Με δεδομένο το βεβαρημένο ιστορικό της Συμφωνίας των Πρεσπών, ως προς το πώς καταρτίστηκε, πώς υλοποιήθηκε και πώς και από ποιους τελικά θα ψηφισθεί στο ελληνικό Κοινοβούλιο, δεν αποτελεί έκπληξη. Οπως έκπληξη δεν αποτέλεσαν και οι διαδικασίες που επιχείρησαν να ακολουθήσουν στη Βουλή των Ελλήνων και τις οποίες σταμάτησαν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης με τη μαχητικότητά τους. Η πολιτική ακαταστασία, οι συναλλαγές και τα πρωτόγνωρα φαινόμενα διάλυσης των κομμάτων που αναδείχθηκαν με την κρίση δημιούργησαν ερωτήματα ως προς τη λειτουργία της Βουλής, τα οποία ο Κανονισμός της Βουλής δεν θα μπορούσε να έχει προβλέψει. Και ποιος λογικός και έμπειρος, ως προς τη λειτουργία του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, πολιτικός ή επιστήμονας θα μπορούσε να ρυθμίσει την εξής παρδαλή κατάσταση: ένα κόμμα συντηρείται ως κοινοβουλευτική ομάδα, με δύο βουλευτές που παρέχουν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, ενώ το ίδιο το κόμμα την αποσύρει!!! Τραγελαφικές καταστάσεις, καταβαράθρωση της πολιτικής, απαξίωση των πολιτικών.
Από την πλευρά της δικής μας Κοινοβουλευτικής Ομάδας, το «όχι» σε αυτή τη συμφωνία είναι ρητό, εμφαντικό, ανεπιφύλακτο και πάνω απ’ όλα πατριωτικό. Επιχείρησαν, ωστόσο, να μας εντάξουν και εμάς στο παρδαλό πολιτικό περιβάλλον που δημιούργησε η επιχείρηση του ΣΥΡΙΖΑ να συλλέξει εθελοντές παντός πολιτικού είδους. Κι όλα αυτά εξαιτίας της αμφίσημης στάσης ενός βουλευτή μας, ο οποίος απομακρύνθηκε από τις κοινοβουλευτικές μας τάξεις.
Το πρόβλημα αυτό ωστόσο ανήκει πια στο παρελθόν.
Σε ό,τι όμως αφορά εκείνους που υπερψηφίζουν τη συμφωνία, τα ερωτήματα που τίθενται, λαμβάνοντας υπ’ όψιν το βάρος της ευθύνης που επωμίζονται με αυτή τους την απόφαση, είναι κεφαλαιώδη, αδυσώπητα και αμείλικτα. Οπως και κεφαλαιώδης ήταν η άρνηση της κυβέρνησης να καταθέσει στην ελληνική Βουλή το κείμενο της ρηματικής διακοίνωσης της συμφωνίας, την επιστολή παραίτησης του κ. Ν. Κοτζιά, καθώς και το κείμενο του Συντάγματος των Σκοπίων όπως έχει διαμορφωθεί. Πώς είναι δυνατόν να διεξαχθεί ουσιαστική συζήτηση χωρίς αυτά τα τεκμήρια; Με ποια κριτήρια οι βουλευτές που στηρίζουν τη Συμφωνία των Πρεσπών αποφάσισαν ότι είναι εθνικά επωφελής; Πώς μπορεί κανείς να πάρει μια τόσο σοβαρή απόφαση έχοντας ελλιπή γνώση; Το κείμενο της ρηματικής διακοίνωσης των Σκοπίων κατατέθηκε στην Επιτροπή Εξωτερικών και Αμυνας μετά από αίτημά μου. Και το αναθεωρημένο Σύνταγμα της πΓΔΜ έως αργά χθες το βράδυ δεν είχε κατατεθεί. Στην προκειμένη περίπτωση είναι εθνικά και πολιτικά επιζήμιο μια τέτοια συμφωνία να έρχεται με προβληματική τεκμηρίωση και με διαδικασίες που ομαλοποιήθηκαν με την παρέμβαση της αντιπολίτευσης. Είναι χαρακτηριστική η πρακτική αυτής της κυβέρνησης να αντιμετωπίζει τα ζητήματα με προχειρότητα, αλλά όφειλε σε θέματα που σχετίζονται με τα μείζονα εθνικά ζητήματα της χώρας να είναι δημοκρατικότερη και πάνω από όλα σοβαρότερη.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος είναι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΔΗΣΥ