Τι μαθαίνουμε τελικά από την ηγεσία Τσίπρα; Βρέθηκε στην κορυφή του κύματος σε μία θαλασσοταραχή την οποία δεν προκάλεσε ο ίδιος. Εκμεταλλεύτηκε την αυτοκαταστροφική πορεία των κραταιών κομμάτων και την ολιγωρία των πολιτικών ελίτ. Σε συνθήκες κατάρρευσης του κομματικού συστήματος χρησιμοποίησε τα κατάλληλα δημαγωγικά εργαλεία για την προσέλκυση ψηφοφόρων. Αυτό ήταν το εύκολο κομμάτι της πορείας του.
Το δύσκολο κομμάτι ήταν η διαχείριση του πολιτικού προσωπικού, δηλαδή το μείζον ζήτημα για την άσκηση εξουσίας. Δίχως να έχει πολλές καλές επιλογές, αλλά και αντιλαμβανόμενος τι επιβάλλει η επιβίωσή του σε διαφορετικές πολιτικές συγκυρίες, καθιέρωσε το παράδειγμα Jenga στην ελληνική πολιτική. Για να εξελιχθεί το δημοφιλές παιχνίδι απομακρύνουμε κάθε φορά ένα τουβλάκι και το επανατοποθετούμε στην κορυφή με στόχο την ισορροπία του πύργου.
Κάπως έτσι μπορούμε να περιγράψουμε τη ρήξη με Λαφαζάνη, Κωνσταντοπούλου και βουλευτές αυτού του κλίματος τον Αύγουστο 2015, την απομάκρυνση υπουργών (Βαρουφάκη, Φίλη, Κοτζιά), τον προσεταιρισμό βουλευτών με δέλεαρ ένα υπουργικό χαρτοφυλάκιο (Κουντουρά, Παπακώστα) και τελικά τη «ρήξη» με τους ΑΝΕΛ. Ολες αυτές οι κινήσεις ήταν επιβεβλημένες για την επιβίωση της κυβέρνησης, αλλά αποκαλύπτουν μία αλυσιτελή διαχείριση προσώπων (μειονέκτημα το οποίο ο ίδιος ο Πρωθυπουργός ομολόγησε πρόσφατα). Δηλαδή, διόρθωναν ένα πρόβλημα το οποίο οφειλόταν σε ένα προηγούμενο σφάλμα.
Από την άποψη της επιβίωσης η τακτική Jenga ήταν επιτυχής. Ο κ. Τσίπρας διανύει τη μεγαλύτερη θητεία στην κορυφαία θέση μετά το 2004. Αλλοι ηγέτες βίωσαν άμεσα την πολιτική φθορά, όπως συνέβη χαρακτηριστικά με την αποχώρηση του κ. Καμμένου το 2012 ή την αποχώρηση ΔΗΜΑΡ το 2013.
Επειδή, όμως, μας ενδιαφέρει η σταθερότητα του πύργου «πολιτικό σύστημα» η τακτική του κ. Τσίπρα πρέπει να θεωρηθεί επιβλαβής. Γιατί εδραιώνει στους ψηφοφόρους την αντίληψη ότι η ψήφος τους μετασχηματίζεται κατά το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ δύο εκλογών. Ψηφίζουν ένα κόμμα το οποίο μπορεί να υποστηρίξει θέσεις ή να συμπράξει με κόμματα κατά παρέκκλιση της εντολής, όπως και αν αυτή ερμηνευτεί. Επιλέγουν βουλευτές οι οποίοι μπορεί να μετακινηθούν σε άλλες κοινοβουλευτικές ομάδες με χωρίς προηγούμενο συχνότητα.
Ολα αυτά συνθέτουν μία εικόνα transformismo (όρος από την ιταλική πολιτική ζωή) για την κοινοβουλευτική ζωή και την αντιπροσώπευση, δηλαδή την κάμψη ιδεολογικών αρχών και αξιών χάριν της πολιτικής τακτικής και επιβίωσης.
Τελικά, ενισχύεται η δυσπιστία των πολιτών για τα κόμματα σε μία κρίσιμη καμπή για τη χώρα κατά την οποία όλοι θα έπρεπε να συμβάλλουν για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης.
Τα χρόνια της κρίσης έκαναν σαφές ότι κόμματα και πολιτικοί δεν έχουν διάθεση να εξοικειωθούν με την πραγματικότητα των κυβερνήσεων συνεργασίας και την ανάγκη ουσιαστικών προγραμματικής συνεννόησης και σύγκλισης. Η τακτική Jenga με την τοποθέτηση στην κορυφή πολιτικών προσώπων με κριτήρια συγκυρίας, τα οποία γρήγορα θα βρεθούν γρήγορα στα χαμηλά (και αζήτητα) δεν είναι αρμόζουσα για μία χώρα η οποία εξακολουθεί να παλινωδεί μεταξύ κρίσης και οικονομικής αβεβαιότητας. Σε αντίθεση με τις εξελίξεις στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία, στην Ελλάδα ο πολιτικός παράγοντας εξακολουθεί να αποτελεί τροχοπέδη για την επιδίωξη της οικονομικής ανάπτυξης. Από την άποψη αυτή, η κυβέρνηση Τσίπρα δεν συνεισέφερε στην ανακαίνιση της πολιτικής ζωής, αλλά μάλλον προκάλεσε νέες παθογένειες, ίσως χειρότερες εκείνων που προκάλεσαν τα «παλαιά κόμματα».
Ο Μάνος Παπάζογλου είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικών Συστημάτων στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου