Δεν είναι… συνδικαλιστής. Δεν νομίζουμε πως έχει και κάποια διάθεση να αναλάβει κάποιο σχετικό πόστο. Οτι νοιάζεται να εκπροσωπήσει συνολικά τον κλάδο του. Τον καημό κάθε προπονητή εκφράζει. Γιατί μπορεί. Γιατί είναι τόσο μεγάλο όνομα στον χώρο του μπάσκετ, που μπορεί να μιλά ανοιχτά για θέματα τα οποία παραδοσιακά έχουν περάσει στη συνείδηση ως «απαγορευμένα». Ακόμη και για τις απολύσεις των προπονητών. Στην προκειμένη περίπτωση εκείνων της Ευρωλίγκας που φλερτάρουν πια με το… 50% της διοργάνωσης.
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας ήταν ο 7ος που κατέβηκε από το τρένο. Η Χίμκι του ισχυρού χορηγού δεν θεωρεί φυσιολογική την ώς τώρα πορεία. Παρά τους τραυματισμούς του Σβεντ και του Γκιλ. Παρά τον μεγάλο συντελεστή δυσκολίας ενός τουρνουά που φέτος έχει 12-13 ομάδες που διεκδικούν μια θέση στα πλέι-οφ. Πάει λοιπόν και ο Μπαρτζώκας. Οπως νωρίτερα ο Πασκουάλ (Παναθηναϊκός), ο Σπάχια (Μακάμπι), ο Μαρτίνεθ (Μπασκόνια), ο Μαλδονάδο (Γκραν Κανάρια), ο Τσάκι (Νταρουσάφακα) και ο Τζίκιτς (Μπουντούτσνοστ). Και ποιος ξέρει ποιος άλλος θα ακολουθήσει στην πορεία.
«Δεν είναι δυνατόν να έχουν απολυθεί επτά από τους δεκαέξι προπονητές. Με εξοργίζει. Δεν μπορώ να το δεχθώ με τίποτα. Ολοι αυτοί οι προπονητές είναι πάρα πολύ καλοί και δεν έχουν τον σεβασμό που πρέπει από τις ομάδες τους» είπε χθες ο κόουτς του Ολυμπιακού. Σε συνέχεια εκείνης της δήλωσής του στα τέλη Δεκεμβρίου μετά την απομάκρυνση του Πασκουάλ από τον αιώνιο αντίπαλο: «Γενικά οι προπονητές είναι υποτιμημένοι, θα ήθελα απ’ αυτούς που τους προσλαμβάνουν να είναι πιο επαγγελματίες στη δουλειά τους. Πρέπει να αντιμετωπίζονται με σεβασμό και όσο το σκέφτομαι εκνευρίζομαι ακόμη περισσότερο».
Το μπάσκετ είναι πραγματικά σύνθετο άθλημα. Ο τρόπος που χτίζεται το καλοκαίρι μια ομάδα, το μπάτζετ που έχει στα χέρια της, η κρίσιμη συνθήκη της «τύχης» (βλέπε τραυματισμοί κ.λπ.) το κάνουν ακόμη δυσκολότερο, έστω στην παρατήρησή του. Ποτέ δεν θα κρίνει κανείς έναν παίκτη που έχασε τον προσωπικό του αντίπαλο σε μια μάχη για το ριμπάουντ, δύο – τρία λεπτά πριν από τη λήξη σε μια φάση που μπορεί να άλλαξε τη μοίρα ενός ματς. Ποτέ δεν θα μάθει ποια οδηγία είχε δώσει ο προπονητής και πόσο αυτό που συνέβη στο παρκέ ήταν «δική» του επιλογή. Το κριτήριο θα είναι πάντα η νίκη και η ήττα. Και στο… εδώλιο ο προπονητής.
Οταν τα πράγματα ζορίζουν μέσα σε μια ομάδα, το εύκολο θύμα είναι πάντα εκείνος που στέκεται μπροστά από τον πάγκο. Τις περισσότερες φορές δίχως να έχει τη μεγαλύτερη ευθύνη, αλλά και το δικαίωμα να εξηγήσει δημόσια τι συνέβη. Μένει μόνος του έπειτα από την απόλυση. Ο Μπλατ το πέρασε στο Κλίβελαντ σε μια απόφαση των Καβαλίερς (δηλαδή του ΛεΜπρον) που προκάλεσε πολύ μεγάλη συζήτηση. Δεν ξεχνά λοιπόν. Και δεν χαρίζεται σε κανέναν.