Σύμφωνα με το ρεπορτάζ εκείνων των ημερών, όταν τον Αύγουστο του 2014 ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας επισκέφθηκε τον Ιερό Ναό του Πρωτάτου στο Αγιον Ορος και ζήτησε να μείνει «εντελώς μόνος του για δέκα λεπτά» με το εικόνισμα του Αξιον Εστί, παρόντες πρέπει να ήταν κάποιοι μοναχοί, πιθανόν ο πολιτικός διοικητής του Αγίου Ορους Αρίστος Κασμίρογλου, ο υπεύθυνος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ για τα θρησκεύματα Γιάννης Αμανατίδης, ο κομματικός αρμόδιος της θεματικής θρησκευμάτων Μάκης Λυκόπουλος και ο γνωστός και μη εξαιρετέος Νίκος Παππάς, διευθυντής τότε του πολιτικού γραφείου του Τσίπρα. Πόσοι από αυτούς είχαν την αίσθηση ότι παρίσταντο σ’ ένα απλό επικοινωνιακό πυροτέχνημα, από εκείνα που ο μελλοντικός πρωθυπουργός θα εκτόξευε κατόπιν κατά κόρον, και πόσοι ότι θα διηγούνται κάποτε στα εγγόνια τους πως, ναι, ήταν κι εκείνοι εκεί, την ώρα που ο Σαούλ μεταμορφώθηκε σε Παύλο; Ισως να μην το μάθουμε ποτέ. Επιτρέψτε μου πάντως τουλάχιστον τον Νίκο Παππά να μην μπορώ να τον φανταστώ στη δεύτερη κατηγορία.
Δεκατέσσερις μήνες αργότερα, ανάλογη αμηχανία – εάν εξαιρέσουμε τη θρησκευτική παράμετρο – πρέπει να ένιωσε και ο Τζιάνι Πιτέλα, πρόεδρος της ομάδας Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωκοινοβούλιο, όταν ο Αλέξης Τσίπρας, πρόσφατα τότε αναβαπτισμένος πρωθυπουργός και ήδη γνωστός ανά την Ευρώπη ως ο ταχυδακτυλουργός που βάζει στο καπέλο «Οχι» και βγάζει «Ναι», εξέφρασε την επιθυμία να παρακολουθήσει τις εργασίες της ευρωπαϊκής σοσιαλιστικής ομάδας «ως παρατηρητής». Σφόδρα ενοχλημένοι από αυτή τη θρασύτατη «αντιποίηση Αρχής», η Φώφη Γεννηματά και ο Σταύρος Θεοδωράκης – η πρώτη ενσωματωμένη στην ομάδα, ο δεύτερος συνδεδεμένος – έσπευσαν, μέσω ακτιβιστών της δικής τους επιρροής, να ενημερώσουν τον Πιτέλα ότι ο Τσίπρας «δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική οικογένεια της Σοσιαλδημοκρατίας, αρνήθηκε μετά τις τελευταίες εκλογές να συζητήσει με τις προοδευτικές δυνάμεις και επέλεξε να συνεργαστεί με το ακροδεξιό συνωμοσιολογικό κόμμα των ΑΝΕΛ». Ο Πιτέλα τούς διαμήνυσε να μην ανησυχούν, ήταν ενήμερος για το «στρατηγικό σφάλμα» του ΣΥΡΙΖΑ και έβαλε προσώρας τον Τσίπρα στον πάγο. Με το πέρασμα του χρόνου, ωστόσο, άλλοι ευρωπαίοι σοσιαλιστές ηγέτες έκλιναν προς την άποψη ότι, εάν έχεις να επιλέξεις ανάμεσα σ’ έναν σοσιαλδημοκράτη ηγέτη με λυμφατική κοινοβουλευτική ομάδα και σ’ έναν καραμπινάτο πολιτικό απατεώνα με μεγάλο λαϊκό έρεισμα που περιστασιακά υποδύεται (και) τον σοσιαλδημοκράτη, οφείλεις να επιλέξεις τον δεύτερο. Μπορούν να είναι βέβαιοι ότι ο Μακιαβέλι, αν σηκωνόταν από το μνήμα του, θα ήταν περήφανος για το σκεπτικό τους και θα τους φιλούσε σταυρωτά στα μάγουλα.
Η τακτική «Είμαι ό,τι θέλεις» δεν ξεκίνησε με τον Τσίπρα, ούτε και πρόκειται να εξαφανιστεί όταν ο Τσίπρας θα αποσυρθεί από το πολιτικό προσκήνιο. Είναι ο θεμέλιος λίθος του λαϊκισμού και θα μιλάει πάντοτε στον ουρανίσκο του εκλογικού σώματος όσο και τα σουτζουκάκια σμυρναίικα. Δεν έχει τόση σημασία επίσης εάν ο ίδιος παίρνει τις μεταλλάξεις του στα σοβαρά ή εάν κατουριέται κάθε βράδυ από τα γέλια, εάν αποφεύγει να κοιτάξει το (κάθε φορά διαφορετικό) είδωλό του στον καθρέφτη ή κορδώνεται πόσο «μάγκας» είναι και πώς παίζει τα «κορόιδα» στα δάχτυλα. Σημασία έχει εάν τα «κορόιδα» παίρνουν τις μεταλλάξεις του τοις μετρητοίς, λησμονούν ή θυμούνται κατά παραγγελία τα ψεγάδια του εκάστοτε «συμμάχου» του και είναι πρόθυμα να κατασπαράξουν – με την ίδια πάντοτε εγκληματική αμεριμνησία – τον εκάστοτε «εχθρό» του. Κυρίως; Σημασία έχει αν τα χτεσινά «θύματά» του διατίθενται να λησμονήσουν όλα τους τα δεινά προκειμένου να εξασφαλίσουν ένα αυριανό του χάδι.