το γράμμα σου από τις 2 Ιουλίου μου παραδόθηκε στις 14 Αυγ. – 1 μήνα και 12 μέρες αφού το έγραψες. Ηταν το πιο γλυκό απ’ όλα σου τα γράμματα και ξεπέρασε μέχρι και εκείνο το πρώτο πρώτο από τις 20 Δεκ. ’62. Αν υπήρχε ποτέ ένα γράμμα που ήθελα απεγνωσμένα να κρατήσω, να διαβάζω σιωπηλά ξανά και ξανά στη μοναξιά του κελιού μου, ήταν αυτό ακριβώς. Ηταν η ανταμοιβή μου για όσα πολύτιμα πράγματα μου στέρησε η σύλληψή σου – τις κάρτες των Χριστουγέννων, της επετείου του γάμου και των γενεθλίων -, τα μικρά πράγματα που ποτέ δεν ξεχνάς. Μου είπαν όμως να το διαβάσω εκείνη τη στιγμή και μου το άρπαξαν αμέσως μόλις έφτασα στην τελευταία γραμμή (…).

Πόσο θαυμάσιο το γράμμα σου όμως! Υπάρχουν στιγμές στη ζωή κάθε ζευγαριού που δεν ξεχνιούνται εύκολα και τις περιστάσεις που περιγράφεις με τόσο συναίσθημα τις θυμάμαι με την ίδια αγάπη και και τις σκέφτομαι συνεχώς. Παρεμπιπτόντως, τις προάλλες διάβαζα το φοβερό τηλεγράφημα που έστειλες πριν από 2 χρόνια για τα πεντηκοστά μου γενέθλια. Συνειδητοποίησα ότι δεν θα περάσει πολύ καιρός πριν θεωρούμαι πρεσβύτερος, που είναι ο υψηλότερος τίτλος που αποκτούν αυτομάτως ακόμα και συνηθισμένοι άνθρωποι σαν κι εμένα, εξαιτίας της προχωρημένης ηλικίας τους. Θα είναι πολύ σωστό τότε λοιπόν να φροντίσω να αποκτήσω έναν κάποιον όγκο ώστε να φουσκώσω την αξιοπρέπειά μου και να προσδώσω την κατάλληλη βαρύτητα στα λεγόμενά μου. Αν όνειρό μου ήταν η παχυσαρκία, θα είχα στη διάθεσή μου όλα τα μέσα να το πραγματοποιήσω. Αν θέλω να κουνάω πέρα δώθε την κοιλάρα μου, το μόνο που χρειάζεται να κάνω είναι να είμαι πάντα χαλαρός και να φορτώνω το καημένο το στομάχι μου με υδατάνθρακες.

Το πρόβλημα όμως είναι τα γράμματά σου. Σχηματίζουν έναν στέρεο τοίχο ανάμεσα σ’ εμένα και την άνοια. Οταν διαβάζω κάποιο απ’ αυτά, οι φυσικές διαδικασίες μοιάζουν να αντιστρέφονται και ποτέ δεν είμαι σίγουρος αν γερνάω ή ξανανιώνω. Το δεύτερο δείχνει να κυριαρχεί (…)

Θυμάσαι που κουβαλούσαμε μια κολοκύθα καθώς επιστρέφαμε από το Μπονγκουένι; Τι θαυμάσιο ταξίδι ήταν αυτό, Μλόπε! Είμαι σίγουρος πως θα το ξανακάνουμε… Η 26 Σεπτ. που έρχεται θα είναι τα δεύτερα γενέθλια που περνάς στη φυλακή. Μακάρι όταν έρθει και πάλι να είσαι ελεύθερη. Σε σκέπτομαι πάντα, Νγκουτιάνα. Θα μπω κι εγώ στη μάχη και θα βάλω τα δυνατά μου όταν με καλέσει ο δικηγόρος σου.

Εκατομμύρια φιλιά και

πολλή πολλή αγάπη σ’ εσένα.

Αφοσιωμένα, Νταλιμπούνγκα

Επιστολή του 1975

«Η απόλυτη υποταγή στην ελπίδα»

Προς τον Γιουσούφ Νταντού, εξόριστο σύντροφο στο Λονδίνο

1 Νοεμβρίου 1975

Αγαπητέ μου Μοταμπάι,

Από τον Ιανουάριο ’73 έχω γράψει σε οικογένεια, συγγενείς και φίλους 190 γράμματα και τα τελευταία 13 χρόνια έχω συγκεντρώσει μια πολύτιμη περιουσία 199 γραμμάτων που περιέχουν ενθαρρυντικά συναισθήματα αγάπης και αφοσίωσης, αλληλεγγύης και ελπίδας. Κάποια από αυτά είναι ανησυχητικά ρεαλιστικά και νηφάλια, ενώ άλλα είναι εξόχως ιδεαλιστικά (…)

Η θεία μου που με αγαπάει και που είδα για τελευταία φορά πριν από 20 χρόνια γράφει πολύ ζωντανά γράμματα. «Ενας θερμοκέφαλος εξημερώνεται από τους δικούς του ανθρώπους», λέει σε ένα από αυτά και στη συνέχεια προτείνει την απόλυτη υποταγή μου στην ελπίδα ότι μια τέτοια στάση θα οδηγήσει σε αλλαγή απόψεων εκεί που πρέπει. Αλλοι στρέφονται στο τελευταίο όπλο όσων δεν έχουν συγκεκριμένη πρόταση να κάνουν και προτείνουν να προσευχόμαστε δυνατά και ειλικρινά επειδή, απ’ ό,τι ισχυρίζονται, οι θεοί δεν έχουν απογοητεύσει ποτέ εκείνους που ζητούν την προστασία τους. Η τρίτη κατηγορία τονίζει ενώ εσύ έχεις προτείνει επανειλημμένα σε επίσημες και ανεπίσημες περιστάσεις κατά το παρελθόν και αυτό που με έχει επηρεάσει τα τελευταία 30 χρόνια. Αυτή είναι η πλούσια συγκομιδή μου την τελευταία δεκαετία. Κανένα από αυτά τα γράμματα όμως δεν περιέχει έστω ένα ίχνος απελπισίας ή απαισιοδοξίας και όλα τους υποθέτουν ότι μια μέρα θα επιστρέψουμε για να χαρούμε μαζί τις απολαύσεις της ελεύθερης ζωής. Καθένα τους είναι ένα ισχυρό τονωτικό που κρατάει το αίμα μου αγνό και το μυαλό μου καθαρό. Κυρίως γι’ αυτόν τον λόγο είναι τόσο σημαντικά τα Σάββατα εδώ. Πάντα μας παραδίδουν την αλληλογραφία τη μέρα αυτή. Σχεδόν όλα τα μάτια είναι συνήθως στραμμένα στην κύρια πύλη της πτέρυγας.

Σκέφτομαι συχνά τις μέρες που θα έρθουν, τα προβλήματα προσαρμογής και της επιστροφής στην πρότερη ζωή μου. Από αυτή την άποψη κυρίως μπορώ να λέω ότι δεν έχω ζήσει ποτέ μου σε αυτό το νησί. Οι σκέψεις μου πάντα ταξιδεύουν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της χώρας και θυμάμαι τα μέρη που έχω επισκεφτεί. Ο «Ατλας της Οξφόρδης» παρά τη μεγάλη του ηλικία – αφού τον απέκτησα το ’63 – είναι ένας από τους σημαντικότερους συντρόφους μου και μελετώντας τον έχω γνωρίσει τον κόσμο και τη χώρα μου πολύ καλύτερα απ’ όταν ήμουν ελεύθερος.

Νέλσον Μαντέλα

Γράμματα από τη φυλακή

Μτφ. Γιώργος Μαραγκός, επιμέλεια: Sahm Venter, εκδ. Κλειδάριθμος, 2018, σελ. 720

Τιμή: 19,50 ευρώ