Στην Αθήνα και στο Λονδίνο τρέχουν παράλληλα, τις τελευταίες ημέρες, δύο εκπληκτικά όμοιες διαδικασίες. Στην Ελλάδα, η πρόταση εμπιστοσύνης, καθώς και η κύρωση της παραλίμνιας Συμφωνίας των Πρεσπών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κύρωση της συμφωνίας του Brexit και η πρόταση δυσπιστίας κατά της Μέι.
Η Συμφωνία των Πρεσπών έχει τον χαρακτήρα του εθνικού ζητήματος. Οχι άμεσα, βέβαια. Αλλά ως προς την τεκμηριωμένη εκτίμηση ότι η συμφωνία αυτή εγκυμονεί κινδύνους και παρενέργειες που ενθαρρύνουν τον διαχρονικό αλυτρωτισμό των Σκοπίων. Οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η συμφωνία για το Brexit αφορά την ίδια την υπόσταση του Ηνωμένου Βασιλείου. Εγκυμονεί άμεσα κινδύνους, που συνέχονται με τη συνύπαρξη της Αγγλίας με τη Σκωτία και τη Βόρεια Ιρλανδία. Και, φυσικά, το Brexit θα επηρεάσει ουσιωδώς την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου και τον χαρακτήρα της.
Στην Ελλάδα υποταχθήκαμε σε μια διαδικασία που κατασκεύασαν η κυβέρνηση και ο Πρόεδρος της Βουλής. Πρώτα, ακολουθήθηκε η ψηφοφορία για την έκφραση εμπιστοσύνης. Και μετά ακολουθεί η διαδικασία της κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών. Προφανώς, για να στηριχθεί αποκλειστικά και μόνο η κυβέρνηση. Κάποιες συμφωνίες κάτω από το τραπέζι πρέπει να έχουν παρεμβληθεί. Γι’ αυτές πρέπει να συνομολογήσουμε ότι συνέχονται με τον πολιτικό σχεδιασμό ενός μικρού κόμματος το οποίο επιχειρεί να υπερβεί τις αντιφατικές δηλώσεις των στελεχών του και να αντιμετωπίσει στη ρίζα του την παγίδα διάλυσής του.
Στο Λονδίνο η συμφωνία για το Brexit καταψηφίστηκε με μεγάλη πλειοψηφία. Τεράστια πολιτική ήττα για την Πρωθυπουργό σ’ ένα θέμα εξαιρετικά σημαντικό και με κορυφαία ιστορική διάσταση. Εύλογη ήταν η έναρξη της διαδικασίας έλλειψης εμπιστοσύνης με πρωτοβουλία των Εργατικών. Μια τέτοια ήττα της Πρωθυπουργού σχεδόν επιτάσσει την υποβολή του αντίστοιχου ερωτήματος. Εχει ή δεν έχει η Μέι το νόμιμο δικαίωμα να ασκεί τα καθήκοντά της ως πρωθυπουργού; Η Τερίζα Μέι, από τη μία υπέστη ήττα ως προς τη συμφωνία Brexit, από την άλλη κέρδισε την εμπιστοσύνη της Βουλής. Του κορυφαίου πολιτικού οργάνου του Ηνωμένου Βασιλείου.
Στην Ελλάδα ακούστηκαν στην ιερή αίθουσα του Κοινοβουλίου πολλά και κατά κανόνα γραφικά. Οπως «εγώ είμαι ο Πρωθυπουργός και θα με ακούτε με ησυχία»! Οπως «νυφούλα», ως χαρακτηρισμό σεξουαλικού προσανατολισμού μέλους του Κοινοβουλίου, καθώς και άλλες χυδαιότητες και υπονοούμενα.
Στο Λονδίνο η όλη διαδικασία κράτησε δύο ημέρες. Και ο διάλογος ήταν ουσιαστικός. Τα μέλη του βρετανικού Κοινοβουλίου δεν διακρίθηκαν (και δεν διακρίνονται) για την υποκριτική κοσμιότητα. Είχαν και έχουν το δικαίωμα να επιδοκιμάζουν ή να αποδοκιμάζουν ανοικτά και με κραυγές κάθε ομιλητή και οπωσδήποτε την πρωθυπουργό. Σ’ αυτό βοηθάει και η χωροταξία της αίθουσας. Στο ίδιο επίπεδο, ακόμα και πιο χαμηλά, απευθύνεται η πρωθυπουργός στους βουλευτές.
Η σύγκριση είναι οδυνηρή. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει καν σύνταγμα που να ορίζει τη λειτουργία του κορυφαίου δημοκρατικού θεσμού του. Εμείς έχουμε. Πλην όμως το σύνολο των καταγεγραμμένων συνταγματικών κανόνων δεν έχει εξασφαλίσει τον ουσιαστικό προορισμό της Βουλής ως κορυφαίου θεσμού του δημοκρατικού πολιτεύματος. Δυστυχώς, με ατάκες και κατευθυνόμενα χειροκροτήματα δεν κερδίζονται οι μάχες για τη Δημοκρατία. Ούτε καν οι εντυπώσεις.
Ο Αντώνης Βγόντζας είναι νομικός