Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στη συλλογική μας μνήμη ο βίος και η πολιτεία της μοναρχίας έχουν ταυτιστεί με πολλά από τα δεινά που έζησε ο τόπος. Ωστόσο, άγνωστη έχει παραμείνει μια συνωμοσία που εξυφαινόταν μεταξύ Ελβετίας, όπου είχε αυτοεξορισθεί η οικογένεια του έκπτωτου Κωνσταντίνου μεσούντος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, με το ελληνικό αίμα να ρέει σε ποταμούς στο μακεδονικό μέτωπο, και Βερολίνου για το μέλλον της Μακεδονίας!
Να πώς είχαν τα πράγματα, όπως αποδεικνύει η ανάγνωση διπλωματικών εγγράφων της εποχής. Με την εγκατάσταση της βασιλικής οικογένειας στην Ελβετία, ο τοπικός Τύπος άρχισε να αφιερώνει εκτενή άρθρα και φωτογραφίες του Κωνσταντίνου και των πριγκιπικών θυγατέρων που «διήγαγον βίον όστις έφθινεν εις τα όρια της κραιπάλης» (sic), δοκιμάζοντας σκανδαλωδώς τα ανακλαστικά της καθ’ όλα σεμνότυφης και συντηρητικής κοινωνίας της Ελβετίας, όχι μόνο για την κατασπατάληση χρημάτων, των οποίων η προέλευση είχε καταστεί θέμα έρευνας των μυστικών υπηρεσιών των Συμμάχων, αλλά και για την ανυποληψία αυτών με τους οποίους συγχρωτίζονταν. «Ως παράδειγμα τοιαύτης διαγωγής αναφέρεται συχνά η παράδοξος πομπή, ην απετέλουν έλκηθρον του πρώην βασιλέως εν St Moritz, εν τω οποίω εκάθητο ο ίδιος μετά των θυγατέρων του, ενώ όπισθεν ηκολούθουν επιβαίνοντες skis και luges, φύρδην μίγδην, υπασπισταί, γυναίκες του υποκόσμου, μεσίται, κυρίαι της τιμής, πράκτορες ύποπτοι, η κόμησσα d’ Aramberg και η σύζυγος του εργοστασιάρχου καμπανίτου Mumm».
Στο μεταξύ, οι κυβερνήσεις των Συμμάχων είχαν δώσει εντολή περί απαγόρευσης κάθε επαφής εκπροσώπων τους με τη βασιλική οικογένεια και το ευτράπελο ήταν ότι ενώ υπήρχε απαγόρευση εισόδου τους στην Ελλάδα, ο έλληνας πρεσβευτής από τη Βέρνη τηλεγραφούσε για πιέσεις που δεχόταν από τη βασίλισσα Σοφία να ενεργήσει ώστε «να επιστρέψει στην Ελλάδα… για το καρναβάλι»!
Ενα άλλο ευτράπελο, που δυστυχώς δεν ευοδώθηκε ως πράξη και παρέμεινε ως ιδέα, ήταν η επιθυμία του Κωνσταντίνου να ανταλλάξει τον θρόνο του στην Ελλάδα, καθώς φοβόταν ότι τον έχανε οριστικά, με εκείνον της Φινλανδίας!
Μέσα σε όλα αυτά υπήρχαν και τα παντρολογήματα. Του μεν Χριστόφορου «μετά πλουσίας Αμερικανίδος, ήτις απεδέχθη να δίδη εις τον γαμβρόν εισόδημα 1.500.000 φράγκων», που τελικά δεν έγινε έπειτα από προειδοποίηση των αμερικανικών Αρχών ότι «θέλει στερηθεί παντός εισοδήματος αυτής εάν προβή εις την ένωσιν ταύτην» (οι Σύμμαχοι ανησυχούσαν ότι ο γάμος αποσκοπούσε να ρίξει στάχτη στα μάτια των μυστικών υπηρεσιών τους που έψαχναν να δουν από πού προέρχονταν τα χρήματα της βασιλικής οικογένειας), αλλά και του Αλέξανδρου, που παρέμενε πίσω για να ζεσταίνει τον θρόνο στην Ελλάδα, με τη ρουμάνα πριγκίπισσα Μαρία Μινιόν.
Ποιο ήταν όμως το πιο ακραίο σχέδιο που εξυφαινόταν εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων; Το γεγονός ότι ο Κωνσταντίνος είχε φτάσει να συζητεί με τον Κάιζερ, ισχυρή σύμμαχος του οποίου ήταν η Βουλγαρία, την ιδέα ανάληψης πρωτοβουλίας για προσέγγιση Ρουμάνων και Βουλγάρων «προς διακανονισμόν των ζητημάτων του Αίμου», που δεν ήταν, όπως αποδεικνύουν άλλα έγγραφα της εποχής, παρά η ίδρυση αυτόνομου κράτους της Μεγάλης Μακεδονίας με απόσπαση, βεβαίως, ελληνικών εδαφών. Ο tempora, o mores!
Η Φωτεινή Τομαή είναι πρεσβευτής και ιστορικός